filmov
tv
Θανάσης Παπακωνσταντίνου - Η ΟΥΡΑ ΤΟΥ ΑΛΟΓΟΥ - Γιάννης Χαρούλης

Показать описание
[...]Τα βήματα του αλόγου είναι ο βηματισμός του ονείρου μας
Είναι οι θάλασσες που διαβήκαμε
Τα τρεχαντήρια που χρωματίσαμε μαζί
Το άλογο αυτό κρατά στο στόμα του μια ημισέληνο
Χωρίς να την αφήση χλιμιντρίζει
Το άλογο αυτό και εγώ μαζί του
Στεκόμαστε στην άκρη του δάσους και σε περιμένουμε
Το άλογο αυτό και εγώ
Είμεθα πλάσμα εν και αδιαίρετο
Είμεθα κένταυρος που σε αγαπά
Είμεθα κένταυρος που ξέρει
Ότι δεν είναι δυνατόν να μη ξανάρθης.
Ανδρέας Εμπειρίκος: Αι γενεαί πάσαι ή Η σήμερον ως αύριον και ως χθες
Στίχοι-Μουσική: Θανάσης Παπακωνσταντίνου
Ερμηνεία: Γιάννης Χαρούλης
Βίντεο: Σκηνές από την ταινία του Béla Tarr, The Turin Horse, "Το Άλογο του Τορίνο " 2011
Δίσκος "Μαγγανίες" 2012
Ο καβαλάρης τ’ άλογο το `χε μες στην καρδιά του.
Πού να βρει φίλο πιο καλό να λέει τα μυστικά του.
Το τάιζε αγριοκρίθαρο, τετράφυλλο τριφύλλι,
στολίδια είχε στη σέλα του με λαμπερό κοχύλι.
Ήταν λευκό, ήταν κάτασπρο, ήταν γοργό και ξύπνιο,
κάλπαζε στα γυμνά βουνά και ξέφευγε απ’ τον ίσκιο.
Μα ένα παλιομεσήμερο, σε μια συκιά από κάτω,
αστρίτης στραβογάμησε και δίνει δαγκωσιά του.
Δεν πέρασαν πέντε λεπτά , μα πέρασαν αιώνες
ο καβαλάρης το θρηνεί, χαϊδεύει τους λαγώνες.
«Σύντροφε που ξανοίγεσαι, που χάνεσαι και φεύγεις;
Ας δώσουμε όρκο, με καιρούς να σε βρω ή να με βρεις».
Σκυφτός γυρνάει στο σπίτι του, σκυφτός την πόρτα ανοίγει,
καρφώνει τα παράθυρα και στο πιοτό το ρίχνει.
Το άλογο στο μεταξύ τα όρνια το τυλίξαν
το σκελετό και την ουρά μονάχα που τ’ αφήσαν.
Περνούσε κι ένας μάστορας που ‘μαθε στην Κρεμόνα
να φτιάχνει βιόλες και βιολιά που να κρατάνε χρόνια.
Είδε την τρίχα της ουράς άσπρη και μεταξένια,
την πήρε κι έφτιαξε μ’ αυτή δοξάρια ένα κι ένα.
Δυο μήνες έκανε ο νιος ν’ ανοίξει παραθύρι
την Τρίτη την πρωτομηνιά βγαίνει στο πανηγύρι.
Εκεί `ταν λαουτιέρηδες που θέλαν παρακάλια
ήτανε κι ένας βιολιτζής που έπαιρνε κεφάλια.
«Γεια και χαρά σου βιολιτζή. Χρήμα πολύ θα δώσω.
Θέλω ν’ ακούσω απ’ τα καλά, μήπως και ξαλαφρώσω».
Δέκα φορές το πέρασε ρετσίνι το δοξάρι,
ταιριάζει στο σαγόνι του, τ’ όργανο με καμάρι.
Και σαν αρχίζει δοξαριές, μια πάνω και μια κάτω,
τον κόσμο φέρνει ανάποδα, τη γη μέσα στο πιάτο.
Πετάει με χούφτες τα λεφτά, ο άντρας και χορεύει
ακούγεται χλιμίντρισμα και το μυαλό του φεύγει.
Είναι οι θάλασσες που διαβήκαμε
Τα τρεχαντήρια που χρωματίσαμε μαζί
Το άλογο αυτό κρατά στο στόμα του μια ημισέληνο
Χωρίς να την αφήση χλιμιντρίζει
Το άλογο αυτό και εγώ μαζί του
Στεκόμαστε στην άκρη του δάσους και σε περιμένουμε
Το άλογο αυτό και εγώ
Είμεθα πλάσμα εν και αδιαίρετο
Είμεθα κένταυρος που σε αγαπά
Είμεθα κένταυρος που ξέρει
Ότι δεν είναι δυνατόν να μη ξανάρθης.
Ανδρέας Εμπειρίκος: Αι γενεαί πάσαι ή Η σήμερον ως αύριον και ως χθες
Στίχοι-Μουσική: Θανάσης Παπακωνσταντίνου
Ερμηνεία: Γιάννης Χαρούλης
Βίντεο: Σκηνές από την ταινία του Béla Tarr, The Turin Horse, "Το Άλογο του Τορίνο " 2011
Δίσκος "Μαγγανίες" 2012
Ο καβαλάρης τ’ άλογο το `χε μες στην καρδιά του.
Πού να βρει φίλο πιο καλό να λέει τα μυστικά του.
Το τάιζε αγριοκρίθαρο, τετράφυλλο τριφύλλι,
στολίδια είχε στη σέλα του με λαμπερό κοχύλι.
Ήταν λευκό, ήταν κάτασπρο, ήταν γοργό και ξύπνιο,
κάλπαζε στα γυμνά βουνά και ξέφευγε απ’ τον ίσκιο.
Μα ένα παλιομεσήμερο, σε μια συκιά από κάτω,
αστρίτης στραβογάμησε και δίνει δαγκωσιά του.
Δεν πέρασαν πέντε λεπτά , μα πέρασαν αιώνες
ο καβαλάρης το θρηνεί, χαϊδεύει τους λαγώνες.
«Σύντροφε που ξανοίγεσαι, που χάνεσαι και φεύγεις;
Ας δώσουμε όρκο, με καιρούς να σε βρω ή να με βρεις».
Σκυφτός γυρνάει στο σπίτι του, σκυφτός την πόρτα ανοίγει,
καρφώνει τα παράθυρα και στο πιοτό το ρίχνει.
Το άλογο στο μεταξύ τα όρνια το τυλίξαν
το σκελετό και την ουρά μονάχα που τ’ αφήσαν.
Περνούσε κι ένας μάστορας που ‘μαθε στην Κρεμόνα
να φτιάχνει βιόλες και βιολιά που να κρατάνε χρόνια.
Είδε την τρίχα της ουράς άσπρη και μεταξένια,
την πήρε κι έφτιαξε μ’ αυτή δοξάρια ένα κι ένα.
Δυο μήνες έκανε ο νιος ν’ ανοίξει παραθύρι
την Τρίτη την πρωτομηνιά βγαίνει στο πανηγύρι.
Εκεί `ταν λαουτιέρηδες που θέλαν παρακάλια
ήτανε κι ένας βιολιτζής που έπαιρνε κεφάλια.
«Γεια και χαρά σου βιολιτζή. Χρήμα πολύ θα δώσω.
Θέλω ν’ ακούσω απ’ τα καλά, μήπως και ξαλαφρώσω».
Δέκα φορές το πέρασε ρετσίνι το δοξάρι,
ταιριάζει στο σαγόνι του, τ’ όργανο με καμάρι.
Και σαν αρχίζει δοξαριές, μια πάνω και μια κάτω,
τον κόσμο φέρνει ανάποδα, τη γη μέσα στο πιάτο.
Πετάει με χούφτες τα λεφτά, ο άντρας και χορεύει
ακούγεται χλιμίντρισμα και το μυαλό του φεύγει.
Комментарии