filmov
tv
Ο ΣΥΝΤΗΡΗΤΗΣ

Показать описание
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΩΝΣΤΑΣ
Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1949.
Σπουδές: Δραματική Σχολή Πειραϊκού Συνδέσμου, Ωδείο Πειραιώς (καλσικό τραγούδι και φλάουτο). Επίσης σπούδασε χορό και εργάστηκε στα Χορικά της Ζουζούς Νικολούδη και στο Χορόδραμα της Ραλλούς Μάνου. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας φυλακίστηκε για αντιδικτατορική δράση. Για ερκετά χρόνια δούλεψε στο Εθνικό Θέατρο και μετά ανέλαβε το Θεατρικό Τμήμα του Albertus Magnus Gymnasium στη Γερμανία. Παράλληλα σπούδασε κινηματογράφο στην Kino Hochshule του Μονάχου.
Σκηνοθέτησε ένα μεγάλου μήκους οικολογικό ντοκιμαντέρ με τίτλο «Ο Δον Κιχώτης και οι γίγαντες» κει θέμα τους πυρηνικούς αντιδραστήρες στη Γερμανία. Επίσης έγραψε το σενάριο και σκηνοθέτησε μαζί με τον Βασίλη Ξύδη την ταινία μεγάλου μήκους «Αφύλακτη διάβαση».
Θεατρικά έργα όπου έπαιξε πρωταγωνιστικούς ρόλους:
«Δούλες» του Ζαν Ζενέ (σε δική του σκηνοθεσία)
«Ο θάνατος και η κόρη» του Ντόρφμαν (σε σκην. Παντελή Βούλγαρη)
«Τότενφλος» του Χάραλντ Μίλερ (σε σκην. Έρσης Βασιλικιώτη)
«Τραχίνιες» του Σοφοκλή (σε σκην. Νίκου Διαμαντή)
«Κεκλεισμένων των θυρών» (σε δική του σκην.) κλπ.
Βραβεία:
- Α΄ ανδρικού ρόλου στο Φεστιβάλ Κιν/φου Θεσσαλονίκης (1988)
- Α΄ βραβείο θεατρικού έργου από το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βόλου (2001)
- Α΄ βραβείο Πνευματικής Εστίας Τρανούλη (2002) για το μυθιστόρημα "Ενισχυτής Αναμνήσεων"
- Γ΄ κρατικό βραβείο θεατρικού έργου (2007) για το έργο "Ο Συντηρητής"
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Γ. ΔΑΓΛΑΡΙΔΗ
Η έγκυρη θεατρική αποτύπωση μιας σημαντικής και ανθρώπινης περιπέτειας.
Σ’ ένα υπόγειο εργαστήρι – φορμόλης και συντήρησης – αποδοσμένο σκηνογραφικά λιτά με τα χαρακτηριστικά τραπέζια των εργαλείων και των «ευρημάτων» της δουλειάς του αλλά κυρίως με την κλίνη επί της οποίας το νεκρό-ταριχευμένο σώμα ( η «μούμια» ) του Λένιν κείται με καλυμμένο με ένα σεντόνι το σώμα και ακάλυπτη την κεφαλή προσέρχεται δια την καθιερωμένη συντήρηση (εβδομαδιαία, μηνιαία ;;;) ο «συντηρητής».
Ο εντεταλμένος μεσόκοπος – ειδικός για τη διατήρηση του «σωματικού ίχνους» του ηγέτη της επανάστασης στις μελλούμενες γενιές αρχικά και εν συνεχεία σε περισσότερους ή λιγότερους ανθρώπους που επισκέπτονται το χώρο έκθεσης του ταριχευμένου-νεκρού Λένιν, ταλαιπωρημένος και περίφροντις «συνομιλεί» μονολογώντας με το νεκρό τον οποίο «περιποιείται».
Πρόκειται για μια συνομιλία, όπου στην εκ βαθέων εκμυστήρευση του συντηρητή πολίτη, πιστεύσαντος, πλανηθέντος από τη ροή των πραγμάτων και της ιστορίας αλλά και έτι προσδοκούντος, αποκρίνονται, ως «άλλος πόλος» της συζήτησης, οι ψυχολογικές του προβολές, οι ιδεολογικές του πεποιθήσεις και κυρίως τα όνειρα του δεδομένου κοινωνικού και ιστορικού συλλογικού που εκπροσωπούσε, εξέφραζε ( και εκφράζει; ) το κύρος και η αυθεντία του αρχηγού…
Πώς είναι δυνατόν ο ζέων πυρήνας μιας συγκεκριμένης ιστορικής και κοινωνικής εμπειρίας που απασχόλησε ( και απασχολεί ) τόσους ανθρώπους και χάραξε τη μοίρα τους να γίνει σημαντικό «θεατρικό συμβάν» και να μην παραμείνει στο περίγραμμα της στείρας ιδεολογικής και ιστορικής αναφοράς με τις παρελκυόμενες οσμώσεις συμπάθειας και αντιπάθειας αντίστοιχα, από τον κάθε θεατή, να καταλήξει δηλαδή σε μία ακόμα ευκολόχρηστη και κενή μπροσούρα;
Τούτο μπορεί να επιτευχθεί, νομίζουμε, θεατρικά, κατά γόνιμο τρόπο, μόνο όταν η παρουσίαση συγκεκριμένων προσωπικοτήτων με ιστορικές και κοινωνικές αναφορές και οι σχέσεις των με άτομα και ευρύτερα σύνολα, ενταχθεί στην εν γένει περιπέτεια της ανθρώπινης ύπαρξης, στην ουσία της με τις αέναες κορυφώσεις και πτώσεις. Όταν δοθούν, δηλαδή με άλλα λόγια, στο συγκεκριμένο ρόλο βασικές ιδιότητες του ανθρώπου με αρχετυπικά χαρακτηριστικά.
Ο Γιώργος Κώνστας, άνθρωπος που προφανώς πόνεσε και πονά την κοινωνική και ιστορική καταγωγή του δημιουργήματός του και τον αφορά βαθιά το περιεχόμενό του, σκηνοθέτης και ηθοποιός όχι της πομπώδους και καταναλωτικής κινηματογραφικής και θεατρικής αγοράς, αλλά με ιδιαίτερη πνευματικότητα και συγκρότηση, υπήρξε ο ίδιος γεννήτωρ και ερμηνευτής του όλου αναπαραστατικού εγχειρήματος.
Με στέρεα, δουλεμένα και πάντα καλώς ελεγχόμενα υποκριτικά μέσα, που πήγαζαν από μια βαθιά κατανόηση και επεξεργασία του κειμένου πέρασε, από την ανάμνηση ευκλεών στιγμών της επανάστασης στην εκτροπή, ίσως, των επιλογών της και τέλος στη γκρίζα και μελαγχολική πραγματικότητα της συντήρησης του ΕΙΔΩΛΟΥ.
Για να καταλήξει μετά στις προσωπικές στιγμές του ( Αλήθεια, Βλαδίμηρε, πώς είναι να ερωτεύεται ο αρχηγός, να συνευρίσκεται, να πονά…) Στιγμές που αφορούν στον ηγέτη και τον οπαδό, στον οδηγό και στον οδηγούμενο, στο ανθρώπινο σαρκίο, στον ΑΝΘΡΩΠΟ ΓΕΝΙΚΑ.
Αφορμή σκέψης για όλους μας, ακκιζομένους, αυτάρεσκα βέβαιους και καγχάζοντες με τα δεινά και τις απογοητεύσεις «των άλλων» σε πείσμα της παραληρηματικής εποχής μας με την αποθέωση των χιλιάδων μικρών κοσμοειδώλων, ιδεολογιών και θρησκειών, παλαιών και νέων.
Απόσπασμα κριτικού σημειώματος στο περιοδικό Απολλώς
Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1949.
Σπουδές: Δραματική Σχολή Πειραϊκού Συνδέσμου, Ωδείο Πειραιώς (καλσικό τραγούδι και φλάουτο). Επίσης σπούδασε χορό και εργάστηκε στα Χορικά της Ζουζούς Νικολούδη και στο Χορόδραμα της Ραλλούς Μάνου. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας φυλακίστηκε για αντιδικτατορική δράση. Για ερκετά χρόνια δούλεψε στο Εθνικό Θέατρο και μετά ανέλαβε το Θεατρικό Τμήμα του Albertus Magnus Gymnasium στη Γερμανία. Παράλληλα σπούδασε κινηματογράφο στην Kino Hochshule του Μονάχου.
Σκηνοθέτησε ένα μεγάλου μήκους οικολογικό ντοκιμαντέρ με τίτλο «Ο Δον Κιχώτης και οι γίγαντες» κει θέμα τους πυρηνικούς αντιδραστήρες στη Γερμανία. Επίσης έγραψε το σενάριο και σκηνοθέτησε μαζί με τον Βασίλη Ξύδη την ταινία μεγάλου μήκους «Αφύλακτη διάβαση».
Θεατρικά έργα όπου έπαιξε πρωταγωνιστικούς ρόλους:
«Δούλες» του Ζαν Ζενέ (σε δική του σκηνοθεσία)
«Ο θάνατος και η κόρη» του Ντόρφμαν (σε σκην. Παντελή Βούλγαρη)
«Τότενφλος» του Χάραλντ Μίλερ (σε σκην. Έρσης Βασιλικιώτη)
«Τραχίνιες» του Σοφοκλή (σε σκην. Νίκου Διαμαντή)
«Κεκλεισμένων των θυρών» (σε δική του σκην.) κλπ.
Βραβεία:
- Α΄ ανδρικού ρόλου στο Φεστιβάλ Κιν/φου Θεσσαλονίκης (1988)
- Α΄ βραβείο θεατρικού έργου από το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βόλου (2001)
- Α΄ βραβείο Πνευματικής Εστίας Τρανούλη (2002) για το μυθιστόρημα "Ενισχυτής Αναμνήσεων"
- Γ΄ κρατικό βραβείο θεατρικού έργου (2007) για το έργο "Ο Συντηρητής"
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Γ. ΔΑΓΛΑΡΙΔΗ
Η έγκυρη θεατρική αποτύπωση μιας σημαντικής και ανθρώπινης περιπέτειας.
Σ’ ένα υπόγειο εργαστήρι – φορμόλης και συντήρησης – αποδοσμένο σκηνογραφικά λιτά με τα χαρακτηριστικά τραπέζια των εργαλείων και των «ευρημάτων» της δουλειάς του αλλά κυρίως με την κλίνη επί της οποίας το νεκρό-ταριχευμένο σώμα ( η «μούμια» ) του Λένιν κείται με καλυμμένο με ένα σεντόνι το σώμα και ακάλυπτη την κεφαλή προσέρχεται δια την καθιερωμένη συντήρηση (εβδομαδιαία, μηνιαία ;;;) ο «συντηρητής».
Ο εντεταλμένος μεσόκοπος – ειδικός για τη διατήρηση του «σωματικού ίχνους» του ηγέτη της επανάστασης στις μελλούμενες γενιές αρχικά και εν συνεχεία σε περισσότερους ή λιγότερους ανθρώπους που επισκέπτονται το χώρο έκθεσης του ταριχευμένου-νεκρού Λένιν, ταλαιπωρημένος και περίφροντις «συνομιλεί» μονολογώντας με το νεκρό τον οποίο «περιποιείται».
Πρόκειται για μια συνομιλία, όπου στην εκ βαθέων εκμυστήρευση του συντηρητή πολίτη, πιστεύσαντος, πλανηθέντος από τη ροή των πραγμάτων και της ιστορίας αλλά και έτι προσδοκούντος, αποκρίνονται, ως «άλλος πόλος» της συζήτησης, οι ψυχολογικές του προβολές, οι ιδεολογικές του πεποιθήσεις και κυρίως τα όνειρα του δεδομένου κοινωνικού και ιστορικού συλλογικού που εκπροσωπούσε, εξέφραζε ( και εκφράζει; ) το κύρος και η αυθεντία του αρχηγού…
Πώς είναι δυνατόν ο ζέων πυρήνας μιας συγκεκριμένης ιστορικής και κοινωνικής εμπειρίας που απασχόλησε ( και απασχολεί ) τόσους ανθρώπους και χάραξε τη μοίρα τους να γίνει σημαντικό «θεατρικό συμβάν» και να μην παραμείνει στο περίγραμμα της στείρας ιδεολογικής και ιστορικής αναφοράς με τις παρελκυόμενες οσμώσεις συμπάθειας και αντιπάθειας αντίστοιχα, από τον κάθε θεατή, να καταλήξει δηλαδή σε μία ακόμα ευκολόχρηστη και κενή μπροσούρα;
Τούτο μπορεί να επιτευχθεί, νομίζουμε, θεατρικά, κατά γόνιμο τρόπο, μόνο όταν η παρουσίαση συγκεκριμένων προσωπικοτήτων με ιστορικές και κοινωνικές αναφορές και οι σχέσεις των με άτομα και ευρύτερα σύνολα, ενταχθεί στην εν γένει περιπέτεια της ανθρώπινης ύπαρξης, στην ουσία της με τις αέναες κορυφώσεις και πτώσεις. Όταν δοθούν, δηλαδή με άλλα λόγια, στο συγκεκριμένο ρόλο βασικές ιδιότητες του ανθρώπου με αρχετυπικά χαρακτηριστικά.
Ο Γιώργος Κώνστας, άνθρωπος που προφανώς πόνεσε και πονά την κοινωνική και ιστορική καταγωγή του δημιουργήματός του και τον αφορά βαθιά το περιεχόμενό του, σκηνοθέτης και ηθοποιός όχι της πομπώδους και καταναλωτικής κινηματογραφικής και θεατρικής αγοράς, αλλά με ιδιαίτερη πνευματικότητα και συγκρότηση, υπήρξε ο ίδιος γεννήτωρ και ερμηνευτής του όλου αναπαραστατικού εγχειρήματος.
Με στέρεα, δουλεμένα και πάντα καλώς ελεγχόμενα υποκριτικά μέσα, που πήγαζαν από μια βαθιά κατανόηση και επεξεργασία του κειμένου πέρασε, από την ανάμνηση ευκλεών στιγμών της επανάστασης στην εκτροπή, ίσως, των επιλογών της και τέλος στη γκρίζα και μελαγχολική πραγματικότητα της συντήρησης του ΕΙΔΩΛΟΥ.
Για να καταλήξει μετά στις προσωπικές στιγμές του ( Αλήθεια, Βλαδίμηρε, πώς είναι να ερωτεύεται ο αρχηγός, να συνευρίσκεται, να πονά…) Στιγμές που αφορούν στον ηγέτη και τον οπαδό, στον οδηγό και στον οδηγούμενο, στο ανθρώπινο σαρκίο, στον ΑΝΘΡΩΠΟ ΓΕΝΙΚΑ.
Αφορμή σκέψης για όλους μας, ακκιζομένους, αυτάρεσκα βέβαιους και καγχάζοντες με τα δεινά και τις απογοητεύσεις «των άλλων» σε πείσμα της παραληρηματικής εποχής μας με την αποθέωση των χιλιάδων μικρών κοσμοειδώλων, ιδεολογιών και θρησκειών, παλαιών και νέων.
Απόσπασμα κριτικού σημειώματος στο περιοδικό Απολλώς