filmov
tv
Αλέξανδρος ο Μέγας Β' μέρος Alexander the great part 2 Greek narration English subtitles

Показать описание
Η ιδέα του Φιλίππου για την κατάκτησης της περσικής αυτοκρατορίας από μια συνομοσπονδία ελληνικών πόλεων είχε διατυπωθεί πολλά χρόνια νωρίτερα από τον ρήτορα και φιλόσοφο Ισοκράτη , με επίκεντρο πάντα την τιμωρία των Περσών για τις καταστροφές που είχαν προκαλέσει οι συνεχόμενες εισβολές τους.
Έτσι ο Αλέξανδρος την άνοιξη του 334 π.Χ έχοντας στείλει τον Παρμενίωνα για να διασφαλίσει την περιοχή της Προποντίδας, και αφήνοντάς ως αντιβασιλέα στην Πέλλα τον Αντίπατρο, πέρασε τον Ελλήσποντο με τον μακεδονικό στρατό στην μικρά Ασία, έχοντας 35.000 πεζούς, 5.000 ιππείς και 160 πλοία υποστήριξης στην δύναμη του.
Δεύτερος στην ιεραρχία μετά τον Αλέξανδρο, ήταν ο αρχιστράτηγος και συμπολεμιστής του πατέρα του, ο Παρμενίωνας, και ακολουθούσαν οι γιοί του Παρμενίωνα Φιλώτας και Νικάνωρ, ο Αμύντας, ο Περδίκκας, ο Κρατερός, ο Πτολεμαίος, και ο Μελέαγρος.
Τα οικονομικά αποθέματα του βασιλείου ανέρχονταν σε εβδομήντα χρυσά τάλαντα ενώ οι προμήθειες του στρατεύματος έφταναν για τέσσερις εβδομάδες και έτσι βασικός στόχος του Αλέξανδρου ήταν εκτός των άλλων να προλάβει την ετήσια συγκομιδή, καταλαμβάνοντας τις εύφορες κοιλάδες της Μικράς Ασίας που θα του εξασφάλιζαν την συντήρηση του στρατεύματος.
Οι πέρσες σατράπες με την καθοδήγηση του Δαρείου του Γ', αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν τον Αλέξανδρο στην Ζέλεια της Φρυγίας, στην σημερινή βορειοδυτική Τουρκία, στον Γρανικό ποταμό, ένα σχετικά ρηχό ποτάμι της περιοχής πλάτους είκοσι μέτρων, που θεωρούσαν ότι θα λειτουργούσε σαν φυσικό εμπόδιο, έχοντας παρατάξει στις υπερυψωμένες όχθες του, τον Περσικό στρατό.
Σύμβουλος του Περσικού στρατού ήταν ένας Έλληνας στρατηγός, ο Μέμνων ο Ρόδιος, που είχε συγκεντρώσει μια δύναμη που πιθανολογείται ότι έφτανε τους 50.000 άντρες.
Στο κέντρο του μετώπου ο Αλέξανδρος τοποθέτησε τις μακεδονικές φάλαγγες και δεξιά τους, τους ευέλικτους υπασπιστές, τμήματα ακοντιστών και τοξοτών καθώς και το τμήμα των εταίρων ιππέων που ηγούνταν ο ίδιος.
Στα αριστερά των μακεδονικών φαλαγγών τοποθέτησε διάφορες μονάδες ιππικού, αποτελούμενα από Θράκες αλλά και άλλες ελληνικές επίλεκτες μονάδες, όπως οι Θεσσαλοί ιππείς.
Με την διαταγή του Αλέξανδρου οι πρώτοι που ξεκίνησαν την διάβαση του ποταμού, ήταν τα δεξιά τμήματα του μακεδονικού στρατού, με τον ίδιο τον έφιππο Αλέξανδρο να κινείται στον ποταμό ακολουθώντας την ροή του Γρανικού νοτιότερα αποσυντονίζοντας τους Πέρσες που δεν καταλάβαιναν γιατί δεν επιτίθεται στην ευθεία αλλά κατεβαίνει τον ποταμό.
Έτσι αναγκάστηκαν να τον ακολουθήσουν νοτιότερα στρέφοντας μονάδες προς τον Αλέξανδρο, δημιουργώντας ρήγματα στο κέντρο τους, δίνοντας την ευκαιρία να προελάσουν οι μακεδονικές φάλαγγες εκτελώντας το σχέδιο του Αλέξανδρου.
Εχοντας περάσει τα ελληνικά στρατεύματα πλέον τον ποταμό, και με τον Περσικό στρατό να πολεμά άτακτα χάνοντας έδαφος, οι συγκρούσεις ιδίως των μονάδων του ιππικού κορυφώθηκαν με το δόρυ του Αλέξανδρου να σπάει από τα συνεχή χτυπήματα.
Ο Κορίνθιος Δημάρατος του έδωσε το δικό του ενώ κάποια στιγμή ο Αλέξανδρος δέχτηκε ένα χτύπημα στην περικεφαλαία που τον έριξε από το άλογο και θα ήταν νεκρός αν ο Κλείτος ο Μέλας δεν επενέβαινε και έκοβε το χέρι του Σπιθριδάτη, που ετοιμάζονταν να σκοτώσει τον Αλέξανδρο.
Από τους Έλληνες σκοτώθηκαν περίπου 400 άντρες και 4.000 τραυματίστηκαν ενώ στο στρατόπεδο των Περσών υπήρξαν 4.000 νεκροί με χιλιάδες τραυματίες και αιχμαλώτους.
Εκτός από τα λάφυρα που στάλθηκαν πίσω στην Ελλάδα, ο Αλέξανδρος θέλοντας να τιμήσει τις πόλεις που συμμετείχαν στην εκστρατεία, έστειλε για να τοποθετηθούν στην Ακρόπολη 300 επίχρυσες ασπίδες με χαραγμένη την επιγραφή, "Αλέξανδρος ο Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων από των βαρβάρων των την Ασία κατοικούντων".
Στην συνέχεια κατέβηκε παραλιακά νοτιότερα και κατέλαβε άλλοτε μάχες άλλοτε αμαχητί, τις Σάρδεις, την Έφεσσο, την Μίλητο και την Αλικαρνασσό.
Έτσι από τα παράλια άρχισε να κινείται βορειοανατολικά μέσω των σατραπειών της Παμφυλίας και της Πισιδίας, προς την Φρυγία στην πόλη Γόρδιο, στον σημερινό ποταμό Σαγγάριο της Τουρκίας, όπου θα συναντούσε τον στρατηγό Παρμενίωνα, αφήνοντας στα παράλια τον μονόφθαλμο στρατηγό Αντίγονο, για να καταστείλει τυχόν εξεγέρσεις.
Εκεί τον Μάρτιο του 333 έκοψε τον γόρδιο δεσμό, οπότε σύμφωνα με τον θρύλο θα ήταν ο επόμενος κυρίαρχος της Ασίας.
Έτσι έχοντας εκπληρώσει ακόμα έναν θετικό χρησμό για την εκστρατεία του, ξεκίνησε την κάθοδο νοτιοανατολικά προς την σατραπεία της Κιλικίας, το νοτιότερο σημείο της Μικράς Ασίας στις παρυφές της Μεσοποταμίας, όπου θα έδινε την δεύτερη μεγάλη μάχη της επικής εκστρατείας του.
Έτσι ο Αλέξανδρος την άνοιξη του 334 π.Χ έχοντας στείλει τον Παρμενίωνα για να διασφαλίσει την περιοχή της Προποντίδας, και αφήνοντάς ως αντιβασιλέα στην Πέλλα τον Αντίπατρο, πέρασε τον Ελλήσποντο με τον μακεδονικό στρατό στην μικρά Ασία, έχοντας 35.000 πεζούς, 5.000 ιππείς και 160 πλοία υποστήριξης στην δύναμη του.
Δεύτερος στην ιεραρχία μετά τον Αλέξανδρο, ήταν ο αρχιστράτηγος και συμπολεμιστής του πατέρα του, ο Παρμενίωνας, και ακολουθούσαν οι γιοί του Παρμενίωνα Φιλώτας και Νικάνωρ, ο Αμύντας, ο Περδίκκας, ο Κρατερός, ο Πτολεμαίος, και ο Μελέαγρος.
Τα οικονομικά αποθέματα του βασιλείου ανέρχονταν σε εβδομήντα χρυσά τάλαντα ενώ οι προμήθειες του στρατεύματος έφταναν για τέσσερις εβδομάδες και έτσι βασικός στόχος του Αλέξανδρου ήταν εκτός των άλλων να προλάβει την ετήσια συγκομιδή, καταλαμβάνοντας τις εύφορες κοιλάδες της Μικράς Ασίας που θα του εξασφάλιζαν την συντήρηση του στρατεύματος.
Οι πέρσες σατράπες με την καθοδήγηση του Δαρείου του Γ', αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν τον Αλέξανδρο στην Ζέλεια της Φρυγίας, στην σημερινή βορειοδυτική Τουρκία, στον Γρανικό ποταμό, ένα σχετικά ρηχό ποτάμι της περιοχής πλάτους είκοσι μέτρων, που θεωρούσαν ότι θα λειτουργούσε σαν φυσικό εμπόδιο, έχοντας παρατάξει στις υπερυψωμένες όχθες του, τον Περσικό στρατό.
Σύμβουλος του Περσικού στρατού ήταν ένας Έλληνας στρατηγός, ο Μέμνων ο Ρόδιος, που είχε συγκεντρώσει μια δύναμη που πιθανολογείται ότι έφτανε τους 50.000 άντρες.
Στο κέντρο του μετώπου ο Αλέξανδρος τοποθέτησε τις μακεδονικές φάλαγγες και δεξιά τους, τους ευέλικτους υπασπιστές, τμήματα ακοντιστών και τοξοτών καθώς και το τμήμα των εταίρων ιππέων που ηγούνταν ο ίδιος.
Στα αριστερά των μακεδονικών φαλαγγών τοποθέτησε διάφορες μονάδες ιππικού, αποτελούμενα από Θράκες αλλά και άλλες ελληνικές επίλεκτες μονάδες, όπως οι Θεσσαλοί ιππείς.
Με την διαταγή του Αλέξανδρου οι πρώτοι που ξεκίνησαν την διάβαση του ποταμού, ήταν τα δεξιά τμήματα του μακεδονικού στρατού, με τον ίδιο τον έφιππο Αλέξανδρο να κινείται στον ποταμό ακολουθώντας την ροή του Γρανικού νοτιότερα αποσυντονίζοντας τους Πέρσες που δεν καταλάβαιναν γιατί δεν επιτίθεται στην ευθεία αλλά κατεβαίνει τον ποταμό.
Έτσι αναγκάστηκαν να τον ακολουθήσουν νοτιότερα στρέφοντας μονάδες προς τον Αλέξανδρο, δημιουργώντας ρήγματα στο κέντρο τους, δίνοντας την ευκαιρία να προελάσουν οι μακεδονικές φάλαγγες εκτελώντας το σχέδιο του Αλέξανδρου.
Εχοντας περάσει τα ελληνικά στρατεύματα πλέον τον ποταμό, και με τον Περσικό στρατό να πολεμά άτακτα χάνοντας έδαφος, οι συγκρούσεις ιδίως των μονάδων του ιππικού κορυφώθηκαν με το δόρυ του Αλέξανδρου να σπάει από τα συνεχή χτυπήματα.
Ο Κορίνθιος Δημάρατος του έδωσε το δικό του ενώ κάποια στιγμή ο Αλέξανδρος δέχτηκε ένα χτύπημα στην περικεφαλαία που τον έριξε από το άλογο και θα ήταν νεκρός αν ο Κλείτος ο Μέλας δεν επενέβαινε και έκοβε το χέρι του Σπιθριδάτη, που ετοιμάζονταν να σκοτώσει τον Αλέξανδρο.
Από τους Έλληνες σκοτώθηκαν περίπου 400 άντρες και 4.000 τραυματίστηκαν ενώ στο στρατόπεδο των Περσών υπήρξαν 4.000 νεκροί με χιλιάδες τραυματίες και αιχμαλώτους.
Εκτός από τα λάφυρα που στάλθηκαν πίσω στην Ελλάδα, ο Αλέξανδρος θέλοντας να τιμήσει τις πόλεις που συμμετείχαν στην εκστρατεία, έστειλε για να τοποθετηθούν στην Ακρόπολη 300 επίχρυσες ασπίδες με χαραγμένη την επιγραφή, "Αλέξανδρος ο Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων από των βαρβάρων των την Ασία κατοικούντων".
Στην συνέχεια κατέβηκε παραλιακά νοτιότερα και κατέλαβε άλλοτε μάχες άλλοτε αμαχητί, τις Σάρδεις, την Έφεσσο, την Μίλητο και την Αλικαρνασσό.
Έτσι από τα παράλια άρχισε να κινείται βορειοανατολικά μέσω των σατραπειών της Παμφυλίας και της Πισιδίας, προς την Φρυγία στην πόλη Γόρδιο, στον σημερινό ποταμό Σαγγάριο της Τουρκίας, όπου θα συναντούσε τον στρατηγό Παρμενίωνα, αφήνοντας στα παράλια τον μονόφθαλμο στρατηγό Αντίγονο, για να καταστείλει τυχόν εξεγέρσεις.
Εκεί τον Μάρτιο του 333 έκοψε τον γόρδιο δεσμό, οπότε σύμφωνα με τον θρύλο θα ήταν ο επόμενος κυρίαρχος της Ασίας.
Έτσι έχοντας εκπληρώσει ακόμα έναν θετικό χρησμό για την εκστρατεία του, ξεκίνησε την κάθοδο νοτιοανατολικά προς την σατραπεία της Κιλικίας, το νοτιότερο σημείο της Μικράς Ασίας στις παρυφές της Μεσοποταμίας, όπου θα έδινε την δεύτερη μεγάλη μάχη της επικής εκστρατείας του.