filmov
tv
Πέρα από τον Χρόνο Δάφνη Υακίνθου

Показать описание
Περισυλλογή
Πέρα από τον Χρόνο
Ο Χρόνος παραμέρισε, με δέος ν’ αντικρίσω
το αίμα με νερό και φως ανάμεικτο, την ώρα
που ρίγησαν τα σύμπαντα και μήτε να δακρύσω
το θάρρος δε μου δόθηκε, ενώ ξεσπά η μπόρα.
Τα πάντα γύρω σείονται, ο κόσμος ανταριάζει,
οι φλόγες απ’ τα Σόδομα ξεχύνονται, μας καίνε,
με εφιάλτη κι όραμα η ζήση όλη μοιάζει,
ενώ εσύ καρφώνεσαι κι οι μυροφόρες κλαίνε.
Αφού και στη Γεσθημανή η μοναξιά η τόση
του Θεανθρώπου γέμισε τον κόσμο και την πλάση,
ποιος δύναται, Υπέρτατε Πατέρα, πια να σώσει
την αγαθή εικόνα σου, σ’ Εσένα για να μοιάσει;
Υπέρτατε Γεννήτορα, με δέος πλημμυρίζω
εγώ με πίστη λιγοστή, με μια σταλιά ελπίδα.
Και νιώθω το απέραντο, συντρίβομαι, δακρύζω.
Αγαπημένε, σώσε μας από την καταιγίδα!
Στην ταραχή κλονίζομαι, μια σπίθα είμαι μόνο
και μπρος σ’ εσένα, Ήλιε μου, στο Φως σου και τη θέρμη,
που ο Υιός σου σήκωσε του πλάσματος τον πόνο
και την Πνοή τού χάρισες, συντρίβομαι η έρμη.
Γυρνώ εκεί να πλανηθώ στις ερημιές και πάλι,
ποιμένας σαν γεννήθηκες στη Φάτνη ως Σωτήρας,
στην εποχή που μαίνεται με το κακό η πάλη,
χαμένη μες στον άνεμο, ξερόφυλλο της μοίρας.
Ξεχείλισε ο πόθος μου ολάκερο το είναι
και την καρδιά μου γλύκανε του Λόγου σου το μέλι.
Πατέρας για τη δούλη σου και οδηγός της γίνε
και δέξου την στη Πόλη σου, που να ορθώσεις μέλλει!
Οι εκλεκτοί πετούν εκεί από τη γη στα ύψη,
στη Βασιλεία τη σεπτή που έχεις ετοιμάσει.
Ο όφις ο αρχέγονος, χωρίς ντροπή και τύψη,
το κλίμα απ’ την άμπελο ζητά να αποσπάσει.
Ο Στρατηγός τον έριξε στα βάθη της αβύσσου
και σέρνεται ο δράκοντας ταράζοντας την Κτίση.
Με δόλο, πάντα φθονερός, τη γη του Παραδείσου
γυρεύει για εκδίκηση απ’ όλους να στερήσει.
Μα μ’ όλη του τη μάνητα, την τόση του κακία
κανένα απ’ τα κλίματα δεν δύναται να κόψει.
Εσύ λοιπόν, Κυρίαρχε, σε ουρανού οικία
το τέκνο δέξου μ’ έλεος, δική σου να ’ναι όψη.
Οι σεβαστοί Απόστολοι, οι Άγιοι προφήτες,
η Παναγιά, οι Μάρτυρες πρεσβεύουνε για όλους.
Τις τόσες αμαρτίες μας, τα σφάλματα, τις ήττες
λογάριασε με έλεος και διώξε τους διαβόλους.
Δική σου Δόξα μοναχή, Υπέρτατο των όντων,
ο πλούτος της αγάπης σου το παν θα εξαγνίσει
κι ο σπόρος τόσων λόγων Σου αιώνιων, παρόντων
με το αθάνατο νερό ποτίζεται ν’ ανθίσει.
Πέρα από τον Χρόνο
Ο Χρόνος παραμέρισε, με δέος ν’ αντικρίσω
το αίμα με νερό και φως ανάμεικτο, την ώρα
που ρίγησαν τα σύμπαντα και μήτε να δακρύσω
το θάρρος δε μου δόθηκε, ενώ ξεσπά η μπόρα.
Τα πάντα γύρω σείονται, ο κόσμος ανταριάζει,
οι φλόγες απ’ τα Σόδομα ξεχύνονται, μας καίνε,
με εφιάλτη κι όραμα η ζήση όλη μοιάζει,
ενώ εσύ καρφώνεσαι κι οι μυροφόρες κλαίνε.
Αφού και στη Γεσθημανή η μοναξιά η τόση
του Θεανθρώπου γέμισε τον κόσμο και την πλάση,
ποιος δύναται, Υπέρτατε Πατέρα, πια να σώσει
την αγαθή εικόνα σου, σ’ Εσένα για να μοιάσει;
Υπέρτατε Γεννήτορα, με δέος πλημμυρίζω
εγώ με πίστη λιγοστή, με μια σταλιά ελπίδα.
Και νιώθω το απέραντο, συντρίβομαι, δακρύζω.
Αγαπημένε, σώσε μας από την καταιγίδα!
Στην ταραχή κλονίζομαι, μια σπίθα είμαι μόνο
και μπρος σ’ εσένα, Ήλιε μου, στο Φως σου και τη θέρμη,
που ο Υιός σου σήκωσε του πλάσματος τον πόνο
και την Πνοή τού χάρισες, συντρίβομαι η έρμη.
Γυρνώ εκεί να πλανηθώ στις ερημιές και πάλι,
ποιμένας σαν γεννήθηκες στη Φάτνη ως Σωτήρας,
στην εποχή που μαίνεται με το κακό η πάλη,
χαμένη μες στον άνεμο, ξερόφυλλο της μοίρας.
Ξεχείλισε ο πόθος μου ολάκερο το είναι
και την καρδιά μου γλύκανε του Λόγου σου το μέλι.
Πατέρας για τη δούλη σου και οδηγός της γίνε
και δέξου την στη Πόλη σου, που να ορθώσεις μέλλει!
Οι εκλεκτοί πετούν εκεί από τη γη στα ύψη,
στη Βασιλεία τη σεπτή που έχεις ετοιμάσει.
Ο όφις ο αρχέγονος, χωρίς ντροπή και τύψη,
το κλίμα απ’ την άμπελο ζητά να αποσπάσει.
Ο Στρατηγός τον έριξε στα βάθη της αβύσσου
και σέρνεται ο δράκοντας ταράζοντας την Κτίση.
Με δόλο, πάντα φθονερός, τη γη του Παραδείσου
γυρεύει για εκδίκηση απ’ όλους να στερήσει.
Μα μ’ όλη του τη μάνητα, την τόση του κακία
κανένα απ’ τα κλίματα δεν δύναται να κόψει.
Εσύ λοιπόν, Κυρίαρχε, σε ουρανού οικία
το τέκνο δέξου μ’ έλεος, δική σου να ’ναι όψη.
Οι σεβαστοί Απόστολοι, οι Άγιοι προφήτες,
η Παναγιά, οι Μάρτυρες πρεσβεύουνε για όλους.
Τις τόσες αμαρτίες μας, τα σφάλματα, τις ήττες
λογάριασε με έλεος και διώξε τους διαβόλους.
Δική σου Δόξα μοναχή, Υπέρτατο των όντων,
ο πλούτος της αγάπης σου το παν θα εξαγνίσει
κι ο σπόρος τόσων λόγων Σου αιώνιων, παρόντων
με το αθάνατο νερό ποτίζεται ν’ ανθίσει.