Απολυτίκιο Αγίων Πατέρων της Ζʹ Συνόδου_Apolytikion of the Holy Fathers of the 7th Council_En_Gr

preview_player
Показать описание
October 11-17. Commemoration of the feast. The Holy Fathers of the 7th Council. Apolytikion for the Fathers. From Menaion. Mode pl. 4.
Supremely blessed are You, O Christ our God. You established the holy Fathers upon the earth as beacons, and through them You have guided us all to the true Faith, O greatly merciful One, glory be to You.

BRIEF HISTORY: The Seventh Ecumenical Council, convoked by the Empress Irene and met at Nicaea from September 24 to October 13, 787. Patriarch Tarasios (commemorated February 25) presided. The council ended almost fifty years of iconoclast persecution and established the veneration of the holy icons as basic to the belief and spirituality of Christ's Church. As the Synaxarion says, "It was not simply the veneration of the holy images that the Fathers defended in these terms but, in fact, the very reality of the Incarnation of the Son of God."
++++++++++++++++++++

11-17 Οκτωβρίου. Ἡ μνήμη τῆς έορτῆς Τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ζʹ Συνόδου.
Ἀπολυτίκιον Τῶν Πατέρων. Τοῦ Μηναίου. Ἦχος πλ. δʹ.
Ὑπερδεδοξασμένος εἶ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ φωστῆρας ἐπὶ γῆς τοὺς Πατέρας ἡμῶν θεμελιώσας, καὶ δι' αὐτῶν πρὸς τὴν ἀληθινὴν πίστιν, πάντας ἡμᾶς ὁδηγήσας· πολυεύσπλαγχνε, δόξα σοι.

Απόδοση στα νέα ελληνικά*
Εἶσαι ὑπερβολικά δοξασμένος, Χριστέ Θεέ μας, ἐσύ πού θεμελίωσες ἐπάνω στή γῆ τούς Πατέρες ὡς φωτεινά ἀστέρια καί διά μέσου αὐτῶν ὁδήγησες ὅλους ἐμᾶς στήν ἀληθινή πίστη, πολυεύσπλαχνε, δόξα σ’ ἐσένα.

* Παρατίθεται εδώ η ερμηνευτική απόδοση με περαιτέρω σχόλια κατανόησης και όχι μετάφραση στη νέα Ελληνική γλώσσα.
* Here is an interpretation with further comments of understanding rather than a translation into the Modern Greek language.

ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ:
«Ἡ ἁγία καὶ οἰκουμενικὴ ἑβδόμη Σύνοδος ἔγινε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας (787 μ.Χ.), γιὰ δεύτερη φορὰ (ἡ πρώτη ἔγινε τὸ 325 μ.Χ. ὅταν συνῆλθαν οἱ Πατέρες τῆς Ἃ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου), ἐπὶ Κωνσταντίνου βασιλέως καὶ τῆς μητέρας τοῦ Εἰρήνης, καὶ ἐπὶ Ἀδριανοῦ πάπα Ρώμης, Ταρασίου Κωνσταντινουπόλεως, Πολιτιανοῦ Ἀλεξανδρείας, Θεοδωρήτου Ἀντιοχείας καὶ Ἠλία Ἱεροσολύμων. Οἱ πατέρες ποὺ συναθροίστηκαν τότε ἦταν τριακόσιοι ἑξήντα πέντε. Αὐτοὶ ὅλοι συνήλθαν κατὰ τῶν εἰκονομάχων καὶ ἀναθεμάτισαν ἐγγράφως κάθε αἵρεση, ὅπως καὶ τοὺς ἀρχηγοὺς τῶν αἱρέσεων, ἔπειτα καὶ ὅλους τους εἰκονομάχους. Ἐγγράφως ἐξέθεσαν καὶ κατέγραψαν ὅτι ὅποιος δὲν προσκυνᾶ τὶς ἅγιες εἰκόνες εἶναι ξένος πρὸς τὴν πίστη τῶν ὀρθοδόξων, ὅτι ἡ τιμὴ τῆς εἰκόνας διαβαίνει πρὸς τὸ πρωτότυπο καὶ ὅτι αὐτὸς ποὺ προσκυνᾶ καὶ τιμᾶ τὴν εἰκόνα προσκυνᾶ σ’ αὐτήν, τὴν ὑπόσταση τοῦ εἰκονιζομένου. Κι ἀφοῦ διέταξαν τὰ πράγματα μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ ἰσχυροποίησαν τὴν ὀρθόδοξη πίστη, ὁ καθένας ἀπῆλθε στὴ δική του ἐπισκοπή».
Ποιὰ ἡ αἵρεση τὴν ὁποία κατεδίκασε ἡ Ζ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος καὶ ἡ ὁποία συνόψιζε τὶς προγενέστερες αἱρέσεις;
Ἡ εἰκονομαχία, ἡ ἐναντίωση στὶς εἰκόνες, ἡ ἄρνηση δηλαδὴ τῆς δυνατότητας ἐξεικονισμοῦ τοῦ Χριστοῦ. Διότι ἡ ἄρνηση αὐτὴ σήμαινε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἦταν πραγματικὸς καὶ ἀληθινὸς ἄνθρωπος, φάνηκε ὡς ἄνθρωπος, συνεπῶς ἡ εἰκονομαχία συνέχιζε καὶ διαιώνιζε μὲ ἄλλον τρόπο τὸν μονοφυσιτισμό, ἢ ἀπὸ ἄλλη ὄψη τὸν νεστοριανιασμό. Στὸ βάθος τῆς δηλαδὴ ἡ εἰκονομαχία συνιστοῦσε χριστολογικὴ αἵρεση. Ἔτσι ἐνῶ φαινόταν «λογικὴ» ἡ πολεμικὴ κατὰ τῶν εἰκόνων: νὰ μὴν ξεπέσουμε σὲ εἰδωλολατρία, στὴν οὐσία ἦταν ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ σημαίνει ὅτι ἡ ἀποδοχὴ τῶν εἰκόνων τοῦ Χριστοῦ ἀποτελοῦσε τὸ πιὸ κραυγαλέο κήρυγμα πίστεως στὴν ἐνανθρώπησή Του. «Διὰ τοῦτο τὴν ἀληθινὴν πίστιν κρατοῦσα ἡ Ἐκκλησία, ἀσπάζεται τὴν εἰκόνα τῆς Χριστοῦ ἐνανθρωπήσεως». Καὶ βεβαίως ἐννοεῖται ὅτι ὁ ἐξεικονισμὸς τοῦ Χριστοῦ ἀναφερόταν στὸ περιγραπτό της ἀνθρώπινης φύσεώς Του καὶ ὄχι τῆς θεϊκῆς. Τὸ θεῖο πράγματι δὲν ἐξεικονίζεται, γι’ αὐτὸ καὶ ὅποια προσπάθεια ζωγραφικῆς ἀποδόσεως τῆς ἁγίας Τριάδος δὲν βρίσκεται μέσα σὲ ὀρθόδοξα πλαίσια. Ἡ ἁγία Σύνοδος μάλιστα μνημόνευε καὶ τὸν λόγο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τὸν ὁποία χρησιμοποίησε καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ θεολόγος τῶν εἰκόνων, ὅτι «ἡ τιμὴ τῆς εἰκόνος ἐπὶ τὸ πρωτότυπον διαβαίνει», γιὰ νὰ τονίσει δηλαδὴ ὅτι δὲν τιμᾶται τὸ ξύλο ἢ τὸ χρῶμα τῆς εἰκόνας, ἀλλὰ τὸ πρόσωπο στὸ ὁποῖο ἀναφέρεται. Κι ἐννοεῖται τέλος ὅτι οἱ εἰκόνες τῆς Παναγίας καὶ τῶν ἁγίων γίνονταν ἀποδεκτές, διότι οἱ ἅγιοι εἶναι οἱ κατεξοχὴν φίλοι του Χριστοῦ, συνεπῶς τιμώντας αὐτοὺς τὸν Χριστὸ τελικῶς τιμᾶμε.—
Рекомендации по теме
welcome to shbcf.ru