filmov
tv
Λευκές Ιέρειες

Показать описание
ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΛΟΥΝΤΕΜΗΣ
Από τη συλλογή: «Κραυγή στα πέρατα...»
Μέρος Α΄ 1932 - 1940 (3/51)
. . . . . . . . . . . . . . .
(Αφιερώνεται στις Ελληνίδες νοσοκόμες)
Βάδισμα ανάλαφρο πνιχτό, λευκές ποδούλες πτυχωτές,
μάτια που κλείνουν μέσα τους την επική θυσία.
Σαν Παναγιές μας φαίνεστε, κορίτσια ξένοιαστα ως τα χτες
σ' αυτήν –των στεναγμών– την εκκλησία.
Σαν τις θαμμένες ζωντανές σε μαυσωλείο παντοτεινό,
για να μας δώσετε ζωή μπήκατε σεις στον Άδη.
Πάνω από κάθε μας πληγή κι από 'να γέλιο φωτεινό,
πάνω από κάθε βόγγο μας κι από 'να χάδι.
Με τι απαλό καλόπιασμα, τι χαμογέλιο μητρικό,
μας το κερνάτε το πικρό πιοτό ή το χαμομήλι!
Μα το πιο ατίμητο, το πιο θαματουργό σας γιατρικό –
το 'χετε σεις στα χείλη.
Ω! Πόσο μοιάζουν σαν κοιτούν τα μάτια αυτά τα χαμηλά,
τα μάτια τα γλυκά της πλατυτέρας!
Τόσο μελένια άλλη καμμιά – άλλη καμμιά δεν τα μιλά
τα μυρωμένα λόγια της μητέρας.
Άσπρες ποδιές, υπάρξεις άσπρες, χέρια, μανικέτια,
λες και σας έβρεξε ο ουρανός σαν κάτασπρη βροχή!
Πήγα τραγούδι να σας πω και βγήκε προσευχή.
Έξω φρενάζει κι αντηχά του πλάνου κόσμου αυτού η βουή.
Μα σεις το γέλιο ξέρετε μονάχα, και το θάρρος.
Κοντά σας άσπρη θα τη δούμε ως και τη μαύρη αυτή ζωή.
κοντά σας άσπρος θα φανεί κι αυτός ο χάρος!
Από τη συλλογή: «Κραυγή στα πέρατα...»
Μέρος Α΄ 1932 - 1940 (3/51)
. . . . . . . . . . . . . . .
(Αφιερώνεται στις Ελληνίδες νοσοκόμες)
Βάδισμα ανάλαφρο πνιχτό, λευκές ποδούλες πτυχωτές,
μάτια που κλείνουν μέσα τους την επική θυσία.
Σαν Παναγιές μας φαίνεστε, κορίτσια ξένοιαστα ως τα χτες
σ' αυτήν –των στεναγμών– την εκκλησία.
Σαν τις θαμμένες ζωντανές σε μαυσωλείο παντοτεινό,
για να μας δώσετε ζωή μπήκατε σεις στον Άδη.
Πάνω από κάθε μας πληγή κι από 'να γέλιο φωτεινό,
πάνω από κάθε βόγγο μας κι από 'να χάδι.
Με τι απαλό καλόπιασμα, τι χαμογέλιο μητρικό,
μας το κερνάτε το πικρό πιοτό ή το χαμομήλι!
Μα το πιο ατίμητο, το πιο θαματουργό σας γιατρικό –
το 'χετε σεις στα χείλη.
Ω! Πόσο μοιάζουν σαν κοιτούν τα μάτια αυτά τα χαμηλά,
τα μάτια τα γλυκά της πλατυτέρας!
Τόσο μελένια άλλη καμμιά – άλλη καμμιά δεν τα μιλά
τα μυρωμένα λόγια της μητέρας.
Άσπρες ποδιές, υπάρξεις άσπρες, χέρια, μανικέτια,
λες και σας έβρεξε ο ουρανός σαν κάτασπρη βροχή!
Πήγα τραγούδι να σας πω και βγήκε προσευχή.
Έξω φρενάζει κι αντηχά του πλάνου κόσμου αυτού η βουή.
Μα σεις το γέλιο ξέρετε μονάχα, και το θάρρος.
Κοντά σας άσπρη θα τη δούμε ως και τη μαύρη αυτή ζωή.
κοντά σας άσπρος θα φανεί κι αυτός ο χάρος!