filmov
tv
Pericles Aramis - ΕΝΑ ΠΟΥΛΑΚΙ ΤΗΝ ΑΥΓΗ (1905) - folk greek song

Показать описание
ΑΡΑΜΙΣ (Περικλής Αραβαντινός)
__Ποιος άραγε γνωρίζει σήμερα για τον πάλαι ποτέ διάσημο, εντός και εκτός Ελλάδος, τραγουδιστή Άραμι, που όταν τον άκουσε ο Μ. Καλομοίρης να τραγουδάει δημώδη άσματα, μαγεύτηκε τόσο, ώστε αποφάσισε να αφιερωθεί ψυχή τε και σώματι στην ελληνική μουσική; Υπήρξε προσωπικός φίλος του μουσουργού Jules Massenet, του μουσικού εκδότη Sonzogno, της υψιφώνου Emma Calvé, του μουσικού Bourgault Ducoudray και του δικού μας Σπύρου Σαμάρα.
__Ο Περικλής Αραβαντινός, σωματώδης, γεμάτος ηπερώτικη λεβεντιά, καταγόταν από αρχοντική οικογένεια των Ιωαννίνων. Πατέρας του ήταν ο Παναγιώτης Αραβαντινός, λόγιος, ιστοριοδίφης και διευθυντής του Ελληνικού Σχολείου των Ιωαννίνων. Λέγεται ότι σπούδασε στη Ζωσιμαία Σχολή, στην Αθήνα και αργότερα στα ωδεία της Νάπολης και του Μιλάνου και ξεκίνησε την καριέρα του ως βαρύτονος της όπερας. Το 1892 έδωσε συναυλία στο Coven Garden του Λονδίνου. Το 1906 ίδρυσε μια ιδιωτική σχολή τραγουδιού στο Παρίσι. Έκανε πολλές περιοδείες σε διάφορες χώρες (Γαλλία, Μονακό, Ελλάδα, Τουρκία, Αίγυπτο, Ρωσία. Η φήμη του όμως οφείλεται στην ιδιαίτερη προσπάθειά του για την ανάδειξη της δημοτικής μας μουσικής, την οποία προσέγγιζε με εντελώς διαφορετικό τρόπο από το σημερινό.
__Ἡ πρώτη ἀφορμὴ [νὰ ἀφοσιωθῶ εἰς τὴν μελέτην καὶ εἰς τὴν ἐκτέλεσιν τῆς δημοτικῆς μουσικῆς] μοῦ ἐδόθη εἰς τὸ Λίβερπουλ. Εἰς ἕν γεῦμα ποὺ μοῦ παρέθηκεν ἡ κυρία Κορνηλίου, ἦλθεν ἡ σειρά μου νὰ τραγουδήσω κἄτι τι. Τότε, κρατῶν τὸ ποτήρι εἰς τὸ χέρι, ἀνεπόλησα, καὶ ἐγὼ δὲν εἰξεύρω πῶς, τὸν «Αϊτὸ» ἕνα Ἠπειρωτικὸ τραγούδι ποὺ τὸ εἶχα ἀκούσει μικρὸς εἰς τὴν πατρίδα μου, σὲ μιὰ στάνη, δίπλα σὲ ψητὸ ἀρνὶ καὶ σὲ τσότρα, ἀπὸ ἕνα γιγάντιον βοσκὸν Ἠπειρώτη. Καὶ τὸ ἐτραγούδησα. Οἱ ἄνθρωποι ἐκείνοι ποὺ ἤκουσαν πρώτην φορὰ τραγούδι τῶν Ἑλληνικῶν βουνῶν ἔκαμαν φτερὰ ἀπὸ τὸν ἐνθουσιασμόν των [...]
__«Ἡ πεποίθησις μου, τὴν ὁποίαν τίποτε δὲν ἠμπορεῖ νὰ μὲ κλονίσῃ εἶναι ὅτι δυνάμεθα νὰ δημιουργήσωμεν τὴν ἐθνικήν μας μουσικὴν ἐπὶ τῶν θησαυρῶν τῆς ἐθνικῆς μας μούσης [...] Διότι εἶνε ἀποδεδειγμένον πλέον ὅτι ἡ μουσικὴ τῶν δημοτικῶν ᾀσμάτων εἶνε συνέχεια τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς μουσικῆς, ὅτι ἀνακαλύπτονται καὶ εἰς αὐτὴν αἱ δώδεκα διατονικαὶ κλίμακες τῆς ἀρχαίας, ὁ πλοῦτος καὶ ἡ ἀπειρία τῶν ῥυθμῶν τῆς ἀρχαίας [...] Ἡ γενικὴ ἀρχή μου εἶνε ὅτι τὰ δημοτικὰ τραγούδια τῆς Ἑλλάδος δὲν εἶνε αὐτὰ ποὺ τραγουδοῦν οἱ ὀρεινοὶ Ἕλληνες. Εἶναι κάτι ἀπείρως μουσικώτερον καὶ εὐρύτερον αὐτῆς τῆς κραυγῆς ἢ τοῦ μινυρίσματος, τὸ ὁποῖον ἀκούει κανεὶς σήμερον ἀπὸ ἕνα Ἕλληνα βοσκὸν, νομίζων ὅτι ἀκούσει τὸ γνήσιον τραγούδι. Τὰ δημοτικά μας παρεφθάρησαν ὑπὸ τὴν μουσικὴν ἔποψιν, εἰς τὸ στόμα αὐτοῦ τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ. Ὅ,τι τραγουδοῦν σήμερον αὐτὸ εἶνε ἡ πέτρα εἰς τὴν ὁποίαν ὑπάρχει τὸ πολύτιμον μετάλλευμα, ἀλλὰ χρειάζαται ὁ ὀρυκτολόγος διὰ νὰ τὸ ξεκαθαρίσῃ. Ποτὲ μὴ πιστεύσητε ὅτι ἕνας βοσκὸς ποὺ σᾶς λέγει «αὐτὸ εἶνε τὸ τάδε τραγούδι» καὶ σᾶς τὸ τραγουδεῖ θὰ σᾶς τραγουδῇ τὴν ἀληθινὴν μελῳδίαν. Θὰ σᾶς τραγουδήσῃ κἄτι τι παρεφθαρμένον, σκοτωμένον, ὅπως τὸ ἄκουσεν ἀπὸ τὸν ἄλλον ὁ ὁποῖος ἐπίσης τὸ εἶχε παραφθείρει. Αὐτὸς εἶνε ὁ λόγος διὰ τὸν ὁποῖον περιεφρονήθησαν τὰ δημοτικά μας τραγούδια ὡς πτωχότατα εἰς μοτίβον καὶ εἰς ρυθμόν. Ἐγὼ θὰ εἶμαι εὐτυχὴς ἂν σᾶς πείσω περὶ τοῦ ἐναντίου καὶ βεβαίως θὰ σᾶς πείσω. Ἔχω συνεπικούρους μου, ἐκτὸς τῆς πληθύος τῶν ἄλλων μουσουργῶν ἢ κριτικῶν τῆς Εὐρώπης, καὶ δύο ἐξόχους μουσουργοὺς τὸν Γκεβέλ και τὸν Ντυκουντραί. Καλοὶ τραγουδισταὶ ὑπάρχουν ποῦ καὶ ποῦ. Ἀλλὰ σπανιώτατα ἠμπορεῖ νὰ χρησιμεύσουν ὡς πηγὴ γνησίας μελῳδίας. Σᾶς ἐπαναλαμβάνω ὅτι αὐτοὶ τραγουδοῦν κατὰ κακὴν παράδοσιν, μὲ κάποιαν νωθρότητα καὶ ἀφροντισίαν ἡ ὁποία σκεπάζει τὴν ἀλήθειαν».
(Από συνέντευξή του στον Ζαχ. Παπαντωνίου)
--------------------------------------------------------------------------------
ΤΟ ΠΟΥΛΑΚΙ
Ένα πουλάκι την αυγή έκλαιγε λυπημένα,
Βαριά που σ᾿ αγαπώ !
Γιατί ήταν η φωλιά μακριά και τα φτερά κομμένα.
Βαριά που σ' αγαπώ !
Απόψε θε ν’ αρματωθώ να ᾿ρθω στο μαχαλά σου,
Βαριά που σ’ αγαπώ !
Να ιδώ τι θα μου κάνουνε τα γειτονόπουλά σου.
Βαριά που σ’ αγαπώ !
Ο Άραμις ερμηνεύει τραγούδια των:
__Ποιος άραγε γνωρίζει σήμερα για τον πάλαι ποτέ διάσημο, εντός και εκτός Ελλάδος, τραγουδιστή Άραμι, που όταν τον άκουσε ο Μ. Καλομοίρης να τραγουδάει δημώδη άσματα, μαγεύτηκε τόσο, ώστε αποφάσισε να αφιερωθεί ψυχή τε και σώματι στην ελληνική μουσική; Υπήρξε προσωπικός φίλος του μουσουργού Jules Massenet, του μουσικού εκδότη Sonzogno, της υψιφώνου Emma Calvé, του μουσικού Bourgault Ducoudray και του δικού μας Σπύρου Σαμάρα.
__Ο Περικλής Αραβαντινός, σωματώδης, γεμάτος ηπερώτικη λεβεντιά, καταγόταν από αρχοντική οικογένεια των Ιωαννίνων. Πατέρας του ήταν ο Παναγιώτης Αραβαντινός, λόγιος, ιστοριοδίφης και διευθυντής του Ελληνικού Σχολείου των Ιωαννίνων. Λέγεται ότι σπούδασε στη Ζωσιμαία Σχολή, στην Αθήνα και αργότερα στα ωδεία της Νάπολης και του Μιλάνου και ξεκίνησε την καριέρα του ως βαρύτονος της όπερας. Το 1892 έδωσε συναυλία στο Coven Garden του Λονδίνου. Το 1906 ίδρυσε μια ιδιωτική σχολή τραγουδιού στο Παρίσι. Έκανε πολλές περιοδείες σε διάφορες χώρες (Γαλλία, Μονακό, Ελλάδα, Τουρκία, Αίγυπτο, Ρωσία. Η φήμη του όμως οφείλεται στην ιδιαίτερη προσπάθειά του για την ανάδειξη της δημοτικής μας μουσικής, την οποία προσέγγιζε με εντελώς διαφορετικό τρόπο από το σημερινό.
__Ἡ πρώτη ἀφορμὴ [νὰ ἀφοσιωθῶ εἰς τὴν μελέτην καὶ εἰς τὴν ἐκτέλεσιν τῆς δημοτικῆς μουσικῆς] μοῦ ἐδόθη εἰς τὸ Λίβερπουλ. Εἰς ἕν γεῦμα ποὺ μοῦ παρέθηκεν ἡ κυρία Κορνηλίου, ἦλθεν ἡ σειρά μου νὰ τραγουδήσω κἄτι τι. Τότε, κρατῶν τὸ ποτήρι εἰς τὸ χέρι, ἀνεπόλησα, καὶ ἐγὼ δὲν εἰξεύρω πῶς, τὸν «Αϊτὸ» ἕνα Ἠπειρωτικὸ τραγούδι ποὺ τὸ εἶχα ἀκούσει μικρὸς εἰς τὴν πατρίδα μου, σὲ μιὰ στάνη, δίπλα σὲ ψητὸ ἀρνὶ καὶ σὲ τσότρα, ἀπὸ ἕνα γιγάντιον βοσκὸν Ἠπειρώτη. Καὶ τὸ ἐτραγούδησα. Οἱ ἄνθρωποι ἐκείνοι ποὺ ἤκουσαν πρώτην φορὰ τραγούδι τῶν Ἑλληνικῶν βουνῶν ἔκαμαν φτερὰ ἀπὸ τὸν ἐνθουσιασμόν των [...]
__«Ἡ πεποίθησις μου, τὴν ὁποίαν τίποτε δὲν ἠμπορεῖ νὰ μὲ κλονίσῃ εἶναι ὅτι δυνάμεθα νὰ δημιουργήσωμεν τὴν ἐθνικήν μας μουσικὴν ἐπὶ τῶν θησαυρῶν τῆς ἐθνικῆς μας μούσης [...] Διότι εἶνε ἀποδεδειγμένον πλέον ὅτι ἡ μουσικὴ τῶν δημοτικῶν ᾀσμάτων εἶνε συνέχεια τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς μουσικῆς, ὅτι ἀνακαλύπτονται καὶ εἰς αὐτὴν αἱ δώδεκα διατονικαὶ κλίμακες τῆς ἀρχαίας, ὁ πλοῦτος καὶ ἡ ἀπειρία τῶν ῥυθμῶν τῆς ἀρχαίας [...] Ἡ γενικὴ ἀρχή μου εἶνε ὅτι τὰ δημοτικὰ τραγούδια τῆς Ἑλλάδος δὲν εἶνε αὐτὰ ποὺ τραγουδοῦν οἱ ὀρεινοὶ Ἕλληνες. Εἶναι κάτι ἀπείρως μουσικώτερον καὶ εὐρύτερον αὐτῆς τῆς κραυγῆς ἢ τοῦ μινυρίσματος, τὸ ὁποῖον ἀκούει κανεὶς σήμερον ἀπὸ ἕνα Ἕλληνα βοσκὸν, νομίζων ὅτι ἀκούσει τὸ γνήσιον τραγούδι. Τὰ δημοτικά μας παρεφθάρησαν ὑπὸ τὴν μουσικὴν ἔποψιν, εἰς τὸ στόμα αὐτοῦ τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ. Ὅ,τι τραγουδοῦν σήμερον αὐτὸ εἶνε ἡ πέτρα εἰς τὴν ὁποίαν ὑπάρχει τὸ πολύτιμον μετάλλευμα, ἀλλὰ χρειάζαται ὁ ὀρυκτολόγος διὰ νὰ τὸ ξεκαθαρίσῃ. Ποτὲ μὴ πιστεύσητε ὅτι ἕνας βοσκὸς ποὺ σᾶς λέγει «αὐτὸ εἶνε τὸ τάδε τραγούδι» καὶ σᾶς τὸ τραγουδεῖ θὰ σᾶς τραγουδῇ τὴν ἀληθινὴν μελῳδίαν. Θὰ σᾶς τραγουδήσῃ κἄτι τι παρεφθαρμένον, σκοτωμένον, ὅπως τὸ ἄκουσεν ἀπὸ τὸν ἄλλον ὁ ὁποῖος ἐπίσης τὸ εἶχε παραφθείρει. Αὐτὸς εἶνε ὁ λόγος διὰ τὸν ὁποῖον περιεφρονήθησαν τὰ δημοτικά μας τραγούδια ὡς πτωχότατα εἰς μοτίβον καὶ εἰς ρυθμόν. Ἐγὼ θὰ εἶμαι εὐτυχὴς ἂν σᾶς πείσω περὶ τοῦ ἐναντίου καὶ βεβαίως θὰ σᾶς πείσω. Ἔχω συνεπικούρους μου, ἐκτὸς τῆς πληθύος τῶν ἄλλων μουσουργῶν ἢ κριτικῶν τῆς Εὐρώπης, καὶ δύο ἐξόχους μουσουργοὺς τὸν Γκεβέλ και τὸν Ντυκουντραί. Καλοὶ τραγουδισταὶ ὑπάρχουν ποῦ καὶ ποῦ. Ἀλλὰ σπανιώτατα ἠμπορεῖ νὰ χρησιμεύσουν ὡς πηγὴ γνησίας μελῳδίας. Σᾶς ἐπαναλαμβάνω ὅτι αὐτοὶ τραγουδοῦν κατὰ κακὴν παράδοσιν, μὲ κάποιαν νωθρότητα καὶ ἀφροντισίαν ἡ ὁποία σκεπάζει τὴν ἀλήθειαν».
(Από συνέντευξή του στον Ζαχ. Παπαντωνίου)
--------------------------------------------------------------------------------
ΤΟ ΠΟΥΛΑΚΙ
Ένα πουλάκι την αυγή έκλαιγε λυπημένα,
Βαριά που σ᾿ αγαπώ !
Γιατί ήταν η φωλιά μακριά και τα φτερά κομμένα.
Βαριά που σ' αγαπώ !
Απόψε θε ν’ αρματωθώ να ᾿ρθω στο μαχαλά σου,
Βαριά που σ’ αγαπώ !
Να ιδώ τι θα μου κάνουνε τα γειτονόπουλά σου.
Βαριά που σ’ αγαπώ !
Ο Άραμις ερμηνεύει τραγούδια των: