filmov
tv
Η ΘΑΛΑΣΣΑ - The Sea - D. Rodios & Ioannis Polemis

Показать описание
ΤΟ ΑΘΗΝΑΪΚΟ ΛΑΪΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
ΤΗΕ ΑΤΗΕΝΙΑΝ POPULAR SONG
Προς τα τέλη του 19ου αιώνα αρχίζει να διαμορφώνεται το τεχνικό λαϊκό τραγούδι της Αθήνας, στ’ αχνάρια του Επτανησιακού, με εκπροσώπους τους Επτανησίους: Γεώργιο Λαμπίρη, Ναπολέοντα Λαμπελέτ, Σπυρίδωνα Μπεκατώρο, αλλά και τους Γεώργιο Παπαγεωργίου, Χρήστο Στρουμπούλη, Τιμόθεο Ξανθόπουλο, Λουδοβίκο Σπινέλλη, Στέλιο Μίνωα κ.ά. Ξεχωριστή όμως θέση ανάμεσα σ’ εκείνους που το καλλιέργησαν με επιτυχία έχουν ο Δημήτριος Ρόδιος (1862-1957) και ο Νικόλαος Κόκκινος (1861-1920).
----------------------------------------------
ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΜΟΥΣΙΚΟΚΡΙΤΙΚΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΑΡΚΑΔΙΝΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΘΕΤΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟ ΡΟΔΙΟ
__«Το όνομα και το έργο του Δημ. Ρόδιου είναι συνδεδεμένο με τη ρομαντική ζωή της παλιάς Αθήνας. Ύστερα από το θάνατό του δεν απομένει πια άλλος εκπρόσωπος του παλιού αθηναϊκού τραγουδιού, παρά μόνο ο Τάκης Μαρίνος, που είναι και ο νεώτερος από την πλειάδα των ρομαντικών καλλιτεχνών. Το παλιό αθηναϊκό τραγούδι άρχισε να διαμορφώνεται την εποχή – γύρω στα 1860-65 – που ο ρομαντισμός είχε απλωθεί στη μικροαστική τάξη και στα μεσοαστικά στρώματα. Η εφτανησιώτικη λαϊκή μουσική και το ιταλικό μελόδραμα είναι οι κυριώτεροι παράγοντες που συντελέσανε στη διαμόρφωσή του. __Ο απαλός νοσταλγικός τόνος που το διακρίνει, η ειλικρίνεια στο αισθηματικό του περιεχόμενο [...] κάνουν το τραγούδι αυτό να εγγίζει απαλά και ανάλαφρα την ανθρώπινη ψυχή. Η γενιά που το δημιούργησε εργάστηκε με πίστη κι ενθουσιασμό για τη διάδοση και εκλαΐκευση της μουσικής, με τη συγκρότηση χορωδιών, μουσικών συλλόγων κλπ. και ακόμη αγωνίστηκε για να ξεριζώσει από τη λαϊκή συνοικία τον τουρκο-ανατολίτικο αμανέ.
__Ο Δημήτριος Ρόδιος γεννήθηκε στην Αθήνα το Δεκέμβρη του 1862 και έσβησε ήρεμα πριν λίγες ημέρες σε ηλικία 95 χρονών, διατηρώντας ακμαίες τις πνευματικές του δυνάμεις. Συναισθήματα νοσταλγίας και συγκίνησης δοκιμάσαμε όταν πριν από ένα περίπου χρόνο είχαμε επισκεφθεί το θαλερό συνθέτη και τον ακούσαμε να μας αφηγείται τη ζωή του. Μια ολόκληρη ζωή αφιερωμένη στη διακονία της τέχνης, με ζήλο κι αυταπάρνηση. Από την εποχή που μικρό παιδί ακόμη έλαβε μέρος στην εκκλησιαστική χορωδία των ανακτόρων – το μικτό αυτό κόρο από άνδρες και παιδιά δημιουργήθηκε από τον Αλέξνδρο Κατακουζηνό – ως τις τελευταίες του στιγμές η λατρεία και το πάθος για τη μουσική, στάθηκαν ο σκοπός της ζωής του.
__Φοίτησε στο νεοσύστατο τότε Ωδείο Αθηνών όπου και επεράτωσε τις σπουδές του βιολιού και τραγουδιού με δασκάλους τον Αλέγκρι και τον Σταγκαπιάνο. Ανώτερα θεωρητικά και σύνθεση δε σπούδασε. Ό,τι δημιούργησε οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο ταλέντο του. Για ένα χρονικό διάστημα άσκησε το δικηγορικό επάγγελμα. Ύστερα μαζί με τον αδελφό του άνοιξαν το γνωστό στους παλιούς Αθηναίους καλλιτεχνικό κατάστημα της οδού Βουλής, που ήταν απέναντι στο παλιό Πρακτικό Λύκειο [...].
__Το συνθετικό έργο του Ρόδιου στηρίζεται κυρίως στα τραγούδια, μονόφωνα και χορωδιακά. Έγραψε και ένα μελόδραμα - «Στην πόρτα του Μοναστηριού» - σε κείμενο Στέφανου Δάφνη. Δύο τόμοι που έχουν εκδοθεί περιλαμβάνουν 55 τραγούδια. Μέσα σ’ αυτά βρίσκει κανείς μερικές από τις πιο γνωστές και λαοφιλείς δημιουργίες του Αθηναίου συνθέτη. Το «Πες μου τι έχω στην καρδιά», η «Πεισματάρα», το «Φίλημα» κ.α. είναι τα πιο αντιπροσωπευτικά τραγούδια της παλιάς αθηναϊκής μουσικής, όπου κοντά στα άλλα διακρίνεται και για την αληθινή και ευγενική της έμπνευση. Πολλά από τα τραγούδια του Ρόδιου, του Πολυκράτη, του Κόκκινου, του Στρουμπούλη, του Ναπ. Λαμπελέτ, του Ξανθόπουλου, του Μίνωος του Χατζηαποστόλου κ.ά. μένουν και μένουν στο στόμα του λαού, που όσο κι αν έχει υποστεί τη φθοροποιό επίδραση του χυδαίου ρεμπέτικου και της έξαλλης τζαζ, ωστόσο δεν παύει ν’ αναζητά το απλό, απέριττο και αγνό τραγούδι....
«Απ’ των αγγέλων τα στόματα κλεμμένη,
θυμίζει πάντα στη γη τον ουρανό,
άλλοτε μοιάζει με θάλασσ’ αφρισμένη
ἄλλοτε μοιάζει με κῦμα ταπεινό.
--------------------------------------------
Η ΘΑΛΑΣΣΑ (ποίηση Ιωάννη Πολέμη 1862-1924)
Ἔχει καημὸ ἡ θάλασσα καὶ τοῦ καημοῦ τὸ δάκρυ
εἶν’ ὁ ἀφρὸς ποὺ χύνεται μὲς στοῦ γιαλοῦ τὴν ἄκρη.
Ἀναστενάζ᾿ ἡ θάλασσα κι ἀναστενάγματά της
εἶν’ ἡ βοὴ ποὺ κάνουνε τὰ τόσα κύματά της.
Παραπονιάρα θάλασσα, ὅποιος πονεῖ καὶ κράζει
παρηγοριέται σὰν ἐσὲ κι ὁ πόνος του ξεσπάζει...
Ξέρω μιὰ δύστυχη καρδιά, ποὺ μοναχή της κλαίει,
καὶ λειώνει μὲς στὸν πόνο της καὶ τίποτε δὲν λέει.
(ΧΕΙΜΩΝΑΝΘΟΙ)
ΤΗΕ ΑΤΗΕΝΙΑΝ POPULAR SONG
Προς τα τέλη του 19ου αιώνα αρχίζει να διαμορφώνεται το τεχνικό λαϊκό τραγούδι της Αθήνας, στ’ αχνάρια του Επτανησιακού, με εκπροσώπους τους Επτανησίους: Γεώργιο Λαμπίρη, Ναπολέοντα Λαμπελέτ, Σπυρίδωνα Μπεκατώρο, αλλά και τους Γεώργιο Παπαγεωργίου, Χρήστο Στρουμπούλη, Τιμόθεο Ξανθόπουλο, Λουδοβίκο Σπινέλλη, Στέλιο Μίνωα κ.ά. Ξεχωριστή όμως θέση ανάμεσα σ’ εκείνους που το καλλιέργησαν με επιτυχία έχουν ο Δημήτριος Ρόδιος (1862-1957) και ο Νικόλαος Κόκκινος (1861-1920).
----------------------------------------------
ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΜΟΥΣΙΚΟΚΡΙΤΙΚΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΑΡΚΑΔΙΝΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΘΕΤΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟ ΡΟΔΙΟ
__«Το όνομα και το έργο του Δημ. Ρόδιου είναι συνδεδεμένο με τη ρομαντική ζωή της παλιάς Αθήνας. Ύστερα από το θάνατό του δεν απομένει πια άλλος εκπρόσωπος του παλιού αθηναϊκού τραγουδιού, παρά μόνο ο Τάκης Μαρίνος, που είναι και ο νεώτερος από την πλειάδα των ρομαντικών καλλιτεχνών. Το παλιό αθηναϊκό τραγούδι άρχισε να διαμορφώνεται την εποχή – γύρω στα 1860-65 – που ο ρομαντισμός είχε απλωθεί στη μικροαστική τάξη και στα μεσοαστικά στρώματα. Η εφτανησιώτικη λαϊκή μουσική και το ιταλικό μελόδραμα είναι οι κυριώτεροι παράγοντες που συντελέσανε στη διαμόρφωσή του. __Ο απαλός νοσταλγικός τόνος που το διακρίνει, η ειλικρίνεια στο αισθηματικό του περιεχόμενο [...] κάνουν το τραγούδι αυτό να εγγίζει απαλά και ανάλαφρα την ανθρώπινη ψυχή. Η γενιά που το δημιούργησε εργάστηκε με πίστη κι ενθουσιασμό για τη διάδοση και εκλαΐκευση της μουσικής, με τη συγκρότηση χορωδιών, μουσικών συλλόγων κλπ. και ακόμη αγωνίστηκε για να ξεριζώσει από τη λαϊκή συνοικία τον τουρκο-ανατολίτικο αμανέ.
__Ο Δημήτριος Ρόδιος γεννήθηκε στην Αθήνα το Δεκέμβρη του 1862 και έσβησε ήρεμα πριν λίγες ημέρες σε ηλικία 95 χρονών, διατηρώντας ακμαίες τις πνευματικές του δυνάμεις. Συναισθήματα νοσταλγίας και συγκίνησης δοκιμάσαμε όταν πριν από ένα περίπου χρόνο είχαμε επισκεφθεί το θαλερό συνθέτη και τον ακούσαμε να μας αφηγείται τη ζωή του. Μια ολόκληρη ζωή αφιερωμένη στη διακονία της τέχνης, με ζήλο κι αυταπάρνηση. Από την εποχή που μικρό παιδί ακόμη έλαβε μέρος στην εκκλησιαστική χορωδία των ανακτόρων – το μικτό αυτό κόρο από άνδρες και παιδιά δημιουργήθηκε από τον Αλέξνδρο Κατακουζηνό – ως τις τελευταίες του στιγμές η λατρεία και το πάθος για τη μουσική, στάθηκαν ο σκοπός της ζωής του.
__Φοίτησε στο νεοσύστατο τότε Ωδείο Αθηνών όπου και επεράτωσε τις σπουδές του βιολιού και τραγουδιού με δασκάλους τον Αλέγκρι και τον Σταγκαπιάνο. Ανώτερα θεωρητικά και σύνθεση δε σπούδασε. Ό,τι δημιούργησε οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο ταλέντο του. Για ένα χρονικό διάστημα άσκησε το δικηγορικό επάγγελμα. Ύστερα μαζί με τον αδελφό του άνοιξαν το γνωστό στους παλιούς Αθηναίους καλλιτεχνικό κατάστημα της οδού Βουλής, που ήταν απέναντι στο παλιό Πρακτικό Λύκειο [...].
__Το συνθετικό έργο του Ρόδιου στηρίζεται κυρίως στα τραγούδια, μονόφωνα και χορωδιακά. Έγραψε και ένα μελόδραμα - «Στην πόρτα του Μοναστηριού» - σε κείμενο Στέφανου Δάφνη. Δύο τόμοι που έχουν εκδοθεί περιλαμβάνουν 55 τραγούδια. Μέσα σ’ αυτά βρίσκει κανείς μερικές από τις πιο γνωστές και λαοφιλείς δημιουργίες του Αθηναίου συνθέτη. Το «Πες μου τι έχω στην καρδιά», η «Πεισματάρα», το «Φίλημα» κ.α. είναι τα πιο αντιπροσωπευτικά τραγούδια της παλιάς αθηναϊκής μουσικής, όπου κοντά στα άλλα διακρίνεται και για την αληθινή και ευγενική της έμπνευση. Πολλά από τα τραγούδια του Ρόδιου, του Πολυκράτη, του Κόκκινου, του Στρουμπούλη, του Ναπ. Λαμπελέτ, του Ξανθόπουλου, του Μίνωος του Χατζηαποστόλου κ.ά. μένουν και μένουν στο στόμα του λαού, που όσο κι αν έχει υποστεί τη φθοροποιό επίδραση του χυδαίου ρεμπέτικου και της έξαλλης τζαζ, ωστόσο δεν παύει ν’ αναζητά το απλό, απέριττο και αγνό τραγούδι....
«Απ’ των αγγέλων τα στόματα κλεμμένη,
θυμίζει πάντα στη γη τον ουρανό,
άλλοτε μοιάζει με θάλασσ’ αφρισμένη
ἄλλοτε μοιάζει με κῦμα ταπεινό.
--------------------------------------------
Η ΘΑΛΑΣΣΑ (ποίηση Ιωάννη Πολέμη 1862-1924)
Ἔχει καημὸ ἡ θάλασσα καὶ τοῦ καημοῦ τὸ δάκρυ
εἶν’ ὁ ἀφρὸς ποὺ χύνεται μὲς στοῦ γιαλοῦ τὴν ἄκρη.
Ἀναστενάζ᾿ ἡ θάλασσα κι ἀναστενάγματά της
εἶν’ ἡ βοὴ ποὺ κάνουνε τὰ τόσα κύματά της.
Παραπονιάρα θάλασσα, ὅποιος πονεῖ καὶ κράζει
παρηγοριέται σὰν ἐσὲ κι ὁ πόνος του ξεσπάζει...
Ξέρω μιὰ δύστυχη καρδιά, ποὺ μοναχή της κλαίει,
καὶ λειώνει μὲς στὸν πόνο της καὶ τίποτε δὲν λέει.
(ΧΕΙΜΩΝΑΝΘΟΙ)