filmov
tv
ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ έλεγε (Τέλης Λιάκος)

Показать описание
Γεώργιος ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ
Γεννήθηκε την 23η Μαϊου του 1782 στο χωριό Μαυρομμάτι Καρδίτσας από την Μοναχή Ζωή, κατά κόσμο ΝΤΙΜΙΣΚΗ Διαμάντω, σε μία σπηλιά κοντά στην Ι.Μ. Αγίου Γεωργίου (Καραϊσκάκη). Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης που είναι Σαρακατσάνος στην καταγωγή, πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Μαυρομμάτι μέχρι 17 χρονών (σε σπίτι το οποίο ανακατασκευάστηκε και χρησιμοποιείται σήμερα σαν μουσείο), φτιάχνοντας μάλιστα και ένα μικρό σώμα ενόπλων κλεφτών. Δύο χρόνια όμως αργότερα συλλαμβάνεται από τον Αλή Πασά και μεταφέρεται στα Ιωάννινα όπου κατατάσσεται ως σωματοφύλακας του ιδίου. Μετά από λίγα χρόνια φεύγει από τα Γιάννενα και κατατάσσεται στο κλέφτικο σώμα του περίφημου οπλαρχηγού Κατσαντώνη όπου διέπρεψε για την τόλμη του και αναδείχτηκε σε πρωτοπαλίκαρό του. Όταν τον παρουσίασαν στον Κατσαντώνη εκείνος είπε: "τι μου τον φέρατε αυτό τον γύφτο", αναφερόμενος στο μελαμψό του δέρματός του, εξ’ και το προσωνύμιο γύφτος. Το 1819 μυείται στη Φιλική Εταιρεία. Το 1820 όταν ο Αλή Πασάς πολιορκήθηκε στα Γιάννενα, ο Καραϊσκάκης που είχε ξαναπιαστεί πάλι από τον τύραννο, με ένα τέχνασμα κατάφερε και έβγαλε από την πολιορκούμενη πόλη την γυναίκα του Γκόλφω Ψαρόγιαννη και τις δύο κόρες του Πηνελόπη και Ελένη, τις οποίες για ασφάλεια τις μετέφερε στο νησάκι Κάλαμος απέναντι από την πόλη του Αστακού. Στα Τζουμέρκα πραγματοποίησε την πρώτη του μεγάλη έφοδο κατά των Τούρκων. Τον Ιανουάριο του 1823 ο Καραϊσκάκης έγινε καπετάνιος όλων των Αγράφων με δύναμη 1000 περίπου ανδρών τρέποντας σε φυγή τους Τούρκους στον Άγιο Βλάση Ευρυτανίας, φονεύοντας 200 από αυτούς. Τον επόμενο χρόνο ο Καραϊσκάκης στέλνει σώμα 300 ανδρών του στον αδελφικό του φίλο Μάρκο Μπότσαρη, ενώ ο ίδιος εγκαταστάθηκε στο Αιτωλικό. Εκεί περιήλθε σε έριδες με υποστηρικτές του Μαυροκορδάτου, κατηγορήθηκε άδικα και πέρασε από δίκη για προδοσία. Αμέσως μετά εγκαταλείπει τα Άγραφα καταφεύγει στο Καρπενήσι και από εκεί πηγαίνει στο Ναύπλιο στον Κωλέττη. Ο Καραϊσκάκης διακρίνεται στις μάχες του 1824 κατά του Δερβίς Πασά και βοήθησε τα μέγιστα αν και άρρωστος βαριά το πολιορκούμενο Μεσολόγγι, σημειώνοντας αρκετές και σπουδαίες νίκες κατά των πολιορκητών. Από εκεί ξαναπηγαίνει στα αγαπημένα του Άγραφα και πετυχαίνει νέες μεγάλες νίκες. Στη συνέχεια οδηγεί τους άνδρες του στο Ναύπλιο και ερχόμενος σε συμφωνία με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, ζητά από την κυβέρνηση ικανό στράτευμα για να επιτεθεί στον στρατό του Κιουταχή. Ο Πρόεδρος Ανδρέας Ζαϊμης αναγόρευσε τότε τον Καραϊσκάκη Αρχιστράτηγο του Ελληνικού τακτικού στρατού και Γενικό Αρχηγό της Στερεάς Ελλάδας δίνοντάς του συγχρόνως τα μέσα που χρειαζόταν. Το 1826 ο Καραϊσκάκης φεύγει από το Ναύπλιο στην Ελευσίνα συγκροτώντας τον μεγαλύτερο για την εποχή τακτικό στρατό με 3500 άνδρες. Πραγματοποιεί διάφορες μάχες κατά του τρομερού Κιουταχή ενώ μετά από λίγους μήνες, βλέποντας ότι ήταν αδύνατη η κατά μέτωπο νικηφόρα επίθεση, αποφάσισε να απελευθερώσει πρώτα τη Στερεά Ελλάδα και να επιστρέψει αργότερα για τη μεγάλη μάχη της απελευθέρωσης των Αθηνών. Στο Δίστομο κατατρόπωσε ένα Τουρκικό απόσπασμα, στην Αράχοβα διέλυσε τον στρατό του Μουσταφά Μπέη και Μεχμέτ Πασά σκοτώνοντας 2000 Τούρκους. Τον Ιανουάριο του 1827 μετά από την ολοκληρωτική απελευθέρωση όλης της Στερεάς Ελλάδας, επιστρέφει στην Σαλαμίνα για το τελειωτικό χτύπημα στον Κιουταχή και την απελευθέρωση των Αθηνών. Στις 22 Απριλίου 1827 όμως, σε μία μικροσυμπλοκή με τους Τούρκους τραυματίζεται θανάσιμα και το πρωί 23 Απριλίου ανήμερα του Αγίου Γεωργίου και της εορτής του αφήνει την τελευταία του πνοή στο Φάληρο. Με δική του εντολή μεταφέρεται και ενταφιάζεται στη Σαλαμίνα στο εκκλησάκι του Αγίου Δημητρίου. Στις 22 Απριλίου του 1835 παρουσία του Βασιλιά Όθωνα έγινε η ανακομιδή των λειψάνων από την Σαλαμίνα στο Νέο Φάληρο όπου βρίσκονται μέχρι και σήμερα ανάμεσα στα στάδια Γ. Καραϊσκάκης, Ειρήνης & Φιλίας.
Γεννήθηκε την 23η Μαϊου του 1782 στο χωριό Μαυρομμάτι Καρδίτσας από την Μοναχή Ζωή, κατά κόσμο ΝΤΙΜΙΣΚΗ Διαμάντω, σε μία σπηλιά κοντά στην Ι.Μ. Αγίου Γεωργίου (Καραϊσκάκη). Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης που είναι Σαρακατσάνος στην καταγωγή, πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Μαυρομμάτι μέχρι 17 χρονών (σε σπίτι το οποίο ανακατασκευάστηκε και χρησιμοποιείται σήμερα σαν μουσείο), φτιάχνοντας μάλιστα και ένα μικρό σώμα ενόπλων κλεφτών. Δύο χρόνια όμως αργότερα συλλαμβάνεται από τον Αλή Πασά και μεταφέρεται στα Ιωάννινα όπου κατατάσσεται ως σωματοφύλακας του ιδίου. Μετά από λίγα χρόνια φεύγει από τα Γιάννενα και κατατάσσεται στο κλέφτικο σώμα του περίφημου οπλαρχηγού Κατσαντώνη όπου διέπρεψε για την τόλμη του και αναδείχτηκε σε πρωτοπαλίκαρό του. Όταν τον παρουσίασαν στον Κατσαντώνη εκείνος είπε: "τι μου τον φέρατε αυτό τον γύφτο", αναφερόμενος στο μελαμψό του δέρματός του, εξ’ και το προσωνύμιο γύφτος. Το 1819 μυείται στη Φιλική Εταιρεία. Το 1820 όταν ο Αλή Πασάς πολιορκήθηκε στα Γιάννενα, ο Καραϊσκάκης που είχε ξαναπιαστεί πάλι από τον τύραννο, με ένα τέχνασμα κατάφερε και έβγαλε από την πολιορκούμενη πόλη την γυναίκα του Γκόλφω Ψαρόγιαννη και τις δύο κόρες του Πηνελόπη και Ελένη, τις οποίες για ασφάλεια τις μετέφερε στο νησάκι Κάλαμος απέναντι από την πόλη του Αστακού. Στα Τζουμέρκα πραγματοποίησε την πρώτη του μεγάλη έφοδο κατά των Τούρκων. Τον Ιανουάριο του 1823 ο Καραϊσκάκης έγινε καπετάνιος όλων των Αγράφων με δύναμη 1000 περίπου ανδρών τρέποντας σε φυγή τους Τούρκους στον Άγιο Βλάση Ευρυτανίας, φονεύοντας 200 από αυτούς. Τον επόμενο χρόνο ο Καραϊσκάκης στέλνει σώμα 300 ανδρών του στον αδελφικό του φίλο Μάρκο Μπότσαρη, ενώ ο ίδιος εγκαταστάθηκε στο Αιτωλικό. Εκεί περιήλθε σε έριδες με υποστηρικτές του Μαυροκορδάτου, κατηγορήθηκε άδικα και πέρασε από δίκη για προδοσία. Αμέσως μετά εγκαταλείπει τα Άγραφα καταφεύγει στο Καρπενήσι και από εκεί πηγαίνει στο Ναύπλιο στον Κωλέττη. Ο Καραϊσκάκης διακρίνεται στις μάχες του 1824 κατά του Δερβίς Πασά και βοήθησε τα μέγιστα αν και άρρωστος βαριά το πολιορκούμενο Μεσολόγγι, σημειώνοντας αρκετές και σπουδαίες νίκες κατά των πολιορκητών. Από εκεί ξαναπηγαίνει στα αγαπημένα του Άγραφα και πετυχαίνει νέες μεγάλες νίκες. Στη συνέχεια οδηγεί τους άνδρες του στο Ναύπλιο και ερχόμενος σε συμφωνία με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, ζητά από την κυβέρνηση ικανό στράτευμα για να επιτεθεί στον στρατό του Κιουταχή. Ο Πρόεδρος Ανδρέας Ζαϊμης αναγόρευσε τότε τον Καραϊσκάκη Αρχιστράτηγο του Ελληνικού τακτικού στρατού και Γενικό Αρχηγό της Στερεάς Ελλάδας δίνοντάς του συγχρόνως τα μέσα που χρειαζόταν. Το 1826 ο Καραϊσκάκης φεύγει από το Ναύπλιο στην Ελευσίνα συγκροτώντας τον μεγαλύτερο για την εποχή τακτικό στρατό με 3500 άνδρες. Πραγματοποιεί διάφορες μάχες κατά του τρομερού Κιουταχή ενώ μετά από λίγους μήνες, βλέποντας ότι ήταν αδύνατη η κατά μέτωπο νικηφόρα επίθεση, αποφάσισε να απελευθερώσει πρώτα τη Στερεά Ελλάδα και να επιστρέψει αργότερα για τη μεγάλη μάχη της απελευθέρωσης των Αθηνών. Στο Δίστομο κατατρόπωσε ένα Τουρκικό απόσπασμα, στην Αράχοβα διέλυσε τον στρατό του Μουσταφά Μπέη και Μεχμέτ Πασά σκοτώνοντας 2000 Τούρκους. Τον Ιανουάριο του 1827 μετά από την ολοκληρωτική απελευθέρωση όλης της Στερεάς Ελλάδας, επιστρέφει στην Σαλαμίνα για το τελειωτικό χτύπημα στον Κιουταχή και την απελευθέρωση των Αθηνών. Στις 22 Απριλίου 1827 όμως, σε μία μικροσυμπλοκή με τους Τούρκους τραυματίζεται θανάσιμα και το πρωί 23 Απριλίου ανήμερα του Αγίου Γεωργίου και της εορτής του αφήνει την τελευταία του πνοή στο Φάληρο. Με δική του εντολή μεταφέρεται και ενταφιάζεται στη Σαλαμίνα στο εκκλησάκι του Αγίου Δημητρίου. Στις 22 Απριλίου του 1835 παρουσία του Βασιλιά Όθωνα έγινε η ανακομιδή των λειψάνων από την Σαλαμίνα στο Νέο Φάληρο όπου βρίσκονται μέχρι και σήμερα ανάμεσα στα στάδια Γ. Καραϊσκάκης, Ειρήνης & Φιλίας.
Комментарии