filmov
tv
ΧΑΜΕΝΕΣ ΠΑΡΤΙΔΕΣ

Показать описание
Ένα κείμενο από την Λογοτέχνιδα & Ηθοποιό Χρύσα Θυμιοπουλου σε ερμηνευτική απαγγελία από την ίδια και τον ποιητή Παντελή Βέλκο.
Χαμένες παρτίδες
Κείμενο: Χρύσα Θυμιοπούλου
-Γυναίκα: Χαμηλώνεις τα μάτια και διαβάζεις την μοίρα που χάθηκε μέσα στις φυλλωσιές του φθινοπώρου καθώς οι στάλες της βροχής μουσκεύουν κάθε σου σκέψη και νοτίζουν κάθε σου εμμονή μιας ψυχαναγκαστικής λογικής...
Κάπνισα μία μία τις μοναξιές μου ξεγυμνώνοντας την νικοτίνη μέσα από τα σωθικά μου για να αποχαιρετήσω το αντίο που γράφτηκε σε δυο έμμετρους στίχους με ανορθόγραφα ερωτηματικά.
Ξέβρασα ανεπιθύμητες παρενέργειες μιας απατηλής αλήθειας, λίγο πριν μεθοκοπήσω σκάρτες υποσχέσεις και πεθαμένα θα...
Κι όμως είσαι ακόμα εδώ, νιώθω την αγκαλιά σου που η σκιά της τυλίγεται ολόγυρα μου και πνίγει τις χαμένες ώρες που πίστευα ότι αναπνέω, μόλις είπες το αντίο γεννήθηκα και το δάκρυ της βροχής, μου έδειξε τον δρόμο της ζωής...
Χαμηλώνεις τα μάτια και σαν ξεχασμένος ναυαγός γυρνάς γύρω από το έγκλημα της αγάπης ή όχι...
Απαγορευμένη σιωπή μιας παρανοϊκής σχέσης κατασκοπεύει την παράκρουση του γέλιου που είναι θαμμένη στο προσωπείο του παραλόγου...
Κι όμως στον τελευταίο διάδρομο το φως μένει ανοιχτό...
Οι ενοχές μου έχουν εθιστεί στον καπνό της νικοτίνης, μήπως έχεις ένα τσιγάρο° σε παρακαλώ μην τρεμοπαίζεις τα φώτα, κοίτα έρχεται ο φύλακας, μην τον αφήσεις να με αγγίξει, κάθε βράδυ φιλάει μανιωδώς τα χείλη μου και θέλει να χαράξει τα χνώτα του στο κορμί μου, σε παρακαλώ μην τον αφήσεις...
Είναι φορές που χαμηλώνεις τα μάτια γιατί η τρέλα αυτού του κόσμου σε κάνει να νιώθεις ένα μ' αυτή και το παιχνίδι της λογικής δεν έχει καμία θέση ανάμεσα τους, μην σβήσεις τον έρωτα από το φεγγάρι σε παρακαλώ, είναι το μόνο που μου κρατάει συντροφιά...
Κοίτα τις φυλλωσιές του φθινοπώρου έγιναν ένα με το χώμα, πρόσεχε, αυτό που ακούς είναι το θρόισμα τους σαν φυσάει ο νοτιάς της νύχτας, αν τις πατήσεις θα σκορπίσουν στα άδυτα του χειμώνα και το δάκρυ μου δεν θα αργήσει να μαραθεί...
Κάποιος μου είπε πως όταν η αλήθεια ανακατεύει την τράπουλα της ζωής το ψέμα μοιράζει χαμένες παρτίδες...
Τι ώρα είναι; θαρρώ πως ο χρόνος γεροξεκούτιασε περιμένοντας την αμαρτία να του κάνει συντροφιά...
Πριν φύγεις να κλειδώσεις δυο φορές την πόρτα, θα πέσω λίγο να αποκοιμηθώ...
Στον επόμενο γύρο μοίρασε εσύ για μένα, έτσι κι αλλιώς η παρτίδα για μας τους δυο δεν κρύβει άσσους στο μανίκι της...
-Άντρας: Χαμηλώνεις τα μάτια και υποτάσσεσαι στην απουσία του φιλιού μου, παραδίνεσαι άνευ όρου στην αγκαλιά μου και το όνειρο ξεψυχάει κάτω από έναν σκοτεινό φάρο καρτερώντας τα λυσσασμένα κορμιά του έρωτα μας και λίγο πριν βυθιστεί σαν ναυάγιο το αντίο, εξυψώνεις τα μάτια και γίνεσαι ιέρεια της σιωπής μου...
Ξεφυλλίζω την άγνωστη διαδρομή μου και αποτάσσομαι τον κουρνιαχτό της λήθης περιμένοντας να κοπεί η παρτίδα στην μέση...
Βαδίζω προς μια άγνωστη Ιθάκη και λίγο πριν πέσει το λυκόφως ψάχνω σαν περίεργος διαβάτης τα ανέγγιχτα χάδια μιας φειδωλής αμαρτίας...
Η μισοσπασμένη λάμπα στο τέρμα του διαδρόμου κινείται παράλληλα με την νοητή γραμμή ενός γκρίζου δωματίου καθώς ξεπουλιέσαι λάθρα για μια τζούρα παράνομου έρωτα.
Χαμηλώνω τα μάτια και το παιχνίδι τελειώνει...
-Γυναίκα: Στέκομαι ολόγυμνη απέναντι στον εαυτό μου και κρατώ την ανάσα μου ανακατεύοντας την τράπουλα του πόθου, έχοντας τον άσσο στα χείλη μου...
Καθώς ξεμακραίνεις θυμήσου να κλειδώσεις δυο φορές την πόρτα, θα πέσω λίγο να αποκοιμηθώ μέχρι να με σκεπάσει η βροχή του άλλου φθινοπώρου...
Χαμένες παρτίδες
Κείμενο: Χρύσα Θυμιοπούλου
-Γυναίκα: Χαμηλώνεις τα μάτια και διαβάζεις την μοίρα που χάθηκε μέσα στις φυλλωσιές του φθινοπώρου καθώς οι στάλες της βροχής μουσκεύουν κάθε σου σκέψη και νοτίζουν κάθε σου εμμονή μιας ψυχαναγκαστικής λογικής...
Κάπνισα μία μία τις μοναξιές μου ξεγυμνώνοντας την νικοτίνη μέσα από τα σωθικά μου για να αποχαιρετήσω το αντίο που γράφτηκε σε δυο έμμετρους στίχους με ανορθόγραφα ερωτηματικά.
Ξέβρασα ανεπιθύμητες παρενέργειες μιας απατηλής αλήθειας, λίγο πριν μεθοκοπήσω σκάρτες υποσχέσεις και πεθαμένα θα...
Κι όμως είσαι ακόμα εδώ, νιώθω την αγκαλιά σου που η σκιά της τυλίγεται ολόγυρα μου και πνίγει τις χαμένες ώρες που πίστευα ότι αναπνέω, μόλις είπες το αντίο γεννήθηκα και το δάκρυ της βροχής, μου έδειξε τον δρόμο της ζωής...
Χαμηλώνεις τα μάτια και σαν ξεχασμένος ναυαγός γυρνάς γύρω από το έγκλημα της αγάπης ή όχι...
Απαγορευμένη σιωπή μιας παρανοϊκής σχέσης κατασκοπεύει την παράκρουση του γέλιου που είναι θαμμένη στο προσωπείο του παραλόγου...
Κι όμως στον τελευταίο διάδρομο το φως μένει ανοιχτό...
Οι ενοχές μου έχουν εθιστεί στον καπνό της νικοτίνης, μήπως έχεις ένα τσιγάρο° σε παρακαλώ μην τρεμοπαίζεις τα φώτα, κοίτα έρχεται ο φύλακας, μην τον αφήσεις να με αγγίξει, κάθε βράδυ φιλάει μανιωδώς τα χείλη μου και θέλει να χαράξει τα χνώτα του στο κορμί μου, σε παρακαλώ μην τον αφήσεις...
Είναι φορές που χαμηλώνεις τα μάτια γιατί η τρέλα αυτού του κόσμου σε κάνει να νιώθεις ένα μ' αυτή και το παιχνίδι της λογικής δεν έχει καμία θέση ανάμεσα τους, μην σβήσεις τον έρωτα από το φεγγάρι σε παρακαλώ, είναι το μόνο που μου κρατάει συντροφιά...
Κοίτα τις φυλλωσιές του φθινοπώρου έγιναν ένα με το χώμα, πρόσεχε, αυτό που ακούς είναι το θρόισμα τους σαν φυσάει ο νοτιάς της νύχτας, αν τις πατήσεις θα σκορπίσουν στα άδυτα του χειμώνα και το δάκρυ μου δεν θα αργήσει να μαραθεί...
Κάποιος μου είπε πως όταν η αλήθεια ανακατεύει την τράπουλα της ζωής το ψέμα μοιράζει χαμένες παρτίδες...
Τι ώρα είναι; θαρρώ πως ο χρόνος γεροξεκούτιασε περιμένοντας την αμαρτία να του κάνει συντροφιά...
Πριν φύγεις να κλειδώσεις δυο φορές την πόρτα, θα πέσω λίγο να αποκοιμηθώ...
Στον επόμενο γύρο μοίρασε εσύ για μένα, έτσι κι αλλιώς η παρτίδα για μας τους δυο δεν κρύβει άσσους στο μανίκι της...
-Άντρας: Χαμηλώνεις τα μάτια και υποτάσσεσαι στην απουσία του φιλιού μου, παραδίνεσαι άνευ όρου στην αγκαλιά μου και το όνειρο ξεψυχάει κάτω από έναν σκοτεινό φάρο καρτερώντας τα λυσσασμένα κορμιά του έρωτα μας και λίγο πριν βυθιστεί σαν ναυάγιο το αντίο, εξυψώνεις τα μάτια και γίνεσαι ιέρεια της σιωπής μου...
Ξεφυλλίζω την άγνωστη διαδρομή μου και αποτάσσομαι τον κουρνιαχτό της λήθης περιμένοντας να κοπεί η παρτίδα στην μέση...
Βαδίζω προς μια άγνωστη Ιθάκη και λίγο πριν πέσει το λυκόφως ψάχνω σαν περίεργος διαβάτης τα ανέγγιχτα χάδια μιας φειδωλής αμαρτίας...
Η μισοσπασμένη λάμπα στο τέρμα του διαδρόμου κινείται παράλληλα με την νοητή γραμμή ενός γκρίζου δωματίου καθώς ξεπουλιέσαι λάθρα για μια τζούρα παράνομου έρωτα.
Χαμηλώνω τα μάτια και το παιχνίδι τελειώνει...
-Γυναίκα: Στέκομαι ολόγυμνη απέναντι στον εαυτό μου και κρατώ την ανάσα μου ανακατεύοντας την τράπουλα του πόθου, έχοντας τον άσσο στα χείλη μου...
Καθώς ξεμακραίνεις θυμήσου να κλειδώσεις δυο φορές την πόρτα, θα πέσω λίγο να αποκοιμηθώ μέχρι να με σκεπάσει η βροχή του άλλου φθινοπώρου...
Комментарии