filmov
tv
Σαπουνόχορτο (Saponaria officinalis) στην ευλογία του καλοκαιριάτικου πρωινού

Показать описание
Η Saponaria officinalis είναι μια πολυετής πόα, με ξυλώδη και κυλινδρική ρίζα (ρίζωμα) και με ύψος από 60 έως 100 εκ. Ο βλαστός της είναι ανερχόμενος, με αραιή ή χωρίς διακλάδωση, κοκκινωπός, κυλινδρικός και διογκωμένος στα γόνατα (εκεί που ο μίσχος συναντά το βλαστό). Έχει ευρεία εξάπλωση στην Ευρώπη και την Ασία. Θα τη συναντήσουμε σε όλη σχεδόν την Ελλάδα, σε αμμώδεις εκτάσεις της κατώτερης ορεινής ζώνης (υψόμετρο από 200 έως 1800 μ)., με τις ονομασίες: σαπουνόχορτο, γκολαρία, καλοστρούθι, σαπουνόρριζα, τσουένι, χαλβαδόρριζα, αγριογλυκόχορτο.
Στην αγγλική βιβλιογραφία θα τη συναντήσουμε ως common soapwort, bouncing-bet, crow soap and soapweed.
Συνώνυμα: Bootia saponaria Neck./ Bootia vulgaris Neck/ Lychnis officinalis (L.) Scop./
Silene saponaria.
Έχει φύλλα προμήκη και ελλειπτικά, που φέρουν τρία νεύρα, αντίθετα. Το χρώμα τους είναι σκούρο πράσινο, ενώ το χείλος έχει αποχρώσεις καστανού ή κοκκινωπού χρώματος. Το σχήμα τους είναι ωοειδές - λογχοειδές, είναι ανεπαίσθητα τριχωτά, άμισχα ή σχεδόν άμισχα και οδοντωτά.
Τα πολυάριθμα αρωματικά άνθη της Saponaria officinalis, με τα 5 ρόδινα πέταλα είναι ερμαφρόδιτα και ακτινόμορφα, σε μασχαλιαίες ή επάκριες κυματοειδείς ταξιανθίες. Ο κάλυκας είναι κυλινδρικός, με 5 σέπαλα ενωμένα στη βάση, με 5 μακρά και κοκκινωπά νύχια στην κορυφή. Οι 10 στήμονες είναι με λευκό και γυμνό νήμα. Η ωοθήκη είναι πράσινη, στενή και σωληνοειδής. Οι 2 στύλοι είναι λευκοί και ελαφρά τριχωτοί στο άνω μέρος. Ο καρπός είναι κάψα. Η ανθοφορία γίνεται από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο και η συγκομιδή από τον Σεπτέμβριο έως τον Οκτώβριο.
Τα μεμονωμένα λουλούδια ανοίγουν το βράδυ και παραμένουν ανοιχτά για περίπου τρεις ημέρες. Παράγουν ισχυρότερο άρωμα τη νύχτα και συμπληρώνουν την παραγωγή νέκταρ κατά τη διάρκεια της νύχτας. Τα άνθη είναι προεξέχοντα: τη δεύτερη νύχτα της ανθοφορίας, η γύρη απελευθερώνεται και το στίγμα εξελίσσεται στην τελική του θέση μέχρι την τρίτη νύχτα. Μεγάλο μέρος της παραγωγής σπόρων προέρχεται από αυτο-επικονίαση, αν και τα λουλούδια επισκέπτονται διάφορα έντομα.
Το όνομα του γένους Saponaria, προέρχεται από τη λατινική λέξη sapo= σαπούνι, επειδή όλα τα μέρη του φυτού και ιδιαίτερα οι ρίζες (έως και 20% στην περίοδο άνθισης) περιέχουν σαπωνίνες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για πλύσιμο.
Το όνομα του είδους officinalis (offícina, μεσαιωνικό εργαστήριο για παρασκευή φαρμάκων), αναφέρεται στις φαρμακευτικές του εφαρμογές.
Οι δραστικές ουσίες που υπάρχουν στο ρίζωμα, τα άνθη και τα φύλλα, είναι η σαπορουμπίνη (σαπωνίνη, η οποία υδρολύεται προς γυψογενίνη), η διοσμίνη, η εσπεριδίνη (σαπωνίνες), η βιτεξίνη, η σαποναρίνη (φλαβονοειδές), η βιταμίνη C.
Καλλιεργείται ως φυτό φαρμακευτικό, ανθοκομικό και βιομηχανικό. Χρησιμοποιείται ως υπακτικό, αντιρευματικό, χολαγωγό, εφιδρωτικό, διουρητικό, καθαρτικό, τονωτικό, αντιφλεγμονώδες και αποχρεπτικό σε βρογχίτιδα και κατά του ξηρού βήχα. Επίσης, χορηγείται εξωτερικά στην αντιμετώπιση των εκζεμάτων, του κνησμού και των λειχήνων και από του στόματος στη θεραπεία της ουρικής αρθρίτιδας. Χορηγείται υπό τη μορφή αφεψήματος και βάμματος.
Είναι βότανο γνωστό από την αρχαιότητα. Σε αυτό αναφέρεται ο Διοσκουρίδης ο οποίος το ονομάζει «Στρούθιον», για το οποίο έχει γράψει ότι "οι εριοπλύται χρώνται προς κάθαρσιν ερίων". Στη Συρία το χρησιμοποιούσαν από τον 8ο αιώνα π.Χ. μέχρι τον 18ο αιώνα. Μέχρι σήμερα χρησιμοποιείται από τα μουσεία για την συντήρηση των παλαιών επίπλων και έργων τέχνης.
Από τη Saponaria officinalis παρασκευαζόταν το τσουένι το οποίο χρησιμοποιούσαν λόγω της σαπωνίνης που περιείχε στη βυρσοδεψία, για την παρασκευή χαλβά, για την παρασκευή γαλακτωμάτων και για πλύσιμο μεταξωτών και μάλλινων. Στην Κρήτη το βότανο το ονομάζουν σαπουνόρριζα ή τσοένι. Οι αγρότισσες χρησιμοποιούσαν τη ρίζα για τον καθαρισμό των μαύρων γελεκιών και των μεϊτανιών (τμήματα της ανδρικής φορεσιάς της Κρήτης) από τσόχα.
Το συγκεκριμένο φυτό το βιντεοσκόπησα στις 6 Αυγούστου 2021, στο χωριό Σωτήρας της Θάσου και στα σκαλοπάτια της εκκλησίας της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος κατά την πρωινή πανηγυρική Θεία Λειτουργία (Συμπτωματικά ακούγεται ο μητροπολίτης Καβάλας να λέει το "Πιστεύω", ενώ πιο δίπλα παιδιά ετοιμάζουν το κλομπάνι...)
Στην αγγλική βιβλιογραφία θα τη συναντήσουμε ως common soapwort, bouncing-bet, crow soap and soapweed.
Συνώνυμα: Bootia saponaria Neck./ Bootia vulgaris Neck/ Lychnis officinalis (L.) Scop./
Silene saponaria.
Έχει φύλλα προμήκη και ελλειπτικά, που φέρουν τρία νεύρα, αντίθετα. Το χρώμα τους είναι σκούρο πράσινο, ενώ το χείλος έχει αποχρώσεις καστανού ή κοκκινωπού χρώματος. Το σχήμα τους είναι ωοειδές - λογχοειδές, είναι ανεπαίσθητα τριχωτά, άμισχα ή σχεδόν άμισχα και οδοντωτά.
Τα πολυάριθμα αρωματικά άνθη της Saponaria officinalis, με τα 5 ρόδινα πέταλα είναι ερμαφρόδιτα και ακτινόμορφα, σε μασχαλιαίες ή επάκριες κυματοειδείς ταξιανθίες. Ο κάλυκας είναι κυλινδρικός, με 5 σέπαλα ενωμένα στη βάση, με 5 μακρά και κοκκινωπά νύχια στην κορυφή. Οι 10 στήμονες είναι με λευκό και γυμνό νήμα. Η ωοθήκη είναι πράσινη, στενή και σωληνοειδής. Οι 2 στύλοι είναι λευκοί και ελαφρά τριχωτοί στο άνω μέρος. Ο καρπός είναι κάψα. Η ανθοφορία γίνεται από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο και η συγκομιδή από τον Σεπτέμβριο έως τον Οκτώβριο.
Τα μεμονωμένα λουλούδια ανοίγουν το βράδυ και παραμένουν ανοιχτά για περίπου τρεις ημέρες. Παράγουν ισχυρότερο άρωμα τη νύχτα και συμπληρώνουν την παραγωγή νέκταρ κατά τη διάρκεια της νύχτας. Τα άνθη είναι προεξέχοντα: τη δεύτερη νύχτα της ανθοφορίας, η γύρη απελευθερώνεται και το στίγμα εξελίσσεται στην τελική του θέση μέχρι την τρίτη νύχτα. Μεγάλο μέρος της παραγωγής σπόρων προέρχεται από αυτο-επικονίαση, αν και τα λουλούδια επισκέπτονται διάφορα έντομα.
Το όνομα του γένους Saponaria, προέρχεται από τη λατινική λέξη sapo= σαπούνι, επειδή όλα τα μέρη του φυτού και ιδιαίτερα οι ρίζες (έως και 20% στην περίοδο άνθισης) περιέχουν σαπωνίνες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για πλύσιμο.
Το όνομα του είδους officinalis (offícina, μεσαιωνικό εργαστήριο για παρασκευή φαρμάκων), αναφέρεται στις φαρμακευτικές του εφαρμογές.
Οι δραστικές ουσίες που υπάρχουν στο ρίζωμα, τα άνθη και τα φύλλα, είναι η σαπορουμπίνη (σαπωνίνη, η οποία υδρολύεται προς γυψογενίνη), η διοσμίνη, η εσπεριδίνη (σαπωνίνες), η βιτεξίνη, η σαποναρίνη (φλαβονοειδές), η βιταμίνη C.
Καλλιεργείται ως φυτό φαρμακευτικό, ανθοκομικό και βιομηχανικό. Χρησιμοποιείται ως υπακτικό, αντιρευματικό, χολαγωγό, εφιδρωτικό, διουρητικό, καθαρτικό, τονωτικό, αντιφλεγμονώδες και αποχρεπτικό σε βρογχίτιδα και κατά του ξηρού βήχα. Επίσης, χορηγείται εξωτερικά στην αντιμετώπιση των εκζεμάτων, του κνησμού και των λειχήνων και από του στόματος στη θεραπεία της ουρικής αρθρίτιδας. Χορηγείται υπό τη μορφή αφεψήματος και βάμματος.
Είναι βότανο γνωστό από την αρχαιότητα. Σε αυτό αναφέρεται ο Διοσκουρίδης ο οποίος το ονομάζει «Στρούθιον», για το οποίο έχει γράψει ότι "οι εριοπλύται χρώνται προς κάθαρσιν ερίων". Στη Συρία το χρησιμοποιούσαν από τον 8ο αιώνα π.Χ. μέχρι τον 18ο αιώνα. Μέχρι σήμερα χρησιμοποιείται από τα μουσεία για την συντήρηση των παλαιών επίπλων και έργων τέχνης.
Από τη Saponaria officinalis παρασκευαζόταν το τσουένι το οποίο χρησιμοποιούσαν λόγω της σαπωνίνης που περιείχε στη βυρσοδεψία, για την παρασκευή χαλβά, για την παρασκευή γαλακτωμάτων και για πλύσιμο μεταξωτών και μάλλινων. Στην Κρήτη το βότανο το ονομάζουν σαπουνόρριζα ή τσοένι. Οι αγρότισσες χρησιμοποιούσαν τη ρίζα για τον καθαρισμό των μαύρων γελεκιών και των μεϊτανιών (τμήματα της ανδρικής φορεσιάς της Κρήτης) από τσόχα.
Το συγκεκριμένο φυτό το βιντεοσκόπησα στις 6 Αυγούστου 2021, στο χωριό Σωτήρας της Θάσου και στα σκαλοπάτια της εκκλησίας της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος κατά την πρωινή πανηγυρική Θεία Λειτουργία (Συμπτωματικά ακούγεται ο μητροπολίτης Καβάλας να λέει το "Πιστεύω", ενώ πιο δίπλα παιδιά ετοιμάζουν το κλομπάνι...)
Комментарии