filmov
tv
Ο ΑΣΩΤΟΣ ΥΙΟΣ: Στιχοι/Μουσικη-ΝΙΚΟΣ ΜΩΡΑÏTΟΠΟΥΛΟΣ

Показать описание
῎ Ο ΑΣΩΤΟΣ ΥΙΟΣ ῎
Σέ υπνόσακο χωμένος μιά σκιά πού βγήκε μόλις
μου έγνεψε νά πλησιάσω μεσ῍ τα έγκατα τής πόλης
῎πώς κι´απ´τά δικά μας μέρη μέσ῍ της κόλασης τόν πάτο;
κάνε πάσα ένα τσιγάρο μιάς καί βρέθηκες ´δώ κάτω..
Θές νά ζείς μόνος κι´ αβέρτος῎καί ῎ελεύθερος αν θέλεις
Μακρυά απ῍ το άθλιο γένος῎ τόπε κι´ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ῎
Πέταξα όλα τά πτυχία μέσα στίς χωματερές
Άχρηστα ήταν και σαβούρα και τα έγραψα εκεί που ´ξές
Έκανα θεό τόν Μίδα που τόν λιγουρεύονται όλοι
Κράταγα σταυρό στό χέρι και στό άλλο ένα πιστόλι
Με βασάνιζαν οί τύψεις, Ερινύες και ενοχές
Ξέγραψα το ῎ Ού φονεύσεις ῎ καί τις ῎Δέκα εντολές ῎
Μέ παράτησε κι´ο Νώε τότε μές τον χαλασμό
Γιατί ήξερε όπου πάω φέρνω τον κατακλυσμό
Βάλθηκα που λές νά αγιάσω κι´εψαχνα γιά μία θρησκεία
Πού οί Διαβόλοι σάν γεράσουν νά έρχονται στήν Εκκλησία
Δεν φοβόμουν πώς δεν θα´μαι μές τους τυχερούς πολλούς
Ο Παράδεισος τους είναι τίγκα φαύλους καί αμαρτωλούς
Είπα ..῎ Γειἄ ῎ στούς χοιρανθρώπους και έγινα σκιά του Άδη
Σπίτι μου η εξορία καί των σκουπιδιών οι κάδοι
Κάτω από τις γέφυρες των παλιών σταθμών τα τραίνα
Γέρικα βαγόνια σάπια σκουριασμένα σαν εμένα
Να´μαι εδώ νά περιμένω μέσα στα χαλάσματα
Τοὺς συντρόφους μου πού έγίναν αστρικά φαντάσματα
῎..Άντε τράβα στον ῎ επάνω κόσμο ῎ νά σου δώσει ότι ποθείς
Και άν τόν συχαθείς καί φρίξεις έλα πάλι νά μέ βρείς ..῎
Έτσι μίλησε ο παρίας ,ένας Άσωτος υιός
Διογένης τού καιρού του Ασπιλος κι´Αμαρτωλός…
Σάν το σφύριγμα τού τραίνου στου ορίζοντα τό βάθος
θά σβηστεί τό ερώτημά μου.Ήτανε σωστός η λάθος ;;;῎
Σέ υπνόσακο χωμένος μιά σκιά πού βγήκε μόλις
μου έγνεψε νά πλησιάσω μεσ῍ τα έγκατα τής πόλης
῎πώς κι´απ´τά δικά μας μέρη μέσ῍ της κόλασης τόν πάτο;
κάνε πάσα ένα τσιγάρο μιάς καί βρέθηκες ´δώ κάτω..
Θές νά ζείς μόνος κι´ αβέρτος῎καί ῎ελεύθερος αν θέλεις
Μακρυά απ῍ το άθλιο γένος῎ τόπε κι´ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ῎
Πέταξα όλα τά πτυχία μέσα στίς χωματερές
Άχρηστα ήταν και σαβούρα και τα έγραψα εκεί που ´ξές
Έκανα θεό τόν Μίδα που τόν λιγουρεύονται όλοι
Κράταγα σταυρό στό χέρι και στό άλλο ένα πιστόλι
Με βασάνιζαν οί τύψεις, Ερινύες και ενοχές
Ξέγραψα το ῎ Ού φονεύσεις ῎ καί τις ῎Δέκα εντολές ῎
Μέ παράτησε κι´ο Νώε τότε μές τον χαλασμό
Γιατί ήξερε όπου πάω φέρνω τον κατακλυσμό
Βάλθηκα που λές νά αγιάσω κι´εψαχνα γιά μία θρησκεία
Πού οί Διαβόλοι σάν γεράσουν νά έρχονται στήν Εκκλησία
Δεν φοβόμουν πώς δεν θα´μαι μές τους τυχερούς πολλούς
Ο Παράδεισος τους είναι τίγκα φαύλους καί αμαρτωλούς
Είπα ..῎ Γειἄ ῎ στούς χοιρανθρώπους και έγινα σκιά του Άδη
Σπίτι μου η εξορία καί των σκουπιδιών οι κάδοι
Κάτω από τις γέφυρες των παλιών σταθμών τα τραίνα
Γέρικα βαγόνια σάπια σκουριασμένα σαν εμένα
Να´μαι εδώ νά περιμένω μέσα στα χαλάσματα
Τοὺς συντρόφους μου πού έγίναν αστρικά φαντάσματα
῎..Άντε τράβα στον ῎ επάνω κόσμο ῎ νά σου δώσει ότι ποθείς
Και άν τόν συχαθείς καί φρίξεις έλα πάλι νά μέ βρείς ..῎
Έτσι μίλησε ο παρίας ,ένας Άσωτος υιός
Διογένης τού καιρού του Ασπιλος κι´Αμαρτωλός…
Σάν το σφύριγμα τού τραίνου στου ορίζοντα τό βάθος
θά σβηστεί τό ερώτημά μου.Ήτανε σωστός η λάθος ;;;῎