filmov
tv
LOGOUT - ΟΙ ΛΙΘΟΙ | 2020

Показать описание
Παραγωγή /Στίχοι /Παρουσίαση /Μίξη: LOGOUT
Και να που γυρίζω ξανά στο κελί μου κι η πόρτα που βγήκα έχει μείνει ανοιχτή,
ο νους μου ρημάζει και παίζει μαζί μου νομίζω πως μ΄ είδα να στέκω εκεί.
Δεν ήρθα να μείνω ή να με μολύνω σημάδια αφήνω το δρόμο να βρω,
μαζεύω κουράγιο και στέκομαι μπρος του για όσα με κράτησαν έξω από ΄δω.
Κλείνω τη πόρτα κι ας παραπατάω, απ΄ έξω θα μείνω και θα το κοιτάω
χαμένο εκεί, σε μια άλλη εποχή, να παίρνει ζωή με την ίδια μορφή.
Πέρασαν χρόνια μα μένει ακόμα η ίδια μουντάδα κι η ανάσα απ το χώμα
κλεισμένο σε μια ανοιχτή φυλακή, που οι παραισθήσεις σου κάναν κελί.
Ακούω φωνές από μέσα και χτύπους αλήθειες και μύθους ,κανόνες και γρίφους,
αγγίζω τους τοίχους, νιώθω το κρυο, στη παλάμη μου χάραξε αντίο.
Φύσηξε αγέρι και σκόρπισε σκόνη με στίχους στο χιόνι με περικυκλώνει
μα όσο κι αν χάνομαι στις παραισθήσεις, λιώνει το χιόνι μα μένουν οι αισθήσεις.
Για αυτό απόψε δεν ήρθα να μείνω, το κλειδί μου στη πόρτα αφήνω
κλείνω τα αυτιά μου, κλείνω τα μάτια σειρήνες τριγύρω να ηχούνε κομμάτια.
Βρίσκει ακόμα και κάνει νομίζω μα γύρισα πίσω να το σταματήσω,
ότι φωνάζει εκεί μέσα να κλείσω και λίθο στο λίθο τη πόρτα να χτίσω.
Κι άντε να ηρεμήσω να το σταματήσω μια φορά και τέρμα
άντε να το ζήσω, μπας και το γνωρίσω μα μαζί και εμένα.
Ο πρώτος μου λίθος τραντάζεται ακόμα και από τις κραυγές του να σκίζει το χώμα.
Kρατάς μυστικό; το νιώθω κενό, μα ξέρω εκεί μέσα έχω ζήσει καιρό.
O δεύτερος έσπασε δίπλα στο πρώτο και μες στο μυαλό μου έχω ακόμα το κρότο
μα έτσι είναι πάντα η κάθε αρχή, και το τέλος στ' αυτιά μου ηχεί.
Στον τρίτο μάτωσαν τα χέρια μου πάνω στη πέτρα και γίναν τσιμέντο νερό,
έτσι συνέχισα λίθο στο λίθο μέχρι που δεν άκουγα πια το χαμό.
Άγγιξα πάλι τους τοίχους και καίγαν οι ψίθυροι τέρμα και μες στη σιωπή,
λόγια χαμένα, φτιαγμένα που λέγαν οι τοίχοι περνούσαν σε άλλο κελί.
Τρόμαξα κι είπα να φύγω για λίγο ,τα πόδια λυγίζουν και δε με κρατούν,
όρθωσα ανάστημα πάλι και όσα με τρόμαζαν τώρα με παρακαλούν.
Έτσι σημάδια γυρεύω γυρίζω και τα ουρλιαχτά τα έχω πνίξει βάθια,
τα αλλόκοτα βράδια, μέσα στο κελι μου, ξημερώσαν όμορφα πια πρωινά.
Κι όσα έχω πάρει θέλω να θυμάσαι τα κράτησα μόνο με ένα σκοπό,
κάθε φορά που φοβάσαι να γίνονται πέρασμα κάπου μακριά από δω,
κάπου μακριά απ΄ το φόβο, το χρόνο, το φθόνο, το μίσος και κάθε κελί,
εκεί που όλοι έχουν βρει το κλειδί τους και σου ΄χουν αφήσει τη πόρτα ανοιχτή.
Κι άντε να ηρεμήσω να το σταματήσω μια φορά και τέρμα
άντε να το ζήσω, μπας και το γνωρίσω μα μαζί και εμένα.
Κι ενώ είχα αρχίσει να ξεκαθαρίζω και λίθο στο λίθο την πόρτα να χτίζω,
γύρισα, κοίταξα λίγο πιο πίσω να έχω μια εικόνα από κει να κρατήσω.
Μα τώρα το βλέπω γελάνε οι λίθοι που έσβησα μονός μου το παραμύθι
και μπαίνω γυμνός στις φωτιές της ζωής που από μέσα φαινόντουσαν σπίθες γιορτής.
Κατάλαβα πως - είναι μαύρο το φως, ο χρόνος αργός και βουβός τιμωρός,
δυο νότες ηχούν - σα να αιμορραγούν, ρουφάν τις ψυχές, όσων τις ακούν.
Τα δέντρα πλησιάσαν -γείραν εμπρός μου και πίσω τους στέκει ο κακός εαυτός μου
σακάτης, δαρμένος μα δικαιωμένος με γέλασε, γέλασε κι ήρθε ιδρωμένος.
Γονάτισα κι όντως το είδα στ΄ αληθεια πως ήμουν σελίδα μες τα παραμύθια,
δεν έχω τη δύναμη πλέον να τρέξω, δεν έχω κουράγιο, μα πρέπει αντέξω.
Κι αυτό το κομμάτι που είχα μαζί μου, που είχα αφήσει παλιά στο κελί μου
το έχει αυτός, πως γίνεται αυτό; δε θέλω να ξέρω ας φύγω από δω.
Αυτό όμως ήταν όλη η δύναμη μου κι ακούω τσιρίδες που έχουν τη φωνή μου,
κοιτώ το κελί μου, κρατώ το κλειδί μου κι αυτή ειν΄ η εικόνα που παίρνω μαζί μου.
Και πέφτω, ξαπλώνω και βγαίνω απ'το χρόνο εκείνος γελάει κι εγώ νιώθω πόνο
και πιάνω το χώμα για να σκεπαστώ, τελειώνω, γλιτώνω και μένω εδώ.
LOGOUT - ΟΙ ΛΙΘΟΙ | 2020
Και να που γυρίζω ξανά στο κελί μου κι η πόρτα που βγήκα έχει μείνει ανοιχτή,
ο νους μου ρημάζει και παίζει μαζί μου νομίζω πως μ΄ είδα να στέκω εκεί.
Δεν ήρθα να μείνω ή να με μολύνω σημάδια αφήνω το δρόμο να βρω,
μαζεύω κουράγιο και στέκομαι μπρος του για όσα με κράτησαν έξω από ΄δω.
Κλείνω τη πόρτα κι ας παραπατάω, απ΄ έξω θα μείνω και θα το κοιτάω
χαμένο εκεί, σε μια άλλη εποχή, να παίρνει ζωή με την ίδια μορφή.
Πέρασαν χρόνια μα μένει ακόμα η ίδια μουντάδα κι η ανάσα απ το χώμα
κλεισμένο σε μια ανοιχτή φυλακή, που οι παραισθήσεις σου κάναν κελί.
Ακούω φωνές από μέσα και χτύπους αλήθειες και μύθους ,κανόνες και γρίφους,
αγγίζω τους τοίχους, νιώθω το κρυο, στη παλάμη μου χάραξε αντίο.
Φύσηξε αγέρι και σκόρπισε σκόνη με στίχους στο χιόνι με περικυκλώνει
μα όσο κι αν χάνομαι στις παραισθήσεις, λιώνει το χιόνι μα μένουν οι αισθήσεις.
Για αυτό απόψε δεν ήρθα να μείνω, το κλειδί μου στη πόρτα αφήνω
κλείνω τα αυτιά μου, κλείνω τα μάτια σειρήνες τριγύρω να ηχούνε κομμάτια.
Βρίσκει ακόμα και κάνει νομίζω μα γύρισα πίσω να το σταματήσω,
ότι φωνάζει εκεί μέσα να κλείσω και λίθο στο λίθο τη πόρτα να χτίσω.
Κι άντε να ηρεμήσω να το σταματήσω μια φορά και τέρμα
άντε να το ζήσω, μπας και το γνωρίσω μα μαζί και εμένα.
Ο πρώτος μου λίθος τραντάζεται ακόμα και από τις κραυγές του να σκίζει το χώμα.
Kρατάς μυστικό; το νιώθω κενό, μα ξέρω εκεί μέσα έχω ζήσει καιρό.
O δεύτερος έσπασε δίπλα στο πρώτο και μες στο μυαλό μου έχω ακόμα το κρότο
μα έτσι είναι πάντα η κάθε αρχή, και το τέλος στ' αυτιά μου ηχεί.
Στον τρίτο μάτωσαν τα χέρια μου πάνω στη πέτρα και γίναν τσιμέντο νερό,
έτσι συνέχισα λίθο στο λίθο μέχρι που δεν άκουγα πια το χαμό.
Άγγιξα πάλι τους τοίχους και καίγαν οι ψίθυροι τέρμα και μες στη σιωπή,
λόγια χαμένα, φτιαγμένα που λέγαν οι τοίχοι περνούσαν σε άλλο κελί.
Τρόμαξα κι είπα να φύγω για λίγο ,τα πόδια λυγίζουν και δε με κρατούν,
όρθωσα ανάστημα πάλι και όσα με τρόμαζαν τώρα με παρακαλούν.
Έτσι σημάδια γυρεύω γυρίζω και τα ουρλιαχτά τα έχω πνίξει βάθια,
τα αλλόκοτα βράδια, μέσα στο κελι μου, ξημερώσαν όμορφα πια πρωινά.
Κι όσα έχω πάρει θέλω να θυμάσαι τα κράτησα μόνο με ένα σκοπό,
κάθε φορά που φοβάσαι να γίνονται πέρασμα κάπου μακριά από δω,
κάπου μακριά απ΄ το φόβο, το χρόνο, το φθόνο, το μίσος και κάθε κελί,
εκεί που όλοι έχουν βρει το κλειδί τους και σου ΄χουν αφήσει τη πόρτα ανοιχτή.
Κι άντε να ηρεμήσω να το σταματήσω μια φορά και τέρμα
άντε να το ζήσω, μπας και το γνωρίσω μα μαζί και εμένα.
Κι ενώ είχα αρχίσει να ξεκαθαρίζω και λίθο στο λίθο την πόρτα να χτίζω,
γύρισα, κοίταξα λίγο πιο πίσω να έχω μια εικόνα από κει να κρατήσω.
Μα τώρα το βλέπω γελάνε οι λίθοι που έσβησα μονός μου το παραμύθι
και μπαίνω γυμνός στις φωτιές της ζωής που από μέσα φαινόντουσαν σπίθες γιορτής.
Κατάλαβα πως - είναι μαύρο το φως, ο χρόνος αργός και βουβός τιμωρός,
δυο νότες ηχούν - σα να αιμορραγούν, ρουφάν τις ψυχές, όσων τις ακούν.
Τα δέντρα πλησιάσαν -γείραν εμπρός μου και πίσω τους στέκει ο κακός εαυτός μου
σακάτης, δαρμένος μα δικαιωμένος με γέλασε, γέλασε κι ήρθε ιδρωμένος.
Γονάτισα κι όντως το είδα στ΄ αληθεια πως ήμουν σελίδα μες τα παραμύθια,
δεν έχω τη δύναμη πλέον να τρέξω, δεν έχω κουράγιο, μα πρέπει αντέξω.
Κι αυτό το κομμάτι που είχα μαζί μου, που είχα αφήσει παλιά στο κελί μου
το έχει αυτός, πως γίνεται αυτό; δε θέλω να ξέρω ας φύγω από δω.
Αυτό όμως ήταν όλη η δύναμη μου κι ακούω τσιρίδες που έχουν τη φωνή μου,
κοιτώ το κελί μου, κρατώ το κλειδί μου κι αυτή ειν΄ η εικόνα που παίρνω μαζί μου.
Και πέφτω, ξαπλώνω και βγαίνω απ'το χρόνο εκείνος γελάει κι εγώ νιώθω πόνο
και πιάνω το χώμα για να σκεπαστώ, τελειώνω, γλιτώνω και μένω εδώ.
LOGOUT - ΟΙ ΛΙΘΟΙ | 2020
Комментарии