filmov
tv
Νομίζουν - Soulnek & Rsn (Στίχοι)

Показать описание
Eρμηνεία: Νεκτάριος Καραγιάννης
Σκοτώνοντας την ώρα μου πιο δημιουργικά,
βάζω τις λέξεις να χορεύουνε πιο ρυθμικά
σε μια σειρά, ταξίδι ανεξάρτητο δίχως τροχιά,
χωρίς σχοινιά, σχηματίζω ιστορία ξαφνικά.
Είναι η σύλληψη της σκέψης που σε κάνει να πιστέψεις,
να φωνάξεις και να τρέξεις πιο μακριά.
Ταξίδι φαντασίας, χρόνια τώρα επιθυμίας,
όσα μου τραγούδησαν δεν βγήκανε αληθινά.
Απλώνω τα πανιά, μαζεύω άγκυρα και πλέω στ’ ανοιχτά
με βάρκα που μου δάνεισε η σκέψη στα κρυφά.
Στο σπίτι οι φωνές κάνανε πάρτι τακτικά,
αγάπη βούλιαξες μες τα παιχνίδια τελικά.
Κατάφερα μεγάλωσα, διέλυσα, οργάνωσα,
σταμάτησα τις σχέσεις που μου πρόσφεραν κακό μόνο γι’ αυτό.
Ανέλυσα, διόρθωσα, κουράστηκα,
μα δεν κατάφερα να δω να βρω το μυστικό.
Ανηφόρα που ‘χει δώρα, με κομμένη φόρα,
με λακκούβες και μανούβρες, πέφτω κάτω, κατηφόρα,
τώρα μόνο φρένο γέρνω, εμπόδιο σε κάθε βήμα.
Βήμα κρίμα, τρίμμα λογικής, πόσο ακόμα,
ανάταση, διάταση, ανάσταση, διάσταση,
απόσπαση, ανάφλεξη, απόσταση μηδέν.
Ο κύκλος όμως έκλεισε, δεν δίστασε μας κύκλωσε,
παρέσυρε και έσυρε τις μέρες στο μηδέν.
Αλυσίδα που κυκλώνει και ματώνει πόδια και λαιμό,
στενεύει αναπαράγει το θυμό,
βράζει δεν αλλάζει φόβο μέσα σε κουτί,
παραμύθι χωρίς τέλος και αρχή.
Νομίζουνε αυτοί πως ήμαστε πολύ χαζοί κι ότι δεν ξέρουμε,
νομίζουνε πολύ αυτοί πως ήμαστε χαζοί κι ότι δεν ξέρουμε. (Χ2)
Βιώματα και χώματα
σε κόκκινα παπλώματα.
Χρυσάφι και θειάφι που ενώνονται με στάχτη,
άλλη μια ζωή που φεύγει χάνετε μέσα στο μάτι.
Αεροπλάνο προσγειώνεται από τυφλό πιλότο, πάει στράφι,
μια στη φέξη και στη χάση,
ότι πιάσει.
Πουτάνες στα κρεβάτια πριν χαράξει.
Λαβύρινθος, ψυχή χαμένη, εντολή που θα βρεθεί
από στιγμή σε στιγμή εκλιπαρεί.
Κάποιοι τρέχουνε σε δρόμους, παίζουν κλέφτες – αστυνόμους,
κακόφημες στοές, γδαρμένους ώμους.
Ταυτότητες, οντότητες, σφραγίδες αθεώρητες,
ένα χαρτί αξίζει όσο μια μικρή ψυχή.
Άλλοι πέφτουνε στο χώμα παραδίδοντας το σώμα
και η βασική αρχή ισούται με φαΐ.
Επανάσταση που μόλις άρχισε και άργησε,
δεν άνθισε χάθηκε το επόμενο πρωί.
Σπίτια γεμάτα φόβο, λέξεις που πληγώνουνε σαν όπλο,
υιοθετούν εικόνες παρακμής.
Φιλοσοφία, τραγωδία, πειθαρχία, αρετή,
στη χώρα που γεννήθηκε ο νους κι η λογική.
Πόσο κάνει να πληρώσω (;) όσο όσο θα σας δώσω,
πως κοστολογείτε η τελευταία επιλογή (;)
Πασαρέλες και λαμόγια, κουμπαριές και σόγια
λόγια βδέλλες στα σαλόνια φάγαν όλο το ψωμί.
Κλείνοντας τη σκέψη μου θα ήθελα να πως
ότι ο κόμπος έφτασε στο χτένι μέσα στο χωριό.
Μικρός, ασήμαντος με κριτική που ενοχλεί
μ’ ακούς ψηλέ; Η λύση είναι μουσική.
Νομίζουνε αυτοί πως ήμαστε πολύ χαζοί κι ότι δεν ξέρουμε,
νομίζουνε πολύ αυτοί πως ήμαστε χαζοί κι ότι δεν ξέρουμε. (Χ2)
Σκοτώνοντας την ώρα μου πιο δημιουργικά,
βάζω τις λέξεις να χορεύουνε πιο ρυθμικά
σε μια σειρά, ταξίδι ανεξάρτητο δίχως τροχιά,
χωρίς σχοινιά, σχηματίζω ιστορία ξαφνικά.
Είναι η σύλληψη της σκέψης που σε κάνει να πιστέψεις,
να φωνάξεις και να τρέξεις πιο μακριά.
Ταξίδι φαντασίας, χρόνια τώρα επιθυμίας,
όσα μου τραγούδησαν δεν βγήκανε αληθινά.
Απλώνω τα πανιά, μαζεύω άγκυρα και πλέω στ’ ανοιχτά
με βάρκα που μου δάνεισε η σκέψη στα κρυφά.
Στο σπίτι οι φωνές κάνανε πάρτι τακτικά,
αγάπη βούλιαξες μες τα παιχνίδια τελικά.
Κατάφερα μεγάλωσα, διέλυσα, οργάνωσα,
σταμάτησα τις σχέσεις που μου πρόσφεραν κακό μόνο γι’ αυτό.
Ανέλυσα, διόρθωσα, κουράστηκα,
μα δεν κατάφερα να δω να βρω το μυστικό.
Ανηφόρα που ‘χει δώρα, με κομμένη φόρα,
με λακκούβες και μανούβρες, πέφτω κάτω, κατηφόρα,
τώρα μόνο φρένο γέρνω, εμπόδιο σε κάθε βήμα.
Βήμα κρίμα, τρίμμα λογικής, πόσο ακόμα,
ανάταση, διάταση, ανάσταση, διάσταση,
απόσπαση, ανάφλεξη, απόσταση μηδέν.
Ο κύκλος όμως έκλεισε, δεν δίστασε μας κύκλωσε,
παρέσυρε και έσυρε τις μέρες στο μηδέν.
Αλυσίδα που κυκλώνει και ματώνει πόδια και λαιμό,
στενεύει αναπαράγει το θυμό,
βράζει δεν αλλάζει φόβο μέσα σε κουτί,
παραμύθι χωρίς τέλος και αρχή.
Νομίζουνε αυτοί πως ήμαστε πολύ χαζοί κι ότι δεν ξέρουμε,
νομίζουνε πολύ αυτοί πως ήμαστε χαζοί κι ότι δεν ξέρουμε. (Χ2)
Βιώματα και χώματα
σε κόκκινα παπλώματα.
Χρυσάφι και θειάφι που ενώνονται με στάχτη,
άλλη μια ζωή που φεύγει χάνετε μέσα στο μάτι.
Αεροπλάνο προσγειώνεται από τυφλό πιλότο, πάει στράφι,
μια στη φέξη και στη χάση,
ότι πιάσει.
Πουτάνες στα κρεβάτια πριν χαράξει.
Λαβύρινθος, ψυχή χαμένη, εντολή που θα βρεθεί
από στιγμή σε στιγμή εκλιπαρεί.
Κάποιοι τρέχουνε σε δρόμους, παίζουν κλέφτες – αστυνόμους,
κακόφημες στοές, γδαρμένους ώμους.
Ταυτότητες, οντότητες, σφραγίδες αθεώρητες,
ένα χαρτί αξίζει όσο μια μικρή ψυχή.
Άλλοι πέφτουνε στο χώμα παραδίδοντας το σώμα
και η βασική αρχή ισούται με φαΐ.
Επανάσταση που μόλις άρχισε και άργησε,
δεν άνθισε χάθηκε το επόμενο πρωί.
Σπίτια γεμάτα φόβο, λέξεις που πληγώνουνε σαν όπλο,
υιοθετούν εικόνες παρακμής.
Φιλοσοφία, τραγωδία, πειθαρχία, αρετή,
στη χώρα που γεννήθηκε ο νους κι η λογική.
Πόσο κάνει να πληρώσω (;) όσο όσο θα σας δώσω,
πως κοστολογείτε η τελευταία επιλογή (;)
Πασαρέλες και λαμόγια, κουμπαριές και σόγια
λόγια βδέλλες στα σαλόνια φάγαν όλο το ψωμί.
Κλείνοντας τη σκέψη μου θα ήθελα να πως
ότι ο κόμπος έφτασε στο χτένι μέσα στο χωριό.
Μικρός, ασήμαντος με κριτική που ενοχλεί
μ’ ακούς ψηλέ; Η λύση είναι μουσική.
Νομίζουνε αυτοί πως ήμαστε πολύ χαζοί κι ότι δεν ξέρουμε,
νομίζουνε πολύ αυτοί πως ήμαστε χαζοί κι ότι δεν ξέρουμε. (Χ2)