Μήνυμα Χριστουγέννων 2020 'Εσύ μονάχα μίλα μου, και τ’ άλλα άστα σε Εμένα'

preview_player
Показать описание
«Φίλε μου», παρουσιάζεται η σχέση μας με τον Κύριο (ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε)· «παλιέ», «μονάχα λίγοι Με θυμούνται» αλλά και η εξελικτική απομάκρυνση του ανθρώπου από τον Θεό. Ο Χριστός δεν πτοείται από την άρνηση των ανθρώπων και επιμένει να μας καλεί κοντά Του. Με ευθύνη των ασεβών όμως, τείνει να μας εγκαταλείψει «είπα να μην παρευρεθώ στην ίδια Μου τη γιορτή». Ο Θεός μας συγχωρεί «όχι γιατί δεν με σκέφτηκες», δεν επιβάλλεται όμως στις επιλογές του ανθρώπου «μου το πες: Χωρίζουμε!». Ο δωρητής της ελευθερίας καλεί κοντά Του τους πάντες, όμως μόνον (ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν). Με την αντίδρασή του ο ασεβής άνθρωπος στο πρόσφατο φαινόμενο, αρνήθηκε την ευλογία της παρουσίας Θεού κι απαξίωσε τα Άχραντά Του Μυστήρια, «αρνήθηκες τα Δώρα Μου». «Δεν χωράς στη ζωή μου», ακούμε. Ποιος; “O ἀχώρητος παντί” που “ἐχωρήθη ἐν γαστρί”;

Η αλαζονεία διογκώνεται με ενέργειες ανεπίτρεπτες για τη φύση του ανθρώπου. Τολμούν οι ασεβείς κι αμφισβητούν την ουσία της Ορθοδόξου Λατρείας, «με κυνήγησες». Απειλούν όσους ακόμη Λειτουργούν και πιστεύουν σε Αυτόν «φοβέρισες τ’ αδέλφια μου και τους γονείς Μου» (μήτηρ μου καὶ ἀδελφοί μου οὗτοί εἰσιν οἱ τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ ἀκούοντες καὶ ποιοῦντες αὐτόν). Είναι πασιφανής η κυριαρχία του κακού μέσα από την αντίληψη των ασεβών ότι η ίδια η Ζωή, η Θεία Κοινωνία, μπορεί να είναι “μέσο μεταδόσεως” «με θεώρησες υπαίτιο των δεινών σου». Εκτός από τον εξόφθαλμο διωγμό φάνηκε και η “ολιγοπιστία” κάποιων «δεν με υπερασπίστηκες». Αποκαλύφθηκε και η τάση άλλων για ηρωοποίηση του εαυτού τους με ενέργειες που μόνον υποτιμούν το Άγιο πρόσωπο του Κυρίου και διχάζουν την Εκκλησία, «εσύ που λες πως πάλεψες για μένα, για σένα εργάστηκες!»

Αιώνες τώρα, εμείς οι Ορθόδοξοι Τον υπερασπιζόμαστε χωρίς φόβο και μέχρι θανάτου. Χαρακτηριστική μαρτυρία είναι το γεγονός της επικείμενης επετείου των 200 ετών από την Επανάσταση του ’21 μαχόμενοι θυσιαστικά «για του Χριστού την Πίστη την Αγία, «εσύ ειδικά που κάποτε πολέμησες για μένα». Σαν τους άλλοτε εκλεκτούς Ισραηλίτες, «εκλεκτέ» ακούμε, και πάλι πρόδωσες τη φιλία μας.

«Φυγάς έγινα ξανά», σαν σύγχρονος Ηρώδης το σημερινό σύστημα, πολεμά και διώχνει από τον τόπο μας το Θείο Βρέφος, όπως τότε στη Βηθλεέμ απ’ όπου κατέφυγε στην Αίγυπτο. «Ο αποχωρισμός ήταν πολύ σκληρός για μένα», λέει ο αφηγητής, δείχνοντας την ευσπλαχνική θέση Του δίπλα μας, προειδοποιώντας μας για τις ολέθριες συνέπειες από την απομάκρυνση από τον Θεό Πατερά. Ακόμη και μετά την προδοσία, Εκείνος επιστρέφει με την ενανθρώπισή Του, «Δεν άντεξα όμως και γύρισα». Τούτη τη φορά όμως η επιστροφή Του δεν εξαρτάται από την ελεύθερη βούληση της Θεοτόκου, μα από τη δική μας σκλαβωμένη από τον εγωισμό καρδιά, «ο δρόμος της επιστροφής Μου φάνηκε παράξενος». «Τι σου έκαναν, πού έχεις κρυφτεί;». Σε περιπτώσεις κινδύνου, οι Ναοί και τα Μυστήρια της Εκκλησίας μας ήταν ο τόπος ενίσχυσης, εκεί κατατρέχαμε, «ήταν η καλύτερή μας κρυψώνα». Σήμερα, ο τόπος αυτός είναι «αμπαρωμένος καλά». Πρὸς τοῦτον «αὐτεπάγγελτος» όμως έρχεται ξανά. Και τι βρίσκει; «Κάγκελα σηκωμένα», μετατρέψαμε τα σπίτια σε φυλακές. Απομονωθήκαμε φυσικά και ψυχικά. Η αληθινή χαρά της Γεννήσεώς Του (ἰδού γάρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαράν μεγάλην) είναι ανέφικτη «χαρά άχαρη, γιορτή ανέορτη». Ο άνθρωπος κινδυνεύει να χάσει τη ζωντάνια του (προοπτική αθανασίας), «η όψη σου είναι ωχρή». «Δεν φόρεσες ούτε τα καλά σου», εκδήλωση της κατάθλιψης των ημερών.

Οι Χριστιανοί σε περιόδους ακμής της πίστεως καταφέραμε την επικοινωνία με τον Θεό, την αγιότητα, «η εικόνα σου από τα παλιά τα χρόνια». «Νέος» λέμε, απαλλαγμένος από το προπατορικό αμάρτημα, «πλούσιος» αναφερόμενοι στις αρετές του Χριστιανού. «Πράος» ακούμε, αφού αὐτοὶ κληρονομήσουσιν τὴν γῆν.

Θεμελιώδες στοιχείο της Πίστεώς είναι η ενότητα, «όταν πανηγυρίζαμε μαζί τότε οι φίλοι». Η σημερινή αλλοτρίωση μας κάνει αγνώριστους «Μήπως δεν είσαι εσύ ο φίλος μου;». «Ζεις, θυμάσαι, υπάρχεις, χαίρεσαι, ξέρεις τι περιμένεις;». Πρόκειται για την πνευματική νέκρωση, τη λησμονιά της ιστορίας, το αίσθημα μηδενισμού, την έλλειψη της Προσδοκίας (Ανάστασης Νεκρών) που κυριεύουν τον άνθρωπο όταν βρίσκεται μακριά από τον Θεό, αποποιούμενος της Μεγάλης Κληρονομίας, της Βασιλείας των Ουρανών, «εσύ! Ο μέγας κληρονόμος!».

Προϋπόθεση για τη Σωτηρία είναι η δική μας βούληση. Ο Χριστός απευθύνεται σε όλους. Αξιώνει όμως την καρδιακή μας προσευχή, την Κοινωνία μαζί Του «μιλάτε μου», την τήρηση της ενότητας «με μια φωνή, ομόθυμη», αποκλείοντας από τη Βασιλεία Του τους διχαστές του Σώματός Του (τό σχίσμα τῆς Ἐκκλησίας οὐδέ αἷμα μαρτυρίου ἀποπλύνει). «Κουράγιο δίνετέ μου ώσπου να φέξει», η αδιάλειπτη προσευχή και η δοξολογία θα ελκύσουν τον Ιησού κοντά μας. Η Θεία Κοινωνία είναι που θα φέρει ξανά το ανέσπερο Φως της Βηθλεέμ (ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου). Θα εναποθέσουμε τις ελπίδες μας στη Θεία Πρόνοια, κι Εκείνος θα αναλάβει και πάλι την ευθύνη, «και τ’ άλλα άστα σε Εμένα».
Рекомендации по теме