Βαρύς Χιονιάς - Αντώνης & Θοδωρής Ξηντάρης (Antonis & Thodoris Xintaris - Official Audio Release)

preview_player
Показать описание
Βιβλίο & CD " Χάραμα Καισαριανής, Μετρονόμος Φεβρουάριος 2023
Τραγούδι: Αντώνης & Θοδωρής Ξηντάρης (Ξηνταράκια)
Μουσική: Γιάννης Τσιαντής
Στίχοι: Τάσος Κακλαμάνης

Μπουζούκια: Θοδωρής & Αντώνης Ξηντάρης
Κιθάρα : Νίκος Πρωτόπαπας
Μπαγλαμά: Κατερίνα Τσιρίδου
Ηχογράφηση: Studio Fleeze
Mix-Mastering: Άκης Γκολφίδης
Ενορχήστρωση: Νίκος Πρωτόπαπας - Γιάννης Τσιαντής
Ζωγραφικό έργο: Κώστας Βλαχόπουλος

"Χάραμα Καισαριανής" / Επιλέξτε την υπηρεσία μουσικής που προτιμάται:

Βαρύς χιονιάς
Στον Περαία μιαν αυγούλα
σαν πουλί το εικοσιδυό
απ’ αρχόντισσα ήρθες δούλα
η ζωή σου ρημαδιό

R… Ποιος σου μάτωσε τα χείλια
βρες φτερά της λησμονιάς
ήταν τα όνειρα σου χίλια
μα ο καιρός βαρύς χιονιάς

Τώρα Χάραμα το βράδυ
πιάνεις πάλκο του νοτιά
στον καημό δίνεις μεράδι
με φωνή που καίει φωτιά

R… Ποιος σου μάτωσε τα χείλια
βρες φτερά της λησμονιάς
ήταν τα όνειρα σου χίλια
μα ο καιρός βαρύς χιονιάς

Πέτα Κόκκινο μου Αηδόνι
Μικρασια - Καισαριανή
δες σε λίγο ξημερώνει
άλλη μέρα αυριανή

R… Ποιος σου μάτωσε τα χείλια
βρες φτερά της λησμονιάς
ήταν τα όνειρα σου χίλια
μα ο καιρός βαρύς χιονιάς

Έφτασα κοντά στην είσοδο. Αντηχούσε ένα ορχηστρικό καμηλιέρικο του Βασίλη. Με καλωσόρισαν στην πόρτα χωρίς να με ρωτήσουνε εάν έχω κάνει κράτηση και τα τοιαύτα. Καλή διασκέδαση μου είπανε και πέρασα μέσα…
Οι νότες του Τσιτσάνη σε χτένιζαν από πάνω μέχρι κάτω. Καθαρές και στακάτες, χωρίς να ακούγεται από τα γύρω τραπέζια χάβρα αλλά μήτε και ψίθυροι. Στο κέντρο καθισμένος ο Βασίλης. Ξερακιανός με λεπτά και μακριά δάχτυλα, όπως οι άγιοι στα ξωκλήσια. Η κάθε μελωδία του και ένα απόσταγμα από Βυζάντιο και νεότερη Ελλάδα. Ο κιθαρίστας Γιάννης Δέδες και η Βαγγελιώ Μαργαρώνη στο πιάνο δεν λείψανε ποτέ από δίπλα του, ακόμα και μέχρι τα τελευταία του. Το μαγαζί ήταν ήδη γεμάτο, μα κόσμος έμπαινε ακόμα. Στην πίστα είχε ήδη σηκωθεί μια παρέα και χόρευε αργά και δωρικά ένα σερβικάκι που μίλαγε για έναν ανεκπλήρωτο έρωτα. Τα μπροστινά και κεντρικά τραπέζια ήταν φίσκα από αγκαλιαστές παρέες. Κοίταγα δεξιά-αριστερά και προς τις άκρες μπας και δω κανέναν μαγκούφη. Το βλέμμα μου έπεσε πάνω σε έναν πενηντάρη που τα έπινε μόνος του. Πλησίασα διακριτικά, και με ευγένεια τον ρώτησα αν είναι ο κύριος Νίκος. Μου χαμογέλασε και μου έκανε νόημα με τα μάτια να κάτσω στην απέναντί του καρέκλα. Στα πρώτα πέντε λεπτά δεν ανταλλάξαμε κουβέντα. Προσπάθησα, δηλαδή, να συστηθώ αλλά με στόπαρε απότομα γιατί μόλις είχε αρχίσει το κουπλέ… «Περνούν οι ώρες θλιβερές σ’ ένα παλιό ρολόι, κι ’γώ τους αναστεναγμούς τους παίζω κομπολόι».

Μου ’βαλε ουίσκι στο ποτήρι. Το τσούγκρισε κιόλας, άναψε ένα τσιγάρο κι άρχισε να τραγουδάει με βροντερή φωνή το ρεφρέν, μαζί με το υπόλοιπο μαγαζί!

«Αντιλαλούνε τα βουνάάά , σαν κλαίω εγώώώ τα δειλινάάά».

Το κέντρο σειότανε από τον αναστεναγμό του καθενός. Σαν εκκλησίασμα. Όπως το εδάφιο «Χριστός Ανέστη» που ψέλνουμε με δύναμη και πίστη για να ξορκίσουμε τον θάνατο. Το βίωμα ήταν ορατό στο πρόσωπό του. Η έκφραση πρόδιδε βάσανα αλλά ταυτόχρονα και σθένος. Το δικό μου θάρρος εξαφανίστηκε. Μετάνιωσα που ήρθα να τον συναντήσω. Ήθελα να κρυφτώ μαζί με το μυστικό του πατέρα μου. Ήπια σφήνα το ουίσκι και εκείνος μου το ξαναγέμισε. Με το που τελείωσε το τραγούδι δεν με ρώτησε πώς με λένε, παρά μονάχα εάν χορεύω. Δεν τον ευχαρίστησα. Του είπα με ειλικρίνεια ότι δεν έχω τολμήσει να χορέψω ποτέ. Με κοίταξε με λύπηση.
Ο κύριος Νίκος χόρευε με προσήλωση και με τα χέρια του να αιωρούνται, όπως ο μαέστρος που διευθύνει το έργο της ζωής του. Σηκώθηκα όρθιος. Στο χέρι μου κρατούσα τα άφιλτρα Santé και το γράμμα. Έκανα δυο βήματα προς την πίστα και κοντοστάθηκα. Ο κύριος Νίκος μού έκανε νεύμα να συνεχίσω. Πήρα μια βαθιά ανάσα και βρέθηκα στην πίστα αντίκρυ του…
Με πλησίασε μες στα μούτρα μου και με ξανακοίταξε μες στα μάτια. Η καρδιά μου πήγαινε να σπάσει. Άνοιξε το πακέτο και τράβηξε δυο τσιγάρα. Το ένα το έβαλε στο στόμα του και το άλλο στο δικό μου. Ένα ξεραμένο χαρμάνι σαράντα ετών. Έβγαλε τον αναπτήρα και άναψε τα Santé. Πήραμε μια βαθιά τζούρα και κλείσαμε τα μάτια μας. Ζαλιστήκαμε από το βαρύ φορτίο που κουβαλούσε αυτό το πακέτο. Μας μέθυσε πόνο. Μας λύγισε τα γόνατα από την πίσσα. Μας έκανε να βήξουμε τον καρκίνο της ιστορίας.
Τα χέρια μας παίρναν δειλά δειλά τον ανήφορο και την ανάταση. Τα πόδια μας άρχισαν να βηματίζουν στον απτάλικο ρυθμό του Τσιτσάνη. Οι φιγούρες απλές και δωρικές. Οι στροφές μας ομοιόμορφες όπως ο κύκλος της ζωής.
Χορέψαμε αργά και αντικριστά σαν τους πολεμιστές του χρέους και της Ειρήνης!
Η υγεία του Βασίλη Τσιτσάνη μετά από δυο χρόνια κλονίστηκε. Πέθανε σε ένα νοσοκομείο του Λονδίνου, το χάραμα ανήμερα των γενεθλίων του. Το ίδιο και ο κύριος Νίκος. Πέθανε 53 ετών από ανακοπή, κάποιο χάραμα.
Και οι δυο φύγανε χαρούμενοι κάποια χαραυγή.
Όπως τότε που σχολάγανε ξημερώματα χορτάτοι από νταλκά και μέθη στο ΧΑΡΑΜΑ ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ.
Рекомендации по теме
Комментарии
Автор

Γεια σας ξηνταρακια είσαστε εξαιρετικοί μπράβο σας να έχετε υγεία

DimitrisMixalopoulos
visit shbcf.ru