΄Εκθεση της WWF: Ο πληθυσμός της άγριας ζωής μειώθηκε κατά 73% σε 50 χρόνια

preview_player
Показать описание
Μια καταστροφική μείωση 73 τοις εκατό έχει παρατηρηθεί στο μέσο μέγεθος των παρακολουθούμενων πληθυσμών άγριας ζωής σε 50 χρόνια από το 1970 έως το 2020, σύμφωνα με έκθεση του Παγκόσμιου Ταμείου για τη Φύση (WWF) που δημοσιεύθηκε την Πέμπτη.
Σύμφωνα με την Έκθεση Living Planet 2024, η οποία διενεργεί στατιστική ανάλυση περισσότερων από 5.000 ειδών πτηνών, θηλαστικών, αμφιβίων, ερπετών και ψαριών, οι πληθυσμοί διαφόρων άγριων ζώων μειώνονται κατακόρυφα από τους ελέφαντες στα τροπικά δάση έως τις χελώνες γερακιού στα ανοιχτά του Μεγάλου Ύφαλου.
Οι πιο απότομες μειώσεις των παρακολουθούμενων πληθυσμών άγριας ζωής καταγράφηκαν στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, την Αφρική και την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, κατά 95, 76 και 60 τοις εκατό αντίστοιχα.
Η απώλεια και η υποβάθμιση των οικοτόπων, που οφείλεται κυρίως στο ανθρώπινο σύστημα διατροφής, είναι η πιο αναφερόμενη απειλή για τους πληθυσμούς της άγριας ζωής σε όλο τον κόσμο, ακολουθούμενη από την υπερεκμετάλλευση, τα χωροκατακτητικά είδη, τις ασθένειες, την κλιματική αλλαγή και τη ρύπανση.
Ο Μάικ Μπάρετ, ο κύριος συγγραφέας της έκθεσης και επικεφαλής επιστημονικός σύμβουλος του WWF, είπε ότι οι άνθρωποι, ιδιαίτερα μέσω του τρόπου παραγωγής και κατανάλωσης τροφίμων, καταστρέφουν όλο και περισσότερο το φυσικό περιβάλλον.
Η έκθεση προειδοποιεί ότι η μείωση των φυσικών πόρων και η κλιματική αλλαγή οδηγούν τον κόσμο σε μη αναστρέψιμα σημεία καμπής.
Οι καταστροφικές συνέπειες της απώλειας ορισμένων από τα πιο πολύτιμα οικοσυστήματα σε όλο τον κόσμο, όπως το τροπικό δάσος του Αμαζονίου και οι κοραλλιογενείς ύφαλοι, θα γίνουν αισθητές από τους ανθρώπους και τη φύση σε όλο τον κόσμο.
Ορισμένοι πληθυσμοί έχουν σταθεροποιηθεί ή αυξηθεί λόγω αποτελεσματικών προσπαθειών διατήρησης τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, οι μεμονωμένες επιτυχίες δεν αρκούν, σημειώνει η έκθεση.
Рекомендации по теме