filmov
tv
ΚΑΣΤΟΡΙΑ & Σπηλαιο του Δρακου .Travelling in Greece

Показать описание
Σε μια όμορφη τοποθεσία με αιωνόβια πλατάνια, στην όχθη της λίμνης της Καστοριάς, σε απόσταση περίπου πέντε χιλιομέτρων από την πόλη και απέναντι από το χωριό Μαύροβο (Μαυροχώρι), βρίσκεται η Μονή της Παναγίας της Μαυριώτισσας ή Μεσονησιώτισσας, που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου.
Ιδρύθηκε πιθανότατα τον 11ο αιώνα και αναφέρεται ως Μονή της Παναγίας της Μεσονησιώτισσας σε έγγραφα που χρονολογούνται από τον 13ο αιώνα και έπειτα. Η μονή είχε αφιερωθεί στη Μονή Αγίου Παύλου του Αγίου Όρους από τον Σέρβο ηγεμόνα Bagaš Baldovin (1385). Μάλιστα, στη Μονή Αγίου Παύλου υπάρχει εικόνα Γλυκοφιλούσας του 14ου αιώνα, η οποία επιγράφεται «Παναγία η Μεσονησιώτισσα». Ονομάστηκε Μαυριώτισσα τον 17ο αιώνα γιατί οι κάτοικοι του χωριού Μαύροβο φρόντιζαν για τη συντήρησή της. Διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο σε όλες τις φάσεις της ιστορίας της περιοχής, συμβάλλοντας κυρίως στην πνευματική ζωή του τόπου, παρέμεινε κλειστή για πολλά χρόνια και επανιδρύθηκε το 1998.
Από την αρχική μονή σώζονται ελάχιστα κτίσματα. Το καθολικό είναι μονόχωρη εκκλησία με μεγάλη ημικυκλική αψίδα στα ανατολικά. Η λιτή, δηλαδή ο ευρύχωρος νάρθηκας στη δυτική πλευρά, απαραίτητος σε καθολικά μοναστηριών, προστέθηκε λίγο αργότερα. Το εσωτερικό του ναού ήταν διακοσμημένο με τοιχογραφίες για τις οποίες εργάστηκαν πέντε αγιογράφοι. Χρονολογούνται τον πρώιμο 13ο αιώνα και διατηρούνται αποσπασματικά, στο Ιερό Βήμα, στον δυτικό τοίχο του κυρίως ναού, στη λιτή, καθώς και στην εξωτερική όψη του νότιου τοίχου. Οι αγιογραφίες στην εξωτερική πλευρά του νότιου τοίχου του νάρθηκα τοποθετούνται στην περίοδο 1259-1264, χρονολόγηση που στηρίζεται στα σπαράγματα επιγραφών που συνοδεύουν δύο μορφές, τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ τον Παλαιολόγο (1259-1282) και τον αδελφό του Ιωάννη. Αργότερα, τον 16ο αιώνα, στη νότια πλευρά του καθολικού προσαρτήθηκε και τοιχογραφήθηκε το παρεκκλήσιο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου.
Η μονή είναι ανδρική και στους χώρους της λειτουργεί εκθετήριο.
Το Σπήλαιο του Δράκου της Καστοριάς βρίσκεται στο νότιο άκρο της χερσονήσου της στο 3ο χιλιόμετρο του παραλίμνιου δρόμου που οδηγεί από την πόλη στην Ιερά Μονή Μαυριώτισσας. Βρίσκεται στην όχθη της λίμνης Ορεστιάδα και διαθέτει 7 υπόγειες λίμνες, 10 θαλάμους και πέντε σήραγγες. Ο μεγαλύτερος θάλαμος είναι 45 μ. επί 17 μ. και έχει ένα κεντρικό τμήμα που υψώνεται πάνω από δύο πλευρικά τμήματα. Και τα δύο αποτελούνται εν μέρει από λίμνες. Η μέση θερμοκρασία του σπηλαίου είναι 16-18 βαθμούς Κελσίου και η υγρασία 85-90%. Η θερμοκρασία των νερών στις εσωτερικές λίμνες είναι 14 βαθμούς Κελσίου, όταν η λίμνη της Καστοριάς έχει υπό σκιάν 21 βαθμούς Κελσίου. Αποτελεί ένα από τα θεαματικότερα σπήλαια της Ελλάδας και οφείλει μάλιστα την ονομασία του σε θρύλο.
Το σπήλαιο του Δράκου ήταν άγνωστο μέχρι και πριν λίγες δεκαετίες. Πιθανολογείται ότι, μέχρι κάποια εποχή η είσοδος του δεν ήταν ορατή λόγω των προσχώσεων και της δύσβατης τοποθεσίας του, προσπελάσιμης παλαιότερα μόνο από την λίμνη. ‘Όταν τη δεκαετία του 1940 διανοίχτηκε ο παραλίμνιος δρόμος της πόλης, Καστοριανοί ερασιτέχνες εξερευνητές ανακαλύπτουν πρώτοι το άνοιγμα της εισόδου στο σπήλαιο. Η χαρτογράφηση του σπηλαίου έγινε το 1968.
Οι συστηματικές έρευνες όμως ξεκίνησαν πολύ αργότερα, σχεδόν δύο δεκαετίες μετά, από την Ελληνική Σπηλαιολογική Εταιρεία, κατά το 1960, ενώ κατά τις δεκαετίες 1990 και 2000 ολοκληρώθηκε η εξερεύνηση του και δρομολογήθηκε το έργο της ανάδειξής του από το Δήμο Καστοριάς.Το σπήλαιο αποδόθηκε στο κοινό στο τέλος του 2009.
Στο εσωτερικό του σπηλαίου έχουν αποκαλυφθεί παλαιοντολογικά κατάλοιπα με σημαντικότερα τα οστά της σπηλαίας άρκτου (Ursus spelaeus), είδους που έζησε στην Ευρώπη κατά το Πλειστόκαινο και εξαφανίστηκε πριν από 10.000 χρόνια περίπου.
Η ιστορία του Μύθου
Πριν από πολλούς αιώνες είχε γίνει γνωστός ο μύθος του δράκου από τον οποίο πήρε το όνομά του το σπήλαιο. Μετά την ίδρυση της Καστοριάς ο βασιλιάς Κάστωρ είχε φιλοξενούμενο τον αδερφό του Πολυδεύκη. Θέλοντας λοιπόν να τον ξεναγήσει του έδειξε την τεράστια σπηλιά που είχε ως φύλακα έναν δράκο που φυσούσε και έβγαζε από το στόμα του φλόγες και δηλητηριώδης ατμούς. Ο δράκος προστάτευε το χρυσωρυχείο που υπήρχε μέσα στην σπηλιά. Τότε ο βασιλιάς υποσχέθηκε πολλά δώρα σε αυτόν που θα σκότωνε τον δράκο. Έτσι εμφανίστηκε ένας νεαρός άντρας που πάλεψε μαζί του κατάφερε να τον σκοτώσει. Ο δράκος χτυπήθηκε και έπλεε νεκρός πάνω στα νερά της λίμνης. Το γεγονός αυτό χαροποίησε όλους τους κατοίκους της πόλης οι οποίοι έσπευσαν με αναμμένους δαυλούς να μπουν μέσα στην σπηλιά για να δουν τι υπήρχε.
Σε ένα μέρος που στένευε η σήραγγα οι δαυλοί έσβησαν και έπεσε πυκνό σκοτάδι στην σπηλιά, τότε ακούστηκε μια φωνή να λέει ότι εκείνοι που θα έπαιρναν μια χούφτα από τη λάσπη που πατούσαν θα το μετανιώσουν αλλά και εκείνοι που δεν θα έπαιρναν θα το μετάνιωναν επίσης. Έτσι, οι πιο θαρραλέοι πήραν και βγαίνοντας έξω από την σπηλιά είδαν τη λάσπη να γίνεται υγρή χρυσόσκονη.
Ιδρύθηκε πιθανότατα τον 11ο αιώνα και αναφέρεται ως Μονή της Παναγίας της Μεσονησιώτισσας σε έγγραφα που χρονολογούνται από τον 13ο αιώνα και έπειτα. Η μονή είχε αφιερωθεί στη Μονή Αγίου Παύλου του Αγίου Όρους από τον Σέρβο ηγεμόνα Bagaš Baldovin (1385). Μάλιστα, στη Μονή Αγίου Παύλου υπάρχει εικόνα Γλυκοφιλούσας του 14ου αιώνα, η οποία επιγράφεται «Παναγία η Μεσονησιώτισσα». Ονομάστηκε Μαυριώτισσα τον 17ο αιώνα γιατί οι κάτοικοι του χωριού Μαύροβο φρόντιζαν για τη συντήρησή της. Διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο σε όλες τις φάσεις της ιστορίας της περιοχής, συμβάλλοντας κυρίως στην πνευματική ζωή του τόπου, παρέμεινε κλειστή για πολλά χρόνια και επανιδρύθηκε το 1998.
Από την αρχική μονή σώζονται ελάχιστα κτίσματα. Το καθολικό είναι μονόχωρη εκκλησία με μεγάλη ημικυκλική αψίδα στα ανατολικά. Η λιτή, δηλαδή ο ευρύχωρος νάρθηκας στη δυτική πλευρά, απαραίτητος σε καθολικά μοναστηριών, προστέθηκε λίγο αργότερα. Το εσωτερικό του ναού ήταν διακοσμημένο με τοιχογραφίες για τις οποίες εργάστηκαν πέντε αγιογράφοι. Χρονολογούνται τον πρώιμο 13ο αιώνα και διατηρούνται αποσπασματικά, στο Ιερό Βήμα, στον δυτικό τοίχο του κυρίως ναού, στη λιτή, καθώς και στην εξωτερική όψη του νότιου τοίχου. Οι αγιογραφίες στην εξωτερική πλευρά του νότιου τοίχου του νάρθηκα τοποθετούνται στην περίοδο 1259-1264, χρονολόγηση που στηρίζεται στα σπαράγματα επιγραφών που συνοδεύουν δύο μορφές, τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ τον Παλαιολόγο (1259-1282) και τον αδελφό του Ιωάννη. Αργότερα, τον 16ο αιώνα, στη νότια πλευρά του καθολικού προσαρτήθηκε και τοιχογραφήθηκε το παρεκκλήσιο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου.
Η μονή είναι ανδρική και στους χώρους της λειτουργεί εκθετήριο.
Το Σπήλαιο του Δράκου της Καστοριάς βρίσκεται στο νότιο άκρο της χερσονήσου της στο 3ο χιλιόμετρο του παραλίμνιου δρόμου που οδηγεί από την πόλη στην Ιερά Μονή Μαυριώτισσας. Βρίσκεται στην όχθη της λίμνης Ορεστιάδα και διαθέτει 7 υπόγειες λίμνες, 10 θαλάμους και πέντε σήραγγες. Ο μεγαλύτερος θάλαμος είναι 45 μ. επί 17 μ. και έχει ένα κεντρικό τμήμα που υψώνεται πάνω από δύο πλευρικά τμήματα. Και τα δύο αποτελούνται εν μέρει από λίμνες. Η μέση θερμοκρασία του σπηλαίου είναι 16-18 βαθμούς Κελσίου και η υγρασία 85-90%. Η θερμοκρασία των νερών στις εσωτερικές λίμνες είναι 14 βαθμούς Κελσίου, όταν η λίμνη της Καστοριάς έχει υπό σκιάν 21 βαθμούς Κελσίου. Αποτελεί ένα από τα θεαματικότερα σπήλαια της Ελλάδας και οφείλει μάλιστα την ονομασία του σε θρύλο.
Το σπήλαιο του Δράκου ήταν άγνωστο μέχρι και πριν λίγες δεκαετίες. Πιθανολογείται ότι, μέχρι κάποια εποχή η είσοδος του δεν ήταν ορατή λόγω των προσχώσεων και της δύσβατης τοποθεσίας του, προσπελάσιμης παλαιότερα μόνο από την λίμνη. ‘Όταν τη δεκαετία του 1940 διανοίχτηκε ο παραλίμνιος δρόμος της πόλης, Καστοριανοί ερασιτέχνες εξερευνητές ανακαλύπτουν πρώτοι το άνοιγμα της εισόδου στο σπήλαιο. Η χαρτογράφηση του σπηλαίου έγινε το 1968.
Οι συστηματικές έρευνες όμως ξεκίνησαν πολύ αργότερα, σχεδόν δύο δεκαετίες μετά, από την Ελληνική Σπηλαιολογική Εταιρεία, κατά το 1960, ενώ κατά τις δεκαετίες 1990 και 2000 ολοκληρώθηκε η εξερεύνηση του και δρομολογήθηκε το έργο της ανάδειξής του από το Δήμο Καστοριάς.Το σπήλαιο αποδόθηκε στο κοινό στο τέλος του 2009.
Στο εσωτερικό του σπηλαίου έχουν αποκαλυφθεί παλαιοντολογικά κατάλοιπα με σημαντικότερα τα οστά της σπηλαίας άρκτου (Ursus spelaeus), είδους που έζησε στην Ευρώπη κατά το Πλειστόκαινο και εξαφανίστηκε πριν από 10.000 χρόνια περίπου.
Η ιστορία του Μύθου
Πριν από πολλούς αιώνες είχε γίνει γνωστός ο μύθος του δράκου από τον οποίο πήρε το όνομά του το σπήλαιο. Μετά την ίδρυση της Καστοριάς ο βασιλιάς Κάστωρ είχε φιλοξενούμενο τον αδερφό του Πολυδεύκη. Θέλοντας λοιπόν να τον ξεναγήσει του έδειξε την τεράστια σπηλιά που είχε ως φύλακα έναν δράκο που φυσούσε και έβγαζε από το στόμα του φλόγες και δηλητηριώδης ατμούς. Ο δράκος προστάτευε το χρυσωρυχείο που υπήρχε μέσα στην σπηλιά. Τότε ο βασιλιάς υποσχέθηκε πολλά δώρα σε αυτόν που θα σκότωνε τον δράκο. Έτσι εμφανίστηκε ένας νεαρός άντρας που πάλεψε μαζί του κατάφερε να τον σκοτώσει. Ο δράκος χτυπήθηκε και έπλεε νεκρός πάνω στα νερά της λίμνης. Το γεγονός αυτό χαροποίησε όλους τους κατοίκους της πόλης οι οποίοι έσπευσαν με αναμμένους δαυλούς να μπουν μέσα στην σπηλιά για να δουν τι υπήρχε.
Σε ένα μέρος που στένευε η σήραγγα οι δαυλοί έσβησαν και έπεσε πυκνό σκοτάδι στην σπηλιά, τότε ακούστηκε μια φωνή να λέει ότι εκείνοι που θα έπαιρναν μια χούφτα από τη λάσπη που πατούσαν θα το μετανιώσουν αλλά και εκείνοι που δεν θα έπαιρναν θα το μετάνιωναν επίσης. Έτσι, οι πιο θαρραλέοι πήραν και βγαίνοντας έξω από την σπηλιά είδαν τη λάσπη να γίνεται υγρή χρυσόσκονη.
Комментарии