Στο 'Κέντρο Χαρακτικών Τεχνών - Μουσείο Βάσως Κατράκη' στο Αιτωλικό Αιτωλοακαρνανίας

preview_player
Показать описание
Η Βάσω Κατράκη (1914 - 1988) υπήρξε κορυφαία δημιουργός στην Ελλάδα, με το χαρακτικό της έργο να έχει αναγνωριστεί διεθνώς για την τεχνική και την συνέπειά του στα «μεγάλα, τα θεμελιώδη θέματα της ζωής».
Το Μουσείο φιλοξενεί το σύνολο του έργου της Βάσως Κατράκη και αποτελείται από περίπου τετρακόσια έργα, πολλά χαρακτικά ανάτυπα και ένα μεγάλο μέρος από τις μήτρες (ξύλα και πέτρες) πάνω στα οποία χάραξε τα έργα της.
Εκτίθενται επίσης μεγάλα και μικρά σε μέγεθος μαυρόασπρα και χρωματιστά σχέδια και σχέδια προετοιμασίας για την παραγωγή του χαρακτικού ανάτυπου.
Τη συλλογή ενισχύουν τα αντικείμενα τέχνης, καλλιτεχνικές αφίσες και ζωγραφικά έργα.
Η Βάσω Κατράκη ξεκινώντας από την ξυλογραφία, θα περάσει το 1955 στη χάραξη πάνω σε λίθο, μια τεχνική πρωτότυπη, στην οποία αναγνωρίζεται η «απόλυτη καλλιτεχνική δεξιοτεχνία» συνδυασμένη με «οξυδερκή ελευθερία».
Φιλοξενούνται επίσης το σύνολο του εργαστηρίου της, η βιβλιοθήκη της τα αρχεία της, και μεγάλο μέρος φωτογραφικού υλικού.

Στο αυτοβιογραφικό της σημείωμα γράφει:

"Γεννήθηκα στο Αιτωλικό του Μεσολογγίου.
Το Αιτωλικό είναι ένα μικρό νησάκι, που το συνδέουνε με τη στεριά δυο μακριά πέτρινα γεφύρια με πολλές μικρές τοξωτές καμάρες. Το σπίτι μας ήτανε σχεδόν όλο μέσα στη θάλασσα και στη γειτονιά καθότανε όλο ψαράδες. Ένα ξυπόλυτο μελισσολόι τριγύριζε ολοήμερα, με τις γυναίκες τους συνέχεια γκαστρωμένες και τα παιδιά, μπακανιασμένα από την ελονοσία.
Ο πατέρας μου λεγότανε Γιώργης Λεονάρδος κι ήτανε κτηματίας, μα περισσότερο τραγουδούσε κι έψελνε στην εκκλησία με μια σπάνια ωραία, ζεστή φωνή. Όταν τραγουδούσε μαζευότανε κόσμος και κοσμάκης σπίτι μας για να τον ακούσει.
Η μανούλα μου ύφαινε ολοκέντητα λεπτά μεταξωτά και μπαμπακερά και πολύχρωμα μάλλινα κιλίμια. Είχε πάρει κι ένα χρυσό βραβείο σε μια Διεθνή Έκθεση στο Παρίσι. Τα δυο μου αδέρφια, ήτανε μεγαλύτερα από μας τα κορίτσια. Ο μεγάλος, φοιτητής τότε της φιλολογίας μας έφερνε από την Αθήνα ένα μαγικό για μας κόσμο. Παλιά βιβλία με χρωματιστές χαλκογραφίες και ξυλογραφίες, χρωματιστές εικόνες και χαλκομανίες, μπογιές και πινέλα και δεν άφηνε παλιατζίδικο της Αθήνας αγύριστο. Ο μικρότερος, ό,τι έβλεπε το μάτι του τόκαναν τα χέρια του, και μαζί με όλα, ζωγραφίζανε κιόλας και οι δυό τους.
Γύρω-γύρω από τη μικρή μας θάλασσα ήτανε η έξοχή, γεμάτη ελιές, χωράφια καρπερά, μποστάνια, καπνοτόπια, σιτηρά. Μια ζωή στη στεργιά και στη θάλασσα, γεμάτη ιδρώτα και μόχθο.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον μεγάλωσα. Διάβαζα βιβλία και βιβλία πούχε ο αδερφός μου κι οι φίλοι μας. Μ’ άρεσε πολύ το διάβασμα και πιο πολύ ή ποίηση. Κοντά στ’ αδέρφια μου ζωγράφιζα κι εγώ.
Κρυφά, ονειρευόμουνα να γίνω ζωγράφος, μα μου φαινότανε τόσο απίστευτα μεγάλο που δεν μπορούσε λογικά να χωρέσει στο μυαλό μου. Ό, τι έβλεπα, έλεγα:
– Εγώ αυτό μπορώ να το κάνω.
– Και πολλές φορές έβαζα τον εαυτό μου σε δοκιμασία.
Δεν ήξερα ακόμα ότι, άλλο πράμα είναι η Τέχνη.
Και μια μέρα, σφηνώθηκε ξαφνικά στο μυαλό μου ένα ερώτημα. Κι αν γίνω ζωγράφος;
Πώς έγινε έτσι άξαφνα αυτό, δεν το κατάλαβα. Χίλιες καμπάνες χτυπήσανε μέσα μου, κι έχασα τον κόσμο. Από τότε, δεν είχα τίποτε άλλό στο μυαλό μου νύχτα και μέρα.
Μα, χίλιες δυο αναποδιές ξεφυτρώσανε, και ξαφνικά, ο πατέρας μου αρρώστησε βαριά κι έπεσε πολύ πίκρα και θλίψη στο σπίτι μας, πού κράτησε εφτά ολόκληρα χρόνια.
Και κάποια μέρα, αφού πέθανε ο πατέρας μου, ξεκίνησα για την Αθήνα μην ξέροντας ακριβώς τι θα κάνω.
Πήγα στη Σχολή Καλών Τεχνών, κι έμαθα πώς σε λίγες μέρες θ’ αρχίζανε οι εξετάσεις. Αμέσως έτρεξα και γράφτηκα στη Σχολή. Έδωσα εξετάσεις.
Στη Σχολή Καλών Τεχνών είχα Καθηγητές τον Παρθένη στη Ζωγραφική και τον Κεφαλληνό στη Χαρακτική. Πήρα το Δίπλωμα της Σχολής το 1940 με μια τρίμηνη υποτροφία στη Ζωγραφική για τα νησιά και ένα βραβείο και δυό επαίνους στη Χαρακτική. Μετά αμέσως πόλεμος, κατοχή, πείνα, αντίσταση, και μετά πάλι εμφύλιος πόλεμος, πάλι σκοτωμοί άδικοι κι ακατονόμαστοι, εξορίες, φυλακές, όλα τα δεινά της Πατρίδας περάσανε από της δικής μου γενιάς τις πλάτες.
Έκανα πολλά ταξίδια σε πολλές Ευρωπαϊκές πόλεις, είδα πολλά Μουσεία και Πινακοθήκες.
Το 1955 έκαμα την πρώτη μου έκθεση…"

Η συνάντηση με το έργο της Βάσως Κατράκη είχε γίνει πριν πολλά χρόνια... Η επίσκεψη στο Μουσείο της όμως είναι μια συγκλονιστική εμπειρία! Το μουσείο αυτό θα μπορούσε να κάνει υπερήφανη κάθε μεγαλούπολη του κόσμου!
Χαλάλι η ταλαιπωρία να επιστρέψω στο Αιτωλικό πάλι το απόγευμα, γιατί το μεσημέρι ήταν κλειστό...
Рекомендации по теме