filmov
tv
Κωνσταντίνος Ηλιάδης. Απονομή Πατριαρχικού Οφφικίου στον Πρωτοψάλτη και Χοράρχη Νο 2

Показать описание
Την 1-11 του έτους 2005, ο Χοράρχης και Πρωτοψάλτης του Ιερού Ναού Αγίων Αναργύρων Νέας Ιωνίας, αξιώθηκε να διακριθεί από τον Παναγιότατο Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, με το Οφίκιο του Άρχοντος Μουσικοδιδάσκαλου της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, δια χειρών του Σεβασμιότατου Μητροπολίτη Νέας Ιωνίας & Φιλαδελφείας κ.κ. Κωνσταντίνου.
Ο Κωνσταντίνος Ηλιάδης υπήρξε μια από τις εξέχουσες προσωπικότητες στο μουσικό στερέωμα της Ψαλτικής Τέχνης.
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, κατά το έτος 1928, και ήταν γόνος ευσεβούς οικογενείας.
Σπούδασε Θεολογία στη Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου στην καλούμενη τότε Μετεκπαίδευση επί δύο έτη και αργότερα στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Αργότερα, διορίστηκε ως τακτικός Καθηγητής στη δημόσια εκπαίδευση και έφθασε ως τον βαθμό του Λυκειάρχου, όπου με αυτόν συνταξιοδοτήθηκε.
Τις μουσικές του σπουδές ξεκίνησε σε μικρή ηλικία, μαθητής ακόμη του δημοτικού, στον Λαμπαδάριο του Ιερού Ναού Αγίας Παρασκευής Μενεμένης.
Ζηλωτής της μουσικής αυτής τέχνης, εξελίχθηκε σύντομα (σε αυτό βοήθησε και η Κατοχή, λόγω του ότι τα σχολεία δεν λειτουργούσαν) και σε ηλικία 14 ετών αναλαμβάνει αριστερός ψάλτης στον προαναφερθέντα Ιερό Ναό.
Όταν, κατά το έτος 1952, ο Αθ. Καραμάνης ανέλαβε Πρωτοψάλτης και Χοράρχης στον Μητροπολιτικό Ναό Θεσσαλονίκης του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, ο δάσκαλος μαθήτευσε κοντά του επί πολλά έτη. Η μαθητεία εξελίχθηκε σε συνεργασία αρκετά χρόνια μετά, κατά τα οποία ο Καραμάνης ασχολείτο με μουσικολογικά θέματα και προβλήματα της μουσικής μας κληρονομιάς.
Υπηρέτησε την Θεία Τέχνη των Ύμνων σε πολλούς Ναούς.
Ο αείμνηστος Ηλιάδης από την συνταξιοδότησή του και μέχρι του τέλους της ζωής του επιδόθηκε με μέγιστο ζήλο στην έρευνα του θεωρητικού μέρους της εκκλησιαστικής ελλ. μουσικής, μελετώντας αδιάκοπα και με τη βοήθεια του Θεού -όπως και ο ίδιος συχνά έλεγε- φέρνοντας στο προσκήνιο πολλά μουσικολογικά θέματα τα οποία, κατά το παρελθόν, προσπάθησαν να λύσουν πολλοί μουσικοί, μουσικολόγοι και ψάλτες, άλλοτε επιτυχώς κι άλλοτε όχι.
Φώτισε πτυχές και διευκρίνισε δύσκολες περιπτώσεις (σε συνεργασία με τον Καραμάνη) οι οποίες δεν είχαν τύχει διευκρινήσεως ή λύσεως από παλαιούς μουσικούς.
Μόνη σκέψη και πεποίθησή του, στην πορεία προς το μέλλον, ήταν η διάδοση, τελειοποίηση και εξέλιξη της εθνικής κληρονομιάς.
Έχει δημοσιεύσει κατά καιρούς, άρθρα μουσικολογικού περιεχομένου εις τα Περιοδικά "Ιεροψαλτικός Κόσμος" της Ομοσπονδίας Συλλόγων Ιεροψαλτών Ελλάδος, "Ορθόδοξα Μηνύματα", "Ο Ψάλτης" ενώ αρθρογραφούσε και εις το Περιοδικό "Φιλόθεος Πνοή" της Ιεράς Μητροπόλεως Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας. Εξέδωσε επίσης το δίτομο "Μελετήματα Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής" που περιλαμβάνει διάφορα άρθρα, έχοντας ως θέμα την "Πάτριον ημών Εκκλησιαστικήν μουσικήν".
Επί δεκαετία δε (1994-2004) "επιμελείτο" και παρουσίαζε από τον Ρ/Σ της Εκκλησίας της Ελλάδος την εκπομπή "Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική".
Στο μελοποιητικό μέρος της Θείας Τέχνης της μουσικής, μάς έχει αφήσει ανέκδοτα -ακόμη- την Ακολουθία της εορτής του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, ένα Δοξαστικό της Αγίας Υπομονής, Λειτουργικά, την Ακολουθία των Αγίων Αναργύρων, σύντμηση του Τροπαρίου της Κασσιανής, τα οποία ως ποσότητα δεν είναι φαίνονται πολλά, όμως ποιητικά αξίζουν ιδιαίτερης προσοχής και μελέτης. Ο λόγος που δεν έγραψε πολλές μελοποιήσεις ήταν, όπως ομολογούσε ο ίδιος, ότι έχουν γραφεί πάρα πολλά και υπάρχει η δυνατότητα να βρεθεί η κάθε λογής σύνθεση που επιθυμεί κάποιος. Γι’ αυτό εστίασε στη Μουσικολογία. Τα προαναφερθέντα Μελωδήματα η ανάγκη τα παρήγαγε.
Διετέλεσε Διευθυντής της Σχολής Βυζαντινής Μουσικής της Ιεράς Μητρόπολης Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας, ιδρυθείσης κατά το έτος 1994 υπό αρχιερατείας του τέως Μητροπολίτη κ.κ. Κωνσταντίνου.
Κατά το έτος 2005 αξιώθηκε να διακριθεί από τον Παναγιότατο Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, με το Οφίκιο του Άρχοντος Μουσικοδιδάσκαλου της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας.
Ο Κωνσταντίνος Ηλιάδης υπήρξε μια από τις εξέχουσες προσωπικότητες στο μουσικό στερέωμα της Ψαλτικής Τέχνης.
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, κατά το έτος 1928, και ήταν γόνος ευσεβούς οικογενείας.
Σπούδασε Θεολογία στη Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου στην καλούμενη τότε Μετεκπαίδευση επί δύο έτη και αργότερα στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Αργότερα, διορίστηκε ως τακτικός Καθηγητής στη δημόσια εκπαίδευση και έφθασε ως τον βαθμό του Λυκειάρχου, όπου με αυτόν συνταξιοδοτήθηκε.
Τις μουσικές του σπουδές ξεκίνησε σε μικρή ηλικία, μαθητής ακόμη του δημοτικού, στον Λαμπαδάριο του Ιερού Ναού Αγίας Παρασκευής Μενεμένης.
Ζηλωτής της μουσικής αυτής τέχνης, εξελίχθηκε σύντομα (σε αυτό βοήθησε και η Κατοχή, λόγω του ότι τα σχολεία δεν λειτουργούσαν) και σε ηλικία 14 ετών αναλαμβάνει αριστερός ψάλτης στον προαναφερθέντα Ιερό Ναό.
Όταν, κατά το έτος 1952, ο Αθ. Καραμάνης ανέλαβε Πρωτοψάλτης και Χοράρχης στον Μητροπολιτικό Ναό Θεσσαλονίκης του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, ο δάσκαλος μαθήτευσε κοντά του επί πολλά έτη. Η μαθητεία εξελίχθηκε σε συνεργασία αρκετά χρόνια μετά, κατά τα οποία ο Καραμάνης ασχολείτο με μουσικολογικά θέματα και προβλήματα της μουσικής μας κληρονομιάς.
Υπηρέτησε την Θεία Τέχνη των Ύμνων σε πολλούς Ναούς.
Ο αείμνηστος Ηλιάδης από την συνταξιοδότησή του και μέχρι του τέλους της ζωής του επιδόθηκε με μέγιστο ζήλο στην έρευνα του θεωρητικού μέρους της εκκλησιαστικής ελλ. μουσικής, μελετώντας αδιάκοπα και με τη βοήθεια του Θεού -όπως και ο ίδιος συχνά έλεγε- φέρνοντας στο προσκήνιο πολλά μουσικολογικά θέματα τα οποία, κατά το παρελθόν, προσπάθησαν να λύσουν πολλοί μουσικοί, μουσικολόγοι και ψάλτες, άλλοτε επιτυχώς κι άλλοτε όχι.
Φώτισε πτυχές και διευκρίνισε δύσκολες περιπτώσεις (σε συνεργασία με τον Καραμάνη) οι οποίες δεν είχαν τύχει διευκρινήσεως ή λύσεως από παλαιούς μουσικούς.
Μόνη σκέψη και πεποίθησή του, στην πορεία προς το μέλλον, ήταν η διάδοση, τελειοποίηση και εξέλιξη της εθνικής κληρονομιάς.
Έχει δημοσιεύσει κατά καιρούς, άρθρα μουσικολογικού περιεχομένου εις τα Περιοδικά "Ιεροψαλτικός Κόσμος" της Ομοσπονδίας Συλλόγων Ιεροψαλτών Ελλάδος, "Ορθόδοξα Μηνύματα", "Ο Ψάλτης" ενώ αρθρογραφούσε και εις το Περιοδικό "Φιλόθεος Πνοή" της Ιεράς Μητροπόλεως Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας. Εξέδωσε επίσης το δίτομο "Μελετήματα Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής" που περιλαμβάνει διάφορα άρθρα, έχοντας ως θέμα την "Πάτριον ημών Εκκλησιαστικήν μουσικήν".
Επί δεκαετία δε (1994-2004) "επιμελείτο" και παρουσίαζε από τον Ρ/Σ της Εκκλησίας της Ελλάδος την εκπομπή "Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική".
Στο μελοποιητικό μέρος της Θείας Τέχνης της μουσικής, μάς έχει αφήσει ανέκδοτα -ακόμη- την Ακολουθία της εορτής του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, ένα Δοξαστικό της Αγίας Υπομονής, Λειτουργικά, την Ακολουθία των Αγίων Αναργύρων, σύντμηση του Τροπαρίου της Κασσιανής, τα οποία ως ποσότητα δεν είναι φαίνονται πολλά, όμως ποιητικά αξίζουν ιδιαίτερης προσοχής και μελέτης. Ο λόγος που δεν έγραψε πολλές μελοποιήσεις ήταν, όπως ομολογούσε ο ίδιος, ότι έχουν γραφεί πάρα πολλά και υπάρχει η δυνατότητα να βρεθεί η κάθε λογής σύνθεση που επιθυμεί κάποιος. Γι’ αυτό εστίασε στη Μουσικολογία. Τα προαναφερθέντα Μελωδήματα η ανάγκη τα παρήγαγε.
Διετέλεσε Διευθυντής της Σχολής Βυζαντινής Μουσικής της Ιεράς Μητρόπολης Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας, ιδρυθείσης κατά το έτος 1994 υπό αρχιερατείας του τέως Μητροπολίτη κ.κ. Κωνσταντίνου.
Κατά το έτος 2005 αξιώθηκε να διακριθεί από τον Παναγιότατο Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, με το Οφίκιο του Άρχοντος Μουσικοδιδάσκαλου της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας.