ΧΑΡΩΝΑΙΩΝ - Στέλιος Κώττας

preview_player
Показать описание
Χαρωναίων. Ένας δικός μου μονόλογος, που αποκωδικοποιεί, μετά από σαράντα χρόνια, αυτό το όνομα. Όνομα ανθρώπου, που πέθανε και η ψυχή του δεν μπόρεσε να πάει στον Άδη.

Μονόλογος:

Είμαι ο, Χαρωναίων.

Είμαι ψυχή που καταδίκασε ο Χάροντας (Χάρων), να περιφέρεται στις όχθες του Αχέροντα (Αχέρων), για έναν ολόκληρο αιώνα (Αιών).

Βλέπετε, δεν είχα να πληρώσω εισιτήριο, τον έναν και μόνο οβολό, που χρειαζόταν να έχω κάτω από τη γλώσσα μου, για να με πάει, η βάρκα του Χάροντα, στο βασίλειο του Άδη.

Περιπλανιέμαι κάτω από πλατάνια και δρεις, σε έλη με βίδρες και βατράχια, νερόφιδα, καβούρια, πέστροφες και χέλια, χωρίς να ταράζω την ειρήνη τους, ανάλαφρα, σαν πεταλούδα.

Εδώ που βρίσκομαι, βλέπω ανθρώπους, που έρχονται στο νεκρομαντείο, για να επικοινωνήσουν με τις ψυχές των νεκρών συγγενών τους, νεκρών που πλήρωσαν το τίμημα και βρίσκονται ήδη στον Άδη.

Εμένα όμως, το Χαρωναίων, δε με βλέπει κανείς.
Ούτε οι άνθρωποι, ούτε τα ζώα. Και δε μπορώ κιόλας να επικοινωνήσω μαζί τους
Ούτε καν με τους δικούς μου.

Δεν υπάρχω, ούτε καν, στα όνειρά τους.

Κι εκτός αυτού, δε μπορώ να υπολογίσω και το χρόνο, να δω πόσο μου μένει, να τελειώσει το εκατόχρονο μαρτύριο.

Βρίσκομαι εδώ, ώρες; μέρες; χρόνια;

Δε γνωρίζω.

Κι ίσως να μην είμαι μόνος.
Ο μόνος Χαρωναίων.
Ίσως υπάρχουν κι άλλοι σαν εμένα, που περιφέρονται εδώ γύρω και δε μπορούμε να δούμε ο ένας τον άλλον.

Όμως κάτι νιώθουμε, μας νιώθουμε, κι ελπίζουμε να τελειώσει ο μαύρος, για τον καθέναν μας, αιώνας.

Να ησυχάσει η ψυχή μας.

Να επικοινωνήσουμε κι εμείς με ζωντανούς.

Να στοιχειώσουμε κι εμείς τα όνειρά τους, για να τους ειδοποιήσουμε, να προσέχουν στη ζωή, για να χαρούν το θάνατο.

Για να μπορούν να πουν:

"Χαίρε Χάρε, χαίρε Αχέροντα, χαίρε Άδη ποθητέ.

Δεν είμαι ο Χαρωναίων. Είμαι η ψυχή, ενός απλού ανθρώπου, που μόλις πέθανε.

Έχω το εισιτήριο, τον οβολό, κάτω από τη γλώσσα μου".

Χμμ.. μ.
Μα για μένα, που έιμαι ο Χαρωναίων, μη μαλώνεις τον Ερμή, τον ψυχοπομπό θεό, που μ' έφερε εδώ κάτω, χωρίς τον οβολό
Αυτός είναι θεός.
Τη δουλειά του την έκανε.

Χωρίς χρήμα λοιπόν δε μας βλέπουν.
Έχεις χρήμα; Θα σε δούν.
Δεν έχεις; Όχι.
Έχουν χρήμα; Θα τους δεις.
Δεν έχουν; Όχι.

Κι αφού εγώ, δε μπορώ να σώσω τον εαυτό μου, ας σώσω τουλάχιστον τους άλλους. Ή έστω, όσους από τους άλλους μπορώ.
Εγώ, ο Χαρωναίων, το δημιούργημα της φαντασίας του ανθρώπου, μπορώ και σας μιλώ και σας εκλιπαρώ.

Σώστε τους άλλους.

Εγώ, δεν είμαι ο Μένιππος, που τράβηξε κουπί, που έβγαλε κουβάδες νερό από τη βάρκα του Χάροντα και τον διασκέδαζε με το τραγούδι του, απαιτώντας, χωρίς λεφτά, να τον πάει στον Άδη.

Εγώ, ούτε δουλεύω, ούτε πληρώνω.

Είμαι ο Χαρωναίων.
Рекомендации по теме