Από το Γαλατά στο Μετόχι Αργολίδας

preview_player
Показать описание
Στο Γαλατά Τροιζηνίας
Σε μια τοπιογραφία του Στάκκελμπεργκ (1834), των στενών αυτών, όπου εμφανίζεται κυρίως ο Πόρος απέναντι, στο Γαλατά δεν σημειώνεται κανένα σπίτι, παρά μόνο πέντε - έξι καλύβες και μια ξύλινη αποβάθρα στη Μπούγια.
Ο Γαλατάς άρχισε να σχηματίζεται ως οικισμός από τα τέλη του 19ου αιώνα. Ωστόσο άρχισε να αναπτύσσεται μετά το 1920 όπου κατέβηκαν στην περιοχή πολλοί Αρκάδες, οι οποίοι πουλούσαν γάλα στους ντόπιους, εξού και η ονομασία του Γαλατά.
Χωρίς να έχουμε πολλές πληροφορίες, σ' αυτές τις καλύβες πρέπει να έμεναν, μάλλον, γυναίκες ελευθερίων ηθών. Αυτό ενισχύεται, αν λάβουμε υπόψη ότι στην γειτονική Τροιζήνα ήταν το Ελληνικό Στρατόπεδο και στον Πόρο το "Ναυτικό Διευθυντήριο"- Προγυμναστήριο και ο "Ρωσικός Ναύσταθμος".
Γνωρίζουμε ότι οι ναυτικές δυνάμεις των Ενετών αρχικά, αλλά και των Ρώσων και Αγγλων -κυρίως - αργότερα, δημιουργούσαν τέτοιους καταυλισμούς για την... εξυπηρέτηση των στρατιωτών. Κάτι τέτοιο οι Αγγλοι έκαναν και στον Πειραιά το 1852. Κι ίσως ήταν κι αυτός ένας λόγος που άργησαν να δημιουργηθούν τίμια σπίτια στην ακτή του Γαλατά. Μια απογραφή των Ενετών του 1700 αναφέρει ότι τότε η Απάθεια είχε 89 "υγιείς στα ήθη" κατοίκους, το Μπέλεσι 66, και το Λυκοπάρτι 23.
Πάντως το 1828 ο Σάμπουργκ (1787-1874), διαπρεπής αρχιτέκτων και μηχανικός, κλήθηκε από τον Κυβερνήτη Καποδίστρια στον Πόρο, σχεδίασε και κατασκεύασε δρόμους και πλατείες, οργάνωσε την καθαριότητα, και παράλληλα διαμόρφωσε τον παραλιακό δρόμο του Γαλατά.
Η σκάλα της Μπούγιας, η παλιότερη στην περιοχή, ήταν πολυσύχναστη από βάρκες και επιβάτες που πήγαιναν από την ανατολική Τροιζηνία (Λεμονοδάσος κλπ) στον Πόρο και αντίστροφα. Οι άνθρωποι εκείνοι, σχεδόν μέχρι το 1955 που δόθηκε στην κυκλοφορία ο δρόμος Γαλατά - Ερμιόνης, έφθαναν εκεί με τα μουλάρια τους, τα άλογά τους ή τα γαϊδούρια τους, πήγαιναν στον Πόρο, ψώνιζαν, και μετά γυρνούσαν, φόρτωναν τα ψώνια τους, και τράβαγαν για τα αγροτόσπιτά τους.
Τώρα, όλα αυτά, έχουν σχεδόν ξεχαστεί.
Рекомендации по теме