Η «Σωτηρία» της Δαρείας – Ένα Ευαγγέλιο Θρησκευτικής Παράνοιας #religion #history #facts

preview_player
Показать описание
Ήταν μια φορά κι έναν καιρό στη Ρώμη ένας νεαρός, ο Χρύσανθος, γιος αριστοκρατών, προορισμένος για μια ζωή γεμάτη άνεση, πλούτη και ευκαιρίες. Όμως, όπως κάθε καλός άγιος της Εκκλησίας, η καλοπέραση δεν του άρεσε. Ο κόσμος ήταν πολύ γήινος, πολύ απολαυστικός, πολύ... ζωντανός. Και έτσι, όταν άκουσε για μια νέα, παράξενη πίστη που υπόσχεται πως η αληθινή ζωή αρχίζει μετά τον θάνατο, αποφάσισε ότι η πραγματικότητα ήταν απλώς μια ενόχληση στον δρόμο προς την αιώνια μακαριότητα.

Αλλά οι γονείς του, πιστοί στη ρωμαϊκή παράδοση, ήθελαν να του βρουν μια καλή σύζυγο, κάποια που να τον προσγειώσει. Έτσι, του έδωσαν τη Δαρεία, μια μορφωμένη και αξιοσέβαστη παγανίστρια ιέρεια, αφιερωμένη στη λατρεία θεοτήτων που—ας το παραδεχτούμε—μπορεί να μην υπήρχαν, αλλά τουλάχιστον διασκέδαζαν τους πιστούς τους.

Ο Χρύσανθος, όμως, δεν είχε σκοπό να απολαύσει ούτε το γάμο ούτε τη ζωή. Γιατί να αρκεστείς σε μια θνητή, όταν μπορείς να κηρύξεις ότι η αληθινή ευτυχία έρχεται αφού πεθάνεις με βασανιστικό τρόπο; Με άφθονες δόσεις θεολογικής χειραγώγησης, έπεισε τη Δαρεία ότι οι δικοί της θεοί ήταν ψεύτικοι, ότι οι χαρές της ζωής ήταν μια δοκιμασία και ότι η αρετή σήμαινε να περιμένεις την εκτέλεσή σου με χαμόγελο. Και εκείνη, είτε από έρωτα, είτε από πίεση, είτε από το γνωστό σύνδρομο του ομήρου που κάνει τις θρησκείες να ανθούν, τον ακολούθησε.

Τελικά, η Ρώμη, που είχε καλύτερα πράγματα να κάνει από το να κυνηγά φανατικούς που ήθελαν να πεθάνουν, αποφάσισε να τους κάνει τη χάρη. Τους έθαψαν ζωντανούς—μια έξυπνη, πρακτική λύση για την εποχή. Και κάπου εκεί τελειώνει η ιστορία. Εκτός βέβαια από την εκκλησία, που αργότερα έγραψε το happy end: Αυτοί δεν πέθαναν—θριάμβευσαν! Αυτή δεν καταστράφηκε—σώθηκε!

Ο Νίτσε θα γελούσε δυνατά με αυτή την ιστορία, βλέποντας σε αυτή το απόλυτο μίσος για τη ζωή. Ο Χρύσανθος δεν έσωσε τη Δαρεία· την καταδίκασε. Όπως κάθε αληθινός άγιος, απεχθανόταν τη χαρά, τη δύναμη, την ανεξαρτησία. Έκανε αυτό που κάνει κάθε σωστός θρησκευτικός ζηλωτής: μετέτρεψε το μεγαλείο της ύπαρξης σε ένα θλιβερό προοίμιο θανάτου. Και το πιο εντυπωσιακό; Έπεισε τους πιστούς ότι αυτό είναι καλό.

Οπότε ας υψώσουμε το ποτήρι μας στον Χρύσανθο, έναν άνδρα που κοίταξε τον παράδεισο της γήινης ύπαρξης και είπε: «Όχι, ευχαριστώ. Προτιμώ να με θάψουν ζωντανό.»

@TheUnbelieverGr
Рекомендации по теме
Комментарии
Автор

Ήταν μια φορά κι έναν καιρό στη Ρώμη ένας νεαρός, ο Χρύσανθος, γιος αριστοκρατών, προορισμένος για μια ζωή γεμάτη άνεση, πλούτη και ευκαιρίες. Όμως, όπως κάθε καλός άγιος της Εκκλησίας, η καλοπέραση δεν του άρεσε. Ο κόσμος ήταν πολύ γήινος, πολύ απολαυστικός, πολύ... ζωντανός. Και έτσι, όταν άκουσε για μια νέα, παράξενη πίστη που υπόσχεται πως η αληθινή ζωή αρχίζει μετά τον θάνατο, αποφάσισε ότι η πραγματικότητα ήταν απλώς μια ενόχληση στον δρόμο προς την αιώνια μακαριότητα.

Αλλά οι γονείς του, πιστοί στη ρωμαϊκή παράδοση, ήθελαν να του βρουν μια καλή σύζυγο, κάποια που να τον προσγειώσει. Έτσι, του έδωσαν τη Δαρεία, μια μορφωμένη και αξιοσέβαστη παγανίστρια ιέρεια, αφιερωμένη στη λατρεία θεοτήτων που—ας το παραδεχτούμε—μπορεί να μην υπήρχαν, αλλά τουλάχιστον διασκέδαζαν τους πιστούς τους.

Ο Χρύσανθος, όμως, δεν είχε σκοπό να απολαύσει ούτε το γάμο ούτε τη ζωή. Γιατί να αρκεστείς σε μια θνητή, όταν μπορείς να κηρύξεις ότι η αληθινή ευτυχία έρχεται αφού πεθάνεις με βασανιστικό τρόπο; Με άφθονες δόσεις θεολογικής χειραγώγησης, έπεισε τη Δαρεία ότι οι δικοί της θεοί ήταν ψεύτικοι, ότι οι χαρές της ζωής ήταν μια δοκιμασία και ότι η αρετή σήμαινε να περιμένεις την εκτέλεσή σου με χαμόγελο. Και εκείνη, είτε από έρωτα, είτε από πίεση, είτε από το γνωστό σύνδρομο του ομήρου που κάνει τις θρησκείες να ανθούν, τον ακολούθησε.

Τελικά, η Ρώμη, που είχε καλύτερα πράγματα να κάνει από το να κυνηγά φανατικούς που ήθελαν να πεθάνουν, αποφάσισε να τους κάνει τη χάρη. Τους έθαψαν ζωντανούς—μια έξυπνη, πρακτική λύση για την εποχή. Και κάπου εκεί τελειώνει η ιστορία. Εκτός βέβαια από την εκκλησία, που αργότερα έγραψε το happy end: Αυτοί δεν πέθαναν—θριάμβευσαν! Αυτή δεν καταστράφηκε—σώθηκε!

Ο Νίτσε θα γελούσε δυνατά με αυτή την ιστορία, βλέποντας σε αυτή το απόλυτο μίσος για τη ζωή. Ο Χρύσανθος δεν έσωσε τη Δαρεία· την καταδίκασε. Όπως κάθε αληθινός άγιος, απεχθανόταν τη χαρά, τη δύναμη, την ανεξαρτησία. Έκανε αυτό που κάνει κάθε σωστός θρησκευτικός ζηλωτής: μετέτρεψε το μεγαλείο της ύπαρξης σε ένα θλιβερό προοίμιο θανάτου. Και το πιο εντυπωσιακό; Έπεισε τους πιστούς ότι αυτό είναι καλό.

Οπότε, ας υψώσουμε το ποτήρι μας στον Χρύσανθο, έναν άνδρα που κοίταξε τον παράδεισο της γήινης ύπαρξης και είπε: «Όχι, ευχαριστώ. Προτιμώ να με θάψουν ζωντανό.»

@TheUnbelieverGr

TheUnbelieverGr
join shbcf.ru