Κρητικές Μαδάρες-Λουλούδια μην ανθίζετε,πουλιά μην κελαηδείτε,(Η καταστροφή των Ανωγείων)

preview_player
Показать описание
Συγκλονιστική η απόδοση από έναν θρύλο του Ριζίτικου σε αυτό απόσπασμα της  Ρίμας για το ολοκαύτωμα των Ανωγείων σαν σήμερα τις 13 Αυγούστου του 1944.Τόσο σαν μονωδός αλλά και σαν γνώστης των Ριζίτικων και κυρίως των δύσκολων τραγουδιών και των σκοπών τους ο αείμνηστος ο Μιχάλης ο Παπαδονικολάκης από την Αγία Ειρήνη Σελίνου των Χανίων καταγράφεται πανάξια ως ένας απο τους σημαντικότερους ανθρώπους του Κρητικού Δημοτικού τραγουδιού μας,Αθάνατος.
Рекомендации по теме
Комментарии
Автор

Ρίμα-αφιέρωμα στο ολοκαύτωμα των Ανωγείων από τους Ναζι μια μέρα σαν και σήμερα 13 Αυγούστου του 1944.Ο μαρτυρικός Ανωγειανός λαός θα δεχτεί τις βάρβαρες ορδές της βέρμαχτ και το χωριό του θα ισοπεδωθεί κυριολεκτικά αλλά και με πολλούς νεκρούς δυστυχώς.Αλλά τα Ανώγεια ξαναγίνανε όπως η Ηρωική μαρτυρική Κάντανος η  κατακαημένη μαρτυρική Βιάννο, και όλη η Κρήτη ξανάγινε και υπάρχει.Αθάνατοι όλοι πολεμήσανε και όσοι θυσιάστηκανε για την Λεύθεριά της Κρήτης μας.

Το απόσπασμα της Ρίμας που τραγουδήθηκε από τον Αείμνηστο τον
Μιχάλη τον Παπαδονικολάκη από την Αγία Ειρήνη Σελίνου των Χανίων:

Λουλούδια μην ανθίζετε, πουλιά μην κελαηδείτε,
τ’ Ανώγεια μας εκάψανε και να τα λυπηθείτε.
Μαύρα φορούνε τα βουνά κι ο γέρο Ψηλορείτης,
πενθούν τ’ Ανώγεια το χωριό, τους ήρωες της Κρήτης.
Ω!Παναγιά μου Ανωγειανή, που ’σουν αυτή την ώρα,
όταν εβάζαν τη φωθιά στα ξακουσμέν’ Ανώγεια ;
Πρώτα χαλάσαν το σκολειό και κάψαν τα θρανία,
και τα παιδιά επήγανε εις τα οικοτροφεία.
Ήρθαν τση άνοιξης πουλιά, για να παραθερίσουν,
στ’ Ανώγεια δεν εβρήκανε τοίχους φωλιές να χτίσουν.







Εδώ ολόκληρη η ρίμα:

Λουλούδια μην ανθίζετε, πουλιά μην κελαηδείτε
τ’Ανώγεια μας εκάψανε και να τα λυπηθείτε.
Μιαν Κυριακή την ταχινή, ώρα που λειτουργούσι,
μπήκαν στ’Ανώγεια οι Γερμανοί τσ’Αντάρτες και ζητούσι.
Αντάρτες σα δε βρήκανε και κάνανε το κόμμα,
γέρους και γυναικόπαιδα κάτω τα κάμαν όλα.
Αύγουστε γερμανόφιλε, φονιά και κεσταμπίτη
και μαύρη ζώνη έβαλες, στη σκλαβωμένη Κρήτη.
Μαύρα φορούνε τα βουνά κι ο γέρο Ψηλορείτης,
πενθούν τ’Ανώγεια το χωριό, τους ήρωες της Κρήτης.
Ω ! Παναγιά μου Ανωγειανή, που’σουν αυτή την ώρα,
όταν εβάζαν τη φωθιά στα ξακουσμέν’ Ανώγεια ;
Ανώγεια μ’ορεινό χωριό κι εκάψασι σ’ οι σκύλοι
και βάλασί σου τα πυρά και γίνηκες γιανγκίνι.
Τα μέγαρά σου ερίξανε και την τροφή σου πήραν
τα ρούχα σου τα πλουμιστά στη Γερμανία πήγαν.
Ανώγεια μου τα πλούτη σου και τα οζά τα τόσα,
οι Γερμανοί τα πήρανε, χωρίς να δώσουν γρόσα.
Δέκα χιλιάδες Γερμανοί, χωρίς τσι κεσταμπίτες
σε γδύναν και σε καίγανε τις μέρες και τις νύχτες.
Πρώτα χαλάσαν το σκολειό και κάψαν τα θρανία
και τα παιδιά επήγανε εις τα οικοτροφεία.
Και κλαί’ η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα
κι έχει λαχτάρα να το ιδεί κι έχει η καρδιά της λάβρα.
Έχουνε περιποίηση σπουδαία τα καημένα,
μα έχουν περιόριση κι είν’όλα χλομιασμένα.
Θερμά συγχαρητήρια δίνω στους αρχηγούς μας,
που φρόντισαν για τα παιδιά τ’άστεγα του χωριού μας.
Αίγυπτο και Αμερική μαζί με την Αγγλία
έφεραν δώρα πλούσια σ’αυτή τη δυστυχία.
Κι έχομ’ελπίδες εις αυτούς να χτίσουν το χωριό μας
και να το ξαναφτιάξουνε σαν πρώτα το σκολειό μας.
Ήρθαν τση άνοιξης πουλιά, για να παραθερίσουν,
στ’Ανώγεια δεν εβρήκανε τοίχους φωλιές να χτίσουν.
Προτού να το χαλάσουνε οι σκύλοι το χωριό μας,
ήρθαν και εκτελέσανε πρώτα τον αρχηγό μας.
Πρώτ’ εκτελέσαν το Σκουλά και τε τον Δραμουντάνη
κι ύστερα κάψαν το χωριό και γίνηκε αθάλη.
Που θελά πάνε στη Λιβή τα δίκια να μιλήσουν
και το πυροπαθή χωριό θελά υποστηρίξουν.
Έχουνε θύματα πολλά τ’Ανώγεια τα καημένα,
εις τα βιβλία της αντρειάς τα’χουνε περασμένα.
Για την πατρίδα πέσανε για τον ηρωισμό τους,
του Κράιπε η απαγωγή το΄καψε το χωριό τους.
Έκαψ’ο Σήφης το χωριό που το’χε καύχημάν του,
όμως δε ζούσε να το ιδεί και να χαρ’ η καρδιάν του.
Γιατί τον ετυλίξανε τ’Ανωγειανά ανταρτάκια
και τον εγριμοσκίσανε σαν τ’άγρια γεράκια.
Κι αζωντανό τον πήγανε στ’ανωγειανό λημέρι
κι ανάκριση του πήρανε όλ’οι καπεταναίοι.
Αφού δεν εμολόγησε ι το γουρούνι πράμα
στον τάφκο τον εβάλανε μ’όλην του την ομάδα.
Εγίνηκε μνημόσυνο στ’Ανώγεια τα καημένα
και στέφανα κατάθεσαν με μάθια δακρυσμένα.
Κόσμος πολύς μαζεύτηκε στ’Ανώγεια στην πλατεία
δάκρυα πολλά χυθήκανε εκείνη την ημέρα.
Ήρθε στρατός κι οι πρόσκοποι και ο μητροπολίτης
κι ο υπουργός των Αθηνών κι όλαι αι αρχαί της Κρήτης.
Δόξα’χουν οι Ανωγειανοί, αυτοί και τα παιδιάν τους
και της αντρείας το σταυρό επήραν τα’άρματάν τους.
Πάλι τ’Ανώγεια θα γενούν καλύτερα μια μέρα
αφού λευτερωθήκανε δε λέγουνται καημένα.
Και πρέπει να μονιάσουμε οι άστεγοι όλοι ομάδι
να τη χειροκροτήσομε τη νίκη τη μεγάλη.
Να παίξουνε χαρούμενα της Νίκης οι καμπάνες
να κλαιν’αδέρφια κι ορφανά, χηράδες και μανάδες.
Τότε νερό της λησμονιάς να πιούμε με το γάλα
και να ξελησμονήσομε τα πάθη τα μεγάλα.
Να’ρθει στον κόσμο λευτεριά, να’ρθει στην Κρήτη ειρήνη
κι ίσως να την ξεχάσομε την ψυχική οδύνη.
Τα βάσανα των Ανωγειώ όποιος θα τα συντάξει
εις το πανεπιστήμιο πρέπει να πα σπουδάξει.
Κι εγώ’μαι μιαν αγράμματη, γυναίκα παιδιωμένη
κι αν έχω λάθη, αδέρφια μου, να’μαι συμπαθιασμένη.

Sifakas
Автор

Οι περισσότεροι δεν ξέρουμε αυτό το ιστορικό γεγονός όπως και άλλα γι αυτόν τον πολύπαθο τόπο μας που η ιστορία του έχει κυριολεκτικά γραφτεί με αίμα!!! Να είστε καλά για όσα τραγούδια αφιερώματα ανεβάζετε και τα μαθαίνουμε και τα θυμόμαστε! Ιδανικός ο τρόπος που τραγουδιεται εδώ σαν μοιρολόι!!

elenixania