filmov
tv
Ν. Αμπατιέλος: Το εργατικό-λαϊκό κίνημα να ορθώσει ανάστημα στο σύστημα της εκμετάλλευσης

Показать описание
Στην επιμονή της κυβέρνησης να διατηρεί ως πρόβλεψη την πανεπιστημιακή αστυνομία, στάθηκε ο Ν. Αμπατιέλος, βουλευτής του ΚΚΕ, κατά την παρέμβαση στη συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής για το νομοσχέδιο για τους συνοριακούς σταθμούς και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Υπενθύμισε, συγκεκριμένα, ότι η κυβέρνηση έχει «φάει τα μούτρα» της ξανά και ξανά από τις μαζικές κινητοποιήσεις φοιτητών και λαού απέναντι σε αυτό το αντιδραστικό μέτρο. Εξήγησε, ότι όσο οξύνονται οι συνέπειες της κυβερνητικής πολιτικής στην καθημερινή ζωή των εργαζομένων, του λαού και της νεολαίας, οι πολεμικές συγκρούσεις και η απαράδεκτη ελληνική εμπλοκή σε αυτές και «όσο βαράνε οι καμπάνες μια νέας διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης», τόσο και η κυβέρνηση θα «έχει το μάτι» της στην καταστολή, προκειμένου «να κάτσει ο λαός και η νεολαία να παρακολουθεί αυτήν την πορεία με τις πολύ καταστροφικές για τον λαό συνέπειες».
Ξεκαθάρισε, όμως, ότι δεν πρόκειται να συμβεί κάτι τέτοιο, ακριβώς επειδή «το εργατικό-λαϊκό κίνημα έχει την ευθύνη και τη δυνατότητα να ξεπεράσει όλα αυτά τα εμπόδια, να ορθώσει ανάστημα και να σαρώσει τέτοιους νόμους, να τα γυρίσει όλα τούμπα με βάση και τους όρους που αξίζει να ζούμε τον 21ο αιώνα σε σύγκρουση με το σύστημα της εκμετάλλευσης, της φτώχειας και τον πολέμων που υπηρετείτε».
Σχετικά με το κύριο μέρος του νομοσχεδίου, ο Ν. Αμπατιέλος επισήμανε τα αποτελέσματα του αντιλαϊκού θεσμικού πλαισίου για την Τοπική Διοίκηση που έχουν διαμορφώσει όλες οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις τα τελευταία 20 χρόνια: δραστικός περιορισμός χρηματοδότησης δήμων από κρατικό προϋπολογισμό, υποστελέχωση σε όλους τους τομείς και με τους περισσότερους να είναι κρίσιμοι για τον λαό, εκτίναξη ανταποδοτικότητας, δηλαδή ο λαός να πληρώνει και να ξαναπληρώνει αυτά που του έχει πάρει η βαριά φορολογία, ιδιωτικοποιήσεις πάντα με τη λογική του επιχειρηματικού κέρδους σε όλα τα έργα και τις υποδομές και αρμοδιότητες να έχουν «πεταχτεί» από το κράτος στους δήμους, χωρίς τους αντίστοιχους οικονομικούς πόρους από τον κρατικό προϋπολογισμό και το απαραίτητο εξειδικευμένο προσωπικό, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση και «να χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα σχετικά με το ποιος έχει τελικά την αρμοδιότητα να λύσει τέτοια κρίσιμα για τις λαϊκές ανάγκες ζητήματα».
Σχολίασε ότι τη στιγμή που η κυβέρνηση μιλάει για μόλις κατά 2% αύξηση κεντρικών αυτοτελών πόρων, η κρατική χρηματοδότηση στους δήμους από το 2009 έχει μειωθεί πάνω από 60%, ούτε η μισθοδοσία του τακτικού προσωπικού δεν μπορεί να καλυφθεί και ο μεγαλύτερος οφειλέτης των δήμων είναι ίδιο το κράτος.
Ανέδειξε ότι το κράτος είναι ικανό να χρηματοδοτεί με δισεκατομμύρια επιχειρηματικούς ομίλους και ΝΑΤΟ, να δημιουργεί «ευνοϊκό περιβάλλον για την κερδοφορία με φοροαπαλλαγές» και να μειώνει το ενεργειακό κόστος, όπως και αυτό της ύδρευσης και των δικτύων, αλλά ανίκανο να εξασφαλίσει, για παράδειγμα, μηδενικά τιμολόγια σε παιδικούς σταθμούς, σχολεία, ΚΑΠΗ και αθλητικές και πολιτικές εγκαταστάσεις, όπως κάνει για τους εφοπλιστές και τους βιομηχάνους, ή να δώσει χρήματα για την κατασκευή νέων σύγχρονων και ασφαλών σχολείων και παιδικών σταθμών και να μην επικαλείται «περιορισμένες δημοσιονομικές ικανότητες».
Σημείωσε ότι με την ίδια λογική αντιμετωπίζεται και η ζωτικής σημασίας Πολιτική Προστασία, με την προκλητική απουσία ολοκληρωμένων παρεμβάσεων, τη στιγμή που ο λαός το καλοκαίρι καίγεται και τον χειμώνα πνίγεται. Στάθηκε, ειδικότερα, στο συμβουλευτικό όργανο «στην απόλυτη ευχέρεια του περιφερειάρχη» που προβλέπεται στο νομοσχέδιο και στην ομολογία που αναφέρει «ότι οι όποιες προτάσεις νομοθετικών παρεμβάσεων υπάρξουν θα είναι σύμφωνα με την ευρωενωσιακή κατεύθυνση, νομοθεσία και διεθνείς συμφωνίες». Σύμφωνα, δηλαδή, με κατευθύνσεις «που λένε κυνικά ότι όπου συμφέρει να δώσεις καμιά αποζημίωση μην κάνεις αντιπλημμυρικά που κοστίζουν».
Ο Ν. Αμπατιέλος έκανε λόγο και για την κατάσταση που επικρατεί στους χώρους εργασίας των δήμων και «έχει ξεπεράσει προ πολλού να χαρακτηρίζεται απλά οριακή», καθώς πλέον ακόμα και βασικές λειτουργίες των δήμων καλύπτονται με προσωπικό με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, οδηγώντας στην εντατικοποίηση και σε εκατοντάδες εργατικά ατυχήματα και νεκρούς εν ώρα εργασίας. Πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση όχι μόνο αρνείται «πεισματικά» να ικανοποιήσει τα αιτήματα πολλών δήμων για αναγκαίες προσλήψεις σε μόνιμο προσωπικό, αλλά καταργεί και μέσα ατομικής προστασίας, όπως την παροχή γάλακτος.
Τέλος, στηλίτευσε το γεγονός ότι απέναντι σε αυτήν την πολιτική υπάρχει «μια υπολογίσιμη δύναμη, αγωνιστικής αντιπολίτευσης απέναντι στην κυβέρνηση και στο συνολικό αυτό νομικό πλαίσιο, στηριγμένη στο εργατικό-λαϊκό κίνημα, είτε από θέση διοίκησης στους δήμους, με κομμουνιστές δημάρχους μπροστά, είτε ως αντιπολίτευση σε δημοτικές αρχές που στηρίζονται από ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ, από διάφορους που το παίζουν ανεξάρτητοι, από διάφορους που αυτοαποκαλούνται αυτοδιοικητικοί, κρύβοντας την πολιτική ουσία των προβλημάτων και εξυπηρετώντας αυτήν την πολιτική και τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα».
Υπενθύμισε, συγκεκριμένα, ότι η κυβέρνηση έχει «φάει τα μούτρα» της ξανά και ξανά από τις μαζικές κινητοποιήσεις φοιτητών και λαού απέναντι σε αυτό το αντιδραστικό μέτρο. Εξήγησε, ότι όσο οξύνονται οι συνέπειες της κυβερνητικής πολιτικής στην καθημερινή ζωή των εργαζομένων, του λαού και της νεολαίας, οι πολεμικές συγκρούσεις και η απαράδεκτη ελληνική εμπλοκή σε αυτές και «όσο βαράνε οι καμπάνες μια νέας διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης», τόσο και η κυβέρνηση θα «έχει το μάτι» της στην καταστολή, προκειμένου «να κάτσει ο λαός και η νεολαία να παρακολουθεί αυτήν την πορεία με τις πολύ καταστροφικές για τον λαό συνέπειες».
Ξεκαθάρισε, όμως, ότι δεν πρόκειται να συμβεί κάτι τέτοιο, ακριβώς επειδή «το εργατικό-λαϊκό κίνημα έχει την ευθύνη και τη δυνατότητα να ξεπεράσει όλα αυτά τα εμπόδια, να ορθώσει ανάστημα και να σαρώσει τέτοιους νόμους, να τα γυρίσει όλα τούμπα με βάση και τους όρους που αξίζει να ζούμε τον 21ο αιώνα σε σύγκρουση με το σύστημα της εκμετάλλευσης, της φτώχειας και τον πολέμων που υπηρετείτε».
Σχετικά με το κύριο μέρος του νομοσχεδίου, ο Ν. Αμπατιέλος επισήμανε τα αποτελέσματα του αντιλαϊκού θεσμικού πλαισίου για την Τοπική Διοίκηση που έχουν διαμορφώσει όλες οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις τα τελευταία 20 χρόνια: δραστικός περιορισμός χρηματοδότησης δήμων από κρατικό προϋπολογισμό, υποστελέχωση σε όλους τους τομείς και με τους περισσότερους να είναι κρίσιμοι για τον λαό, εκτίναξη ανταποδοτικότητας, δηλαδή ο λαός να πληρώνει και να ξαναπληρώνει αυτά που του έχει πάρει η βαριά φορολογία, ιδιωτικοποιήσεις πάντα με τη λογική του επιχειρηματικού κέρδους σε όλα τα έργα και τις υποδομές και αρμοδιότητες να έχουν «πεταχτεί» από το κράτος στους δήμους, χωρίς τους αντίστοιχους οικονομικούς πόρους από τον κρατικό προϋπολογισμό και το απαραίτητο εξειδικευμένο προσωπικό, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση και «να χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα σχετικά με το ποιος έχει τελικά την αρμοδιότητα να λύσει τέτοια κρίσιμα για τις λαϊκές ανάγκες ζητήματα».
Σχολίασε ότι τη στιγμή που η κυβέρνηση μιλάει για μόλις κατά 2% αύξηση κεντρικών αυτοτελών πόρων, η κρατική χρηματοδότηση στους δήμους από το 2009 έχει μειωθεί πάνω από 60%, ούτε η μισθοδοσία του τακτικού προσωπικού δεν μπορεί να καλυφθεί και ο μεγαλύτερος οφειλέτης των δήμων είναι ίδιο το κράτος.
Ανέδειξε ότι το κράτος είναι ικανό να χρηματοδοτεί με δισεκατομμύρια επιχειρηματικούς ομίλους και ΝΑΤΟ, να δημιουργεί «ευνοϊκό περιβάλλον για την κερδοφορία με φοροαπαλλαγές» και να μειώνει το ενεργειακό κόστος, όπως και αυτό της ύδρευσης και των δικτύων, αλλά ανίκανο να εξασφαλίσει, για παράδειγμα, μηδενικά τιμολόγια σε παιδικούς σταθμούς, σχολεία, ΚΑΠΗ και αθλητικές και πολιτικές εγκαταστάσεις, όπως κάνει για τους εφοπλιστές και τους βιομηχάνους, ή να δώσει χρήματα για την κατασκευή νέων σύγχρονων και ασφαλών σχολείων και παιδικών σταθμών και να μην επικαλείται «περιορισμένες δημοσιονομικές ικανότητες».
Σημείωσε ότι με την ίδια λογική αντιμετωπίζεται και η ζωτικής σημασίας Πολιτική Προστασία, με την προκλητική απουσία ολοκληρωμένων παρεμβάσεων, τη στιγμή που ο λαός το καλοκαίρι καίγεται και τον χειμώνα πνίγεται. Στάθηκε, ειδικότερα, στο συμβουλευτικό όργανο «στην απόλυτη ευχέρεια του περιφερειάρχη» που προβλέπεται στο νομοσχέδιο και στην ομολογία που αναφέρει «ότι οι όποιες προτάσεις νομοθετικών παρεμβάσεων υπάρξουν θα είναι σύμφωνα με την ευρωενωσιακή κατεύθυνση, νομοθεσία και διεθνείς συμφωνίες». Σύμφωνα, δηλαδή, με κατευθύνσεις «που λένε κυνικά ότι όπου συμφέρει να δώσεις καμιά αποζημίωση μην κάνεις αντιπλημμυρικά που κοστίζουν».
Ο Ν. Αμπατιέλος έκανε λόγο και για την κατάσταση που επικρατεί στους χώρους εργασίας των δήμων και «έχει ξεπεράσει προ πολλού να χαρακτηρίζεται απλά οριακή», καθώς πλέον ακόμα και βασικές λειτουργίες των δήμων καλύπτονται με προσωπικό με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, οδηγώντας στην εντατικοποίηση και σε εκατοντάδες εργατικά ατυχήματα και νεκρούς εν ώρα εργασίας. Πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση όχι μόνο αρνείται «πεισματικά» να ικανοποιήσει τα αιτήματα πολλών δήμων για αναγκαίες προσλήψεις σε μόνιμο προσωπικό, αλλά καταργεί και μέσα ατομικής προστασίας, όπως την παροχή γάλακτος.
Τέλος, στηλίτευσε το γεγονός ότι απέναντι σε αυτήν την πολιτική υπάρχει «μια υπολογίσιμη δύναμη, αγωνιστικής αντιπολίτευσης απέναντι στην κυβέρνηση και στο συνολικό αυτό νομικό πλαίσιο, στηριγμένη στο εργατικό-λαϊκό κίνημα, είτε από θέση διοίκησης στους δήμους, με κομμουνιστές δημάρχους μπροστά, είτε ως αντιπολίτευση σε δημοτικές αρχές που στηρίζονται από ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ, από διάφορους που το παίζουν ανεξάρτητοι, από διάφορους που αυτοαποκαλούνται αυτοδιοικητικοί, κρύβοντας την πολιτική ουσία των προβλημάτων και εξυπηρετώντας αυτήν την πολιτική και τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα».