filmov
tv
Βασιλης Παπακωνσταντινου Σφεντονα @ Θεατρο Πετρας 24-06-2015

Показать описание
ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΣΦΕΝΤΟΝΑ @ ΘΕΑΤΡΟ ΠΕΤΡΑΣ 24-06-2015
Μουσική: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Στίχοι: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
40 χρόνια έφηβος κοντά μισόν αιώνα,
το καλοκαίρι άσπριζα, μαύριζα το χειμώνα.
40 χρόνια ανώριμος, ξεφτίλας Δον Κιχώτης,
4ο χρόνια γκόμενος, 40 χρόνια πότης.
Γεννήθηκα σ' ένα χωριό Τετάρτη μεσημέρι,
γιατρός δε με ξεπέταξε, μα μιας μαμής το χέρι.
Οι συγγενείς μαζεύτηκαν από νωρίς στο σπίτι,
πως είναι έτσι το παιδί και τι μεγάλη μύτη.
Νάνι, νάνι, το παιδί μας νάνι,
νάνι, νάνι και παρήγγειλα.
Νάνι, νάνι, στην πόλη τα προικιά του
και τα χρυσαφικά του, τα παρήγγειλα.
Νάνι, νάνι κι όπου το πονεί να γιάνει
νάνι, νάνι, κάνει νάνι του.
Μα εγώ από τον ύπνο μου την έκανα κοπάνα,
τέντωνα τη σφεντόνα μου, σημάδευα αεροπλάνα
και πάνω στο καλύτερο με ξύπναγαν με βία,
για να μ' αποκοιμήσουνε δασκάλοι στα θρανία.
Κι ενώ όλα τα θυμόμουνα κι είχα μυαλό ξουράφι,
να μεγαλώσω ξέχασα και έμεινα στο ράφι.
Έτσι για πάντα κράτησα την παιδική μου εικόνα,
εκείνου του αλητάμπουρα που κράταγε σφεντόνα.
Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά, έλα πάρε και τούτο,
μικρό-μικρό σου το 'δωσα άρχοντα φέρε μού το,
κρύψε και τη σφεντόνα του, φρόνιμο κάνε μού το.
Παλιέ μου φίλε γνώριμε, συμμαθητή, θαμώνα,
μαζί μου απόψε έφερα εκείνη τη σφεντόνα.
Μην πάει ο νους σου στο κακό πουλιά δε θα χτυπήσω,
με κότσυφες και πέρδικες τι έχω να χωρίσω.
Τα παιδικά μας όνειρα θα σας εκ-σφεντονίσω,
με χρώματα και μουσικές θα σας τα τραγουδήσω.
Παλιέ μου φίλε γνώριμε, συμμαθητή, θαμώνα,
απόψε που βρεθήκαμε σου δίνω τη σφεντόνα.
Μουσική: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Στίχοι: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
40 χρόνια έφηβος κοντά μισόν αιώνα,
το καλοκαίρι άσπριζα, μαύριζα το χειμώνα.
40 χρόνια ανώριμος, ξεφτίλας Δον Κιχώτης,
4ο χρόνια γκόμενος, 40 χρόνια πότης.
Γεννήθηκα σ' ένα χωριό Τετάρτη μεσημέρι,
γιατρός δε με ξεπέταξε, μα μιας μαμής το χέρι.
Οι συγγενείς μαζεύτηκαν από νωρίς στο σπίτι,
πως είναι έτσι το παιδί και τι μεγάλη μύτη.
Νάνι, νάνι, το παιδί μας νάνι,
νάνι, νάνι και παρήγγειλα.
Νάνι, νάνι, στην πόλη τα προικιά του
και τα χρυσαφικά του, τα παρήγγειλα.
Νάνι, νάνι κι όπου το πονεί να γιάνει
νάνι, νάνι, κάνει νάνι του.
Μα εγώ από τον ύπνο μου την έκανα κοπάνα,
τέντωνα τη σφεντόνα μου, σημάδευα αεροπλάνα
και πάνω στο καλύτερο με ξύπναγαν με βία,
για να μ' αποκοιμήσουνε δασκάλοι στα θρανία.
Κι ενώ όλα τα θυμόμουνα κι είχα μυαλό ξουράφι,
να μεγαλώσω ξέχασα και έμεινα στο ράφι.
Έτσι για πάντα κράτησα την παιδική μου εικόνα,
εκείνου του αλητάμπουρα που κράταγε σφεντόνα.
Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά, έλα πάρε και τούτο,
μικρό-μικρό σου το 'δωσα άρχοντα φέρε μού το,
κρύψε και τη σφεντόνα του, φρόνιμο κάνε μού το.
Παλιέ μου φίλε γνώριμε, συμμαθητή, θαμώνα,
μαζί μου απόψε έφερα εκείνη τη σφεντόνα.
Μην πάει ο νους σου στο κακό πουλιά δε θα χτυπήσω,
με κότσυφες και πέρδικες τι έχω να χωρίσω.
Τα παιδικά μας όνειρα θα σας εκ-σφεντονίσω,
με χρώματα και μουσικές θα σας τα τραγουδήσω.
Παλιέ μου φίλε γνώριμε, συμμαθητή, θαμώνα,
απόψε που βρεθήκαμε σου δίνω τη σφεντόνα.