filmov
tv
Νιάουστα (Παραδοσιακό καθιστικό τραγούδι της Κοζάνης)

Показать описание
Σπάνια ερασιτεχνική ηχογράφηση με μία παλιά γηραιά Κοζανίτισα - την Φανή Καράτζια σε ένα παραδοσιακό της κατηγορίας των καθιστικών τραγουδιών η αλλιώς της τάβλας, που έλκει την προέλευση του από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας ακόμα.
Το σπάνιο αυτό υλικό που φέρει όλη εκείνη την πρωτογενή και ανόθευτη αύρα προέρχεται από το CD «Η Κοζάνη τιμά τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821 με 10+1 παραδοσιακά τραγούδια», σε επιμέλεια Φάνης Φτάκα.
Γράφει η ίδια παρακάτω αυτά:
Η Κοζάνη ήταν ανέκαθεν μια πόλη διακριτή σε όλο τον Βορειοελλαδικό χώρο τόσο για την πλούσια ιστορία της όσο και για τον πολιτισμό της. Διαμόρφωσε μια ιδιαίτερη πολιτισμική ταυτότητα από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας ακόμα, στην οποία τα παραδοσιακά τραγούδια κατέχουν μια πολύ σημαντική θέση στον μακρύ κατάλογο της άυλης (ζωντανής) πολιτιστικής της κληρονομιάς.
Παρά τον καθαρά πλέον αστικό χαρακτήρα της πόλης – που ξεκίνησε την περίοδο της εκρηκτικής της εκβιομηχάνισης γύρω στα 1960 και ολοκληρώθηκε τη δεκαετία του ’90 μετά τον σεισμό του ’95 – τα παραδοσιακά τραγούδια της Κοζάνης, έκφραση των αγροτικών καταβολών της πόλης, καταφέρνουν μέχρι σήμερα και επιβιώνουν με θαυμαστό τρόπο.
Τα παραδοσιακά τραγούδια αποτελούσαν για αιώνες την πιο σημαντική καλλιτεχνική έκφραση της αγροτικής και εργατικής τάξης της πόλης Τραγουδιόταν σε οικογενειακές ή φιλικές συγκεντρώσεις, στα σπίτια, σε γιορτάσια συγγενών και φίλων. Τα τραγουδούσαν ακόμα σε εκδρομές και εξορμήσεις σε εξωκκλήσια και μοναστήρια, σε πανηγύρια, στη δουλειά, στα χωράφια, στα καπνά, στα νυχτέρια, στο χωρατά, σε στιγμές ξεκούρασης ή χαλάρωσης στα σπίτια.
Οι Κοζανίτες υποδέχονταν τις μεγάλες γιορτές του έτους Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά με τα παραδοσιακά τους κόλιαντα, συμμετείχαν στα θεια πάθη του Πάσχα με μοιρολόγια αλλά και στους χορούς της Β’ Ανάστασης και της Πασχαλιάς με τραγούδια της χαράς. Με χαρούμενα τραγούδια ετοίμαζαν τις γαμήλιες τελετές και με λυπητερά ξεπροβοδούσαν τις νύφες στις εκκλησιές, με τραγούδια ξόρκιζαν την ξενιτιά και με μοιρολόγια αποχαιρετούσαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα.
Εκεί όμως που το είδος αυτό της λαϊκής πολιτιστικής έκφρασης κορυφώνεται είναι στους Φανούς της Αποκριάς.
Σε πιο παλιές εποχές το τραγούδι κυριαρχούσε, όταν τα όργανα δεν είχαν ακόμη μπει στο χορό. Τότε το δημοτικό τραγούδι μονοπωλούσε σ’ όλες τις φάσεις του Φανού. Στην προθέρμανση των τραγουδιστών, στο άναμμα του Φανού, στην τέλεση του χορού, στην μεταμεσονύχτια συνεύρεση των ανδρών και στις συγκεντρώσεις και χορούς της Καθαρο Δευτέρας.
Στις μέρες μας , το δωδεκαήμερο της Αποκριάς, τα παραδοσιακά τραγούδια βγαίνουν από την ετήσια χειμέρια νάρκη που έχουν πέσει και αρχίζουν να ζωντανεύουν σταδιακά στις 14 γειτονιές της πόλης φθάνοντας το βράδυ της Κυριακής της Μεγάλης Αποκριάς στο αποκορύφωμα τους . Αναβαπτίζονται στις φωτιές των Αποκριάτικων Φανών κι αντλούν καινούρια πνοή και δύναμη από τις στεντόρειες φωνές των ανδρών που σέρνουν το χορό με τελετουργικό τρόπο γύρω από τη ζωογόνα εστία της εθιμικής πυράς πριν συνεχίσουν στο διηνεκές τη μακραίωνη πορεία τους.
Τα τραγούδια είναι σαν τα ταξιδιάρικα πουλιά, ταξιδεύουν όλα τα χρόνια χωρίς να γνωρίζουν σύνορα. Μετακινούνται από περιοχή σε περιοχή, πετώντας πάνω από θάλασσες και στεριές.
Κάπως έτσι, έφθασαν και στον τόπο μας, την Κοζάνη η οποία από τις απαρχές της ιστορίας της είναι οριοθετημένη σ’ ένα από τα πιο σημαντικά σταυροδρόμια της Μακεδονικής γης αποτελώντας γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, Βορρά και Νότου. Ακόμα και η νεώτερη πόλη της Κοζάνης , τα ίχνη της οποίας χάνονται στα μέσα με τέλη του 14ου αιώνα , αναπτύχθηκε στην ίδια στρατηγική θέση, στη μέση δηλαδή του άξονα που συνέδεε από παλιά την Κωνσταντινούπολη με τη Θεσσαλονίκη και τα Γιάννενα και τη Λάρισα με το Μοναστήρι και την Αχρίδα. Ενώ από τις αρχές του 18ου αιώνα από την πόλη περνούν και οι περιβόητοι δρόμοι των καραβανιών της Βόρειας Βαλκανικής και της Κεντρικής Ευρώπης μεταφέροντας τα προϊόντα της Δυτικομακεδονικής γης στη Γερμανία, Αυστρουγγαρία, Βλαχία σε μεγάλες πόλεις σαν το Βελιγράδι, Βενετία, Βιέννη, Βούδα-Πέστη, Λειψία και αλλού.
Σταυροδρόμι λοιπόν η πόλη για αιώνες πολιτισμών, ανθρώπων, υλικών αγαθών και νέων ιδεών και τάσεων που οι δικοί της έμποροι και πραματευτάδες μαζί με τους περαστικούς ταξιδιώτες κουβαλούσαν στην αγορά, στα σοκάκια, στα χάνια της. Φυσικό επόμενο είναι οι ευνοϊκές αυτές συνθήκες να επηρεάσουν βαθειά και την γενικότερη πολιτιστική κληρονομιά της Κοζάνης και δη τα παραδοσιακά της τραγούδια. Ο κατάλογος τους μεγάλωνε ολοένα και περισσότερο με το πέρασμα του χρόνου, όπως μεταδίδονταν από γενιά σε γενιά μέσω της προφορικής κυρίως παράδοσης.
Το σπάνιο αυτό υλικό που φέρει όλη εκείνη την πρωτογενή και ανόθευτη αύρα προέρχεται από το CD «Η Κοζάνη τιμά τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821 με 10+1 παραδοσιακά τραγούδια», σε επιμέλεια Φάνης Φτάκα.
Γράφει η ίδια παρακάτω αυτά:
Η Κοζάνη ήταν ανέκαθεν μια πόλη διακριτή σε όλο τον Βορειοελλαδικό χώρο τόσο για την πλούσια ιστορία της όσο και για τον πολιτισμό της. Διαμόρφωσε μια ιδιαίτερη πολιτισμική ταυτότητα από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας ακόμα, στην οποία τα παραδοσιακά τραγούδια κατέχουν μια πολύ σημαντική θέση στον μακρύ κατάλογο της άυλης (ζωντανής) πολιτιστικής της κληρονομιάς.
Παρά τον καθαρά πλέον αστικό χαρακτήρα της πόλης – που ξεκίνησε την περίοδο της εκρηκτικής της εκβιομηχάνισης γύρω στα 1960 και ολοκληρώθηκε τη δεκαετία του ’90 μετά τον σεισμό του ’95 – τα παραδοσιακά τραγούδια της Κοζάνης, έκφραση των αγροτικών καταβολών της πόλης, καταφέρνουν μέχρι σήμερα και επιβιώνουν με θαυμαστό τρόπο.
Τα παραδοσιακά τραγούδια αποτελούσαν για αιώνες την πιο σημαντική καλλιτεχνική έκφραση της αγροτικής και εργατικής τάξης της πόλης Τραγουδιόταν σε οικογενειακές ή φιλικές συγκεντρώσεις, στα σπίτια, σε γιορτάσια συγγενών και φίλων. Τα τραγουδούσαν ακόμα σε εκδρομές και εξορμήσεις σε εξωκκλήσια και μοναστήρια, σε πανηγύρια, στη δουλειά, στα χωράφια, στα καπνά, στα νυχτέρια, στο χωρατά, σε στιγμές ξεκούρασης ή χαλάρωσης στα σπίτια.
Οι Κοζανίτες υποδέχονταν τις μεγάλες γιορτές του έτους Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά με τα παραδοσιακά τους κόλιαντα, συμμετείχαν στα θεια πάθη του Πάσχα με μοιρολόγια αλλά και στους χορούς της Β’ Ανάστασης και της Πασχαλιάς με τραγούδια της χαράς. Με χαρούμενα τραγούδια ετοίμαζαν τις γαμήλιες τελετές και με λυπητερά ξεπροβοδούσαν τις νύφες στις εκκλησιές, με τραγούδια ξόρκιζαν την ξενιτιά και με μοιρολόγια αποχαιρετούσαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα.
Εκεί όμως που το είδος αυτό της λαϊκής πολιτιστικής έκφρασης κορυφώνεται είναι στους Φανούς της Αποκριάς.
Σε πιο παλιές εποχές το τραγούδι κυριαρχούσε, όταν τα όργανα δεν είχαν ακόμη μπει στο χορό. Τότε το δημοτικό τραγούδι μονοπωλούσε σ’ όλες τις φάσεις του Φανού. Στην προθέρμανση των τραγουδιστών, στο άναμμα του Φανού, στην τέλεση του χορού, στην μεταμεσονύχτια συνεύρεση των ανδρών και στις συγκεντρώσεις και χορούς της Καθαρο Δευτέρας.
Στις μέρες μας , το δωδεκαήμερο της Αποκριάς, τα παραδοσιακά τραγούδια βγαίνουν από την ετήσια χειμέρια νάρκη που έχουν πέσει και αρχίζουν να ζωντανεύουν σταδιακά στις 14 γειτονιές της πόλης φθάνοντας το βράδυ της Κυριακής της Μεγάλης Αποκριάς στο αποκορύφωμα τους . Αναβαπτίζονται στις φωτιές των Αποκριάτικων Φανών κι αντλούν καινούρια πνοή και δύναμη από τις στεντόρειες φωνές των ανδρών που σέρνουν το χορό με τελετουργικό τρόπο γύρω από τη ζωογόνα εστία της εθιμικής πυράς πριν συνεχίσουν στο διηνεκές τη μακραίωνη πορεία τους.
Τα τραγούδια είναι σαν τα ταξιδιάρικα πουλιά, ταξιδεύουν όλα τα χρόνια χωρίς να γνωρίζουν σύνορα. Μετακινούνται από περιοχή σε περιοχή, πετώντας πάνω από θάλασσες και στεριές.
Κάπως έτσι, έφθασαν και στον τόπο μας, την Κοζάνη η οποία από τις απαρχές της ιστορίας της είναι οριοθετημένη σ’ ένα από τα πιο σημαντικά σταυροδρόμια της Μακεδονικής γης αποτελώντας γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, Βορρά και Νότου. Ακόμα και η νεώτερη πόλη της Κοζάνης , τα ίχνη της οποίας χάνονται στα μέσα με τέλη του 14ου αιώνα , αναπτύχθηκε στην ίδια στρατηγική θέση, στη μέση δηλαδή του άξονα που συνέδεε από παλιά την Κωνσταντινούπολη με τη Θεσσαλονίκη και τα Γιάννενα και τη Λάρισα με το Μοναστήρι και την Αχρίδα. Ενώ από τις αρχές του 18ου αιώνα από την πόλη περνούν και οι περιβόητοι δρόμοι των καραβανιών της Βόρειας Βαλκανικής και της Κεντρικής Ευρώπης μεταφέροντας τα προϊόντα της Δυτικομακεδονικής γης στη Γερμανία, Αυστρουγγαρία, Βλαχία σε μεγάλες πόλεις σαν το Βελιγράδι, Βενετία, Βιέννη, Βούδα-Πέστη, Λειψία και αλλού.
Σταυροδρόμι λοιπόν η πόλη για αιώνες πολιτισμών, ανθρώπων, υλικών αγαθών και νέων ιδεών και τάσεων που οι δικοί της έμποροι και πραματευτάδες μαζί με τους περαστικούς ταξιδιώτες κουβαλούσαν στην αγορά, στα σοκάκια, στα χάνια της. Φυσικό επόμενο είναι οι ευνοϊκές αυτές συνθήκες να επηρεάσουν βαθειά και την γενικότερη πολιτιστική κληρονομιά της Κοζάνης και δη τα παραδοσιακά της τραγούδια. Ο κατάλογος τους μεγάλωνε ολοένα και περισσότερο με το πέρασμα του χρόνου, όπως μεταδίδονταν από γενιά σε γενιά μέσω της προφορικής κυρίως παράδοσης.