filmov
tv
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΣΟΦΙΑ Ημερίδα για τη διεθνοποίηση των ελληνικών πανεπιστημίων 19/11/24

Показать описание
Ένα στοίχημα με το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπη η Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες, είναι να μετατραπεί από χώρα αποστολής φοιτητών στο εξωτερικό σε έναν διεθνή προορισμό με αναβάθμιση της ποιότητας σπουδών των Ελληνικών Ανώτατων Ιδρυμάτων.
Τα ελληνικά ΑΕΙ παράγουν αξιόλογο έργο, παρά το δυσχερές περιβάλλον που καλούνται να λειτουργήσουν.
Και παρά τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν το έργο των ελληνικών ΑΕΙ αναγνωρίζεται Διεθνώς.
Ακόμα μεγαλύτερη βέβαια αναγνώριση, είναι οι χιλιάδες νέοι μας που συνεχίζουν τις σπουδές τους σε ξένα ΑΕΙ ή που, δυστυχώς αναγκάζονται να μεταναστεύσουν και προσλαμβάνονται από κορυφαίες εταιρίες στο εξωτερικό, όπου διαπρέπουν!
Οι διεθνείς εκπαιδευτικές ανταλλαγές λειτουργούν ως δίαυλοι επικοινωνίας, διεύρυνσης / ενίσχυσης των πολιτισμικών σχέσεων, αναπτυξιακής βοήθειας, καθώς και ανάπτυξης της έρευνας και της γνώσης.
Μέσα σε σχεδόν 15 χρόνια, από το 2000 έως το 2014, ο αριθμός των ξένων φοιτητών στις διάφορες χώρες –πρώτες όλων οι ΗΠΑ και Βρετανία– είχε διπλασιαστεί.
Ωστόσο, η Ελλάδα σε όλο αυτό είναι απούσα.
Η τέως υπουργός Παιδείας έχει χαρακτηρίσει εθνικό στόχο τη διεθνοποίηση των ΑΕΙ.
Τα άρθρα του νόμου 4009/2011 καταργήθηκαν και ξαναγράφτηκαν με τον νόμο 4692/2020 και ξανακαταργήθηκαν με τον Νόμο 4957/2022 και ξαναγράφτηκαν με τον νόμο 4957/2022.
Παρατηρούμε δηλαδή ένα αέναο ράβε ξήλωνε που μόνο επιτελικό κράτος δεν προσδιορίζει.
Από όσα προβλέπονταν στον νόμο 4777/2021 και αντικαστάθηκαν με τον 4957/2022 ελάχιστα εφαρμόστηκαν.
Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα ούτε τα μισά Α.Ε.Ι. της χώρας έχουν καταθέσει σχέδιο ασφάλειας και προστασίας.
Σε κάποια άλλα αν και έχει κατατεθεί δεν εφαρμόζεται λόγω υψηλού κόστους (π.χ. Γεωπονικό Παν. Αθηνών) ή για κάποιους άλλους λόγους (όπως έδειξαν τα πρόσφατα γεγονότα στο Ο.Π.Α.)
Η δαπάνη για Τριτοβάθμια Εκπαίδευση αγγίζει το 0,7% του ΑΕΠ, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat και υπολείπεται του μέσου όρου της ΕΕ (1,2%).
Η αναλογία καθηγητών ανά φοιτητή είναι η χειρότερη στην Ελλάδα από πολλές χώρες της ΕΕ, καθώς αντιστοιχούν 47 φοιτητές ανά ακαδημαϊκό καθηγητή.
Τα προβλήματα είναι πολλά και δυστυχώς άλυτα μέχρι σήμερα.
Ένα θέμα που μας προβλημάτισε επίσης είναι ότι η ημερομηνία λήξης της επιλεξιμότητας δαπανών στη δράση Διεθνοποίηση εκπαιδευτικών υπηρεσιών των ΑΕΙ είναι η 31η/12ου/2025.
(;) Μετά τι θα γίνει;
Παρά τα πολλαπλά οφέλη, υπάρχουν και αρκετές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά πανεπιστήμια στην προσπάθεια για διεθνοποίηση.
Πρώτον η Χρηματοδότηση.
Η περιορισμένη δημόσια χρηματοδότηση για την εκπαίδευση και την έρευνα αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια για την επίτευξη μιας αποτελεσματικής διεθνοποίησης.
Δεύτερον οι Διοικητικές και οι θεσμικές δυσκολίες:
Η αναποτελεσματικότητα και η γραφειοκρατία στους διοικητικούς μηχανισμούς των πανεπιστημίων μπορεί να δυσχεράνει την ανάπτυξη διεθνών συνεργασιών.
Τρίτον ο ανταγωνισμός από άλλες χώρες.
Ο ανταγωνισμός από πανεπιστήμια άλλων ευρωπαϊκών και διεθνών χωρών είναι μεγάλος, και τα ελληνικά πανεπιστήμια πρέπει να αναπτύξουν στρατηγικές διαφοροποίησης για να παραμείνουν ανταγωνιστικά.
Τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν κατατάσσονται συχνά στις πρώτες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης, αλλά εξακολουθούν να έχουν ισχυρή παρουσία σε συγκεκριμένα ακαδημαϊκά πεδία, και ιδιαίτερα σε τομείς της έρευνας.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι κατατάξεις αυτές συχνά έχουν κριτήρια που ευνοούν τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια με μεγαλύτερους προϋπολογισμούς και πόρους.
Αξίζει να αναφερθούμε βέβαια και σε αυτό που συμβαίνει στην πράξη.
Κι αυτό φαίνεται από την πρόσφατη προ λίγων ημερών συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν, οι πανεπιστημιακοί καθηγητές.
Αναφέρθηκαν στην υποχρηματοδότηση των πανεπιστημίων και στη δυσμενή μισθολογική μεταχείριση ερευνητών και καθηγητών πανεπιστημίου, γεγονότα που καθιστούν αδύνατο το brain gain στα ελληνικά πανεπιστήμια.
Όπως επισημάνθηκε από την ΠΟΣΔΕΠ, ο αριθμός των Ελλήνων που έχουν επιστρέψει για να εργαστούν στα ελληνικά πανεπιστήμια, είναι πολύ μικρός.
Επιπλέον, η ΠΟΣΔΕΠ ζητά να γίνει άμεσα και συντεταγμένα σημαντική αύξηση του προσωπικού όλων των κατηγοριών στα πανεπιστήμια, με στόχο τη βιωσιμότητα των ΑΕΙ.
Ειδικά για τις 900 θέσεις που έχουν προαναγγελθεί από το υπουργείο Παιδείας, ζητείται να υπάρξει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, αλλά και σαφής μακροπρόθεσμος προγραμματισμός, ώστε να καλυφθούν επαρκώς τα κενά σε διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό.
Η διεθνοποίηση των ελληνικών πανεπιστημίων είναι ένα στρατηγικό βήμα για την ενίσχυση της ακαδημαϊκής τους θέσης, της ερευνητικής τους δραστηριότητας και της σύνδεσής τους με τη διεθνή κοινότητα, κρατώντας όμως πάντα τον ελληνοκεντρικό τους χαρακτήρα.
Τα ελληνικά ΑΕΙ παράγουν αξιόλογο έργο, παρά το δυσχερές περιβάλλον που καλούνται να λειτουργήσουν.
Και παρά τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν το έργο των ελληνικών ΑΕΙ αναγνωρίζεται Διεθνώς.
Ακόμα μεγαλύτερη βέβαια αναγνώριση, είναι οι χιλιάδες νέοι μας που συνεχίζουν τις σπουδές τους σε ξένα ΑΕΙ ή που, δυστυχώς αναγκάζονται να μεταναστεύσουν και προσλαμβάνονται από κορυφαίες εταιρίες στο εξωτερικό, όπου διαπρέπουν!
Οι διεθνείς εκπαιδευτικές ανταλλαγές λειτουργούν ως δίαυλοι επικοινωνίας, διεύρυνσης / ενίσχυσης των πολιτισμικών σχέσεων, αναπτυξιακής βοήθειας, καθώς και ανάπτυξης της έρευνας και της γνώσης.
Μέσα σε σχεδόν 15 χρόνια, από το 2000 έως το 2014, ο αριθμός των ξένων φοιτητών στις διάφορες χώρες –πρώτες όλων οι ΗΠΑ και Βρετανία– είχε διπλασιαστεί.
Ωστόσο, η Ελλάδα σε όλο αυτό είναι απούσα.
Η τέως υπουργός Παιδείας έχει χαρακτηρίσει εθνικό στόχο τη διεθνοποίηση των ΑΕΙ.
Τα άρθρα του νόμου 4009/2011 καταργήθηκαν και ξαναγράφτηκαν με τον νόμο 4692/2020 και ξανακαταργήθηκαν με τον Νόμο 4957/2022 και ξαναγράφτηκαν με τον νόμο 4957/2022.
Παρατηρούμε δηλαδή ένα αέναο ράβε ξήλωνε που μόνο επιτελικό κράτος δεν προσδιορίζει.
Από όσα προβλέπονταν στον νόμο 4777/2021 και αντικαστάθηκαν με τον 4957/2022 ελάχιστα εφαρμόστηκαν.
Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα ούτε τα μισά Α.Ε.Ι. της χώρας έχουν καταθέσει σχέδιο ασφάλειας και προστασίας.
Σε κάποια άλλα αν και έχει κατατεθεί δεν εφαρμόζεται λόγω υψηλού κόστους (π.χ. Γεωπονικό Παν. Αθηνών) ή για κάποιους άλλους λόγους (όπως έδειξαν τα πρόσφατα γεγονότα στο Ο.Π.Α.)
Η δαπάνη για Τριτοβάθμια Εκπαίδευση αγγίζει το 0,7% του ΑΕΠ, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat και υπολείπεται του μέσου όρου της ΕΕ (1,2%).
Η αναλογία καθηγητών ανά φοιτητή είναι η χειρότερη στην Ελλάδα από πολλές χώρες της ΕΕ, καθώς αντιστοιχούν 47 φοιτητές ανά ακαδημαϊκό καθηγητή.
Τα προβλήματα είναι πολλά και δυστυχώς άλυτα μέχρι σήμερα.
Ένα θέμα που μας προβλημάτισε επίσης είναι ότι η ημερομηνία λήξης της επιλεξιμότητας δαπανών στη δράση Διεθνοποίηση εκπαιδευτικών υπηρεσιών των ΑΕΙ είναι η 31η/12ου/2025.
(;) Μετά τι θα γίνει;
Παρά τα πολλαπλά οφέλη, υπάρχουν και αρκετές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά πανεπιστήμια στην προσπάθεια για διεθνοποίηση.
Πρώτον η Χρηματοδότηση.
Η περιορισμένη δημόσια χρηματοδότηση για την εκπαίδευση και την έρευνα αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια για την επίτευξη μιας αποτελεσματικής διεθνοποίησης.
Δεύτερον οι Διοικητικές και οι θεσμικές δυσκολίες:
Η αναποτελεσματικότητα και η γραφειοκρατία στους διοικητικούς μηχανισμούς των πανεπιστημίων μπορεί να δυσχεράνει την ανάπτυξη διεθνών συνεργασιών.
Τρίτον ο ανταγωνισμός από άλλες χώρες.
Ο ανταγωνισμός από πανεπιστήμια άλλων ευρωπαϊκών και διεθνών χωρών είναι μεγάλος, και τα ελληνικά πανεπιστήμια πρέπει να αναπτύξουν στρατηγικές διαφοροποίησης για να παραμείνουν ανταγωνιστικά.
Τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν κατατάσσονται συχνά στις πρώτες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης, αλλά εξακολουθούν να έχουν ισχυρή παρουσία σε συγκεκριμένα ακαδημαϊκά πεδία, και ιδιαίτερα σε τομείς της έρευνας.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι κατατάξεις αυτές συχνά έχουν κριτήρια που ευνοούν τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια με μεγαλύτερους προϋπολογισμούς και πόρους.
Αξίζει να αναφερθούμε βέβαια και σε αυτό που συμβαίνει στην πράξη.
Κι αυτό φαίνεται από την πρόσφατη προ λίγων ημερών συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν, οι πανεπιστημιακοί καθηγητές.
Αναφέρθηκαν στην υποχρηματοδότηση των πανεπιστημίων και στη δυσμενή μισθολογική μεταχείριση ερευνητών και καθηγητών πανεπιστημίου, γεγονότα που καθιστούν αδύνατο το brain gain στα ελληνικά πανεπιστήμια.
Όπως επισημάνθηκε από την ΠΟΣΔΕΠ, ο αριθμός των Ελλήνων που έχουν επιστρέψει για να εργαστούν στα ελληνικά πανεπιστήμια, είναι πολύ μικρός.
Επιπλέον, η ΠΟΣΔΕΠ ζητά να γίνει άμεσα και συντεταγμένα σημαντική αύξηση του προσωπικού όλων των κατηγοριών στα πανεπιστήμια, με στόχο τη βιωσιμότητα των ΑΕΙ.
Ειδικά για τις 900 θέσεις που έχουν προαναγγελθεί από το υπουργείο Παιδείας, ζητείται να υπάρξει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, αλλά και σαφής μακροπρόθεσμος προγραμματισμός, ώστε να καλυφθούν επαρκώς τα κενά σε διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό.
Η διεθνοποίηση των ελληνικών πανεπιστημίων είναι ένα στρατηγικό βήμα για την ενίσχυση της ακαδημαϊκής τους θέσης, της ερευνητικής τους δραστηριότητας και της σύνδεσής τους με τη διεθνή κοινότητα, κρατώντας όμως πάντα τον ελληνοκεντρικό τους χαρακτήρα.