Η ζεμπεκιά τ' αετού

preview_player
Показать описание
Στο πρώτο γλυκοχάραμα και στην κορφή του κόσμου,
με ζεμπεκιά στα χείλη του και με ανάσα δυόσμου,
αετός μετρούσε όνειρα κι άπλωνε τα φτερά του,
με το χορό της λησμονιάς, να σβήσει την καρδιά του.

Ο Χάρος τον περίμενε και χτύπαγε τα χέρια
κρατούσε αντρίκεια το ρυθμό το βήμα του στ’ αστέρια,
πάνω απ’ του κόσμου τη βρωμιά να χτυπηθεί μαζί του,
σαν άγγελος της λευτεριάς να κόψει τη ζωή του.

Στις λάσπες πόρνες γίνονταν, ένα με τα γουρούνια,
άδικο, φτώχεια και καημοί, μπούκωναν τα ρουθούνια.
Μια βόλτα ήταν η ζωή σε μαύρο μονοπάτι,
που μάτωσε σαν έρωτας, γυμνός «στο Γλαροπάτι».

Χτύπα του Χάρε να διαβεί, τη μοναξιά του πλήθους,
σφάξε την πίκρα την οργή και στη φωτιά του στήθους,
χτίσε βωμό με μάρμαρο ελπίδα να σκορπίσεις,
αετός σε νίκησε να λες,
… προτού να τον θερίσεις!!! …

(Οι στίχοι γράφτηκαν για την ανάβασή μου στον Όλυμπο, η οποία πραγματοποιήθηκε την Δευτέρα, 9 Ιουλίου 2012 / 11:11 πμ)

Παρασκευή, 25 Μαΐου 2012 / 05:40 – 07:40 μμ

Μελοποίηση του ποιήματος
Δευτέρα, 23 Ιουλίου 2018 / 6:06 μμ
______________________________________________
Рекомендации по теме