filmov
tv
Κώστας Καββαθάς: Και να ξανά γενιόμουνα πάλι αεροπόρος θα γινόμουν χωρίς την παραμικρή αμφιβολία!

Показать описание
Επίκαιρα/1970-1974Πώς να γίνετε πιλότος… ( 10-08-1972 )
Τεύχος 209
ΤΟΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ καιρό μου είχε κολλήσει μια έμμονη ιδέα, να εγκαταλείψω τ’ αυτοκίνητα και ν’ ασχοληθώ με τ’ αεροπλάνα. Γιατί, σκεπτόμουν, να είμαι οδηγός αυτοκινήτου και όχι οδηγός αεροπλάνου;… Μια και δυο λοιπόν, πήγα στη σχολή οδηγών αεροπλάνων, για να μάθω να πετώ. Πρέπει να σημειώσω ότι η σχολή οδηγών αεροπλάνων είναι μια φανταστική σχολή και ουδεμίαν σχέσιν έχει με τις υπάρχουσες σχολές οδηγών αεροπλάνων. Κι αυτό προς αποφυγήν παρεξηγήσεων μεταξύ των δασκάλων οδηγών αεροπλάνων.
Μετά από μερικά μαθήματα, όπου ο δάσκαλος με έμαθε να τροχοδρομώ, να απογειώνομαι και να προσγειώνομαι, μ’ άφησε μόνο μου. Πήγα «σόλο», που λένε και στην αεροπορία. Πριν όμως μπορέσω να βγω στον καθαρό γαλάζιο ουρανό και να κάνω τις βόλτες μου, έπρεπε να δώσω «εξετάσεις», για να πάρω δίπλωμα οδηγού αεροπλάνου.
Μια και δυο, λοιπόν, πήγα στον τόπο των εξετάσεων. Ήταν ένα μεγάλο κομμάτι ουρανού, με στροφές και ένα περίεργο χώρισμα που έμοιαζε με φίδι ή καλύτερα με σαλιγκάρι. Τις άκρες του τις προσδιόριζαν μικρά, λευκά συννεφάκια. Άλλα συννεφάκια ήταν για να περνάς από μέσα και άλλα έφτιαχναν ένα μικρό σπιτάκι, όπου καθόταν ο εξεταστής των οδηγών αεροπλάνων.
Κάθε οδηγός έπρεπε να κάνη μια διέλευση ανάμεσα από τα συννεφάκια που έμοιαζαν με σαλιγκάρι και μετά να περάση ανάμεσα απ’ τ’ άλλα συννεφάκια που έμοιαζαν με πόρτα.
Ένας- ένας οι οδηγοί των αεροπλάνων περνούσαν απ’ τις δοκιμασίες και ο εξεταστής πέταγε μια φωτοβολίδα στο τέλος της κάθε μιας… Κόκκινη γι’ αυτούς που κόπηκαν και πράσινη γι’ αυτούς που πέρασαν.
Κάθισα σ’ ένα παχύ, γκρι σύννεφο- θαρρώ πως ήταν κόμουλους που πήγαινε να γίνη κομουλονίμπους- και παρακολούθησα τις εξετάσεις.
Ήλθε μια κυρία. Μ’ ένα αεροπλανάκι 8 ίππων, με τρεις θέσεις. Ξεκίνησε από την πίστα τόσο απότομα, που πίστεψα ότι είχε μονάδες JATO από κάτω. Ρώτησα κάποιον που «ήξερε» και μου είπε πως δεν είναι έτσι… Απλώς της είχαν σηκώσει ελαφρά το ρελαντί και της είχαν «ανεβάσει» τα φρένα.
Η κυρία έτρεξε στον διάδρομο απογειώσεως, έκανε να ξεκολλήση, έκανε μια γκέλα, μια ακόμα, έβαλε δεξί φτερό, πήγε να στολάρη, αλλά τελικά κατάφερε να απογειωθή και όλοι χειροκρότησαν.
Με νευρικές κινήσεις κέρδισε ύψος και πλησίασε το μεγάλο κομμάτι του ουρανού όπου γίνονταν οι εξετάσεις.
Ο εξεταστής φώναξε σ’ ένα μικρόφωνο τ’ όνομά της και η κυρία άρχισε την ιεροτελεστία. Σημάδεψε τα λευκά συννεφάκια που έμοιαζαν με σαλιγκάρι και πέρασε από μέσα με 120 νοτς. Οι παριστάμενοι έφριξαν. Κάτι άλλα αεροπλανάκια που πετούσαν κοντά έτρεξαν να κρυφτούν, γιατί κανείς δεν ξέρει από πού θα του έρθη.
Η κυρία έκανε στροφή 180 μοιρών και με το στικ ελαφρά εμπρός και την μανέτα τελείως εμπρός έκανε ακόμα μια διέλευση, αυτή τη φορά πιο σωστή από την πρώτη.
Όλοι κοίταξαν με αγωνία το μεγάλο φως… Θα ήταν κόκκινο ή πράσινο;
-Ωωω! Ακούστηκαν φωνές. Είναι πράσινο!
Η κυρία είχε πάρει το δίπλωμα οδηγού αεροπλάνου. Όλοι χειροκρότησαν. Ο γαλάζιος ουρανός είχε αποκτήσει έναν ακόμη οδηγό.
Ήλθε και η σειρά μου. Απογειώθηκα με μια και μόνη γκέλα, και ανέβηκα στο πεδίο. Ζύγισα τα’ αεροπλάνο μου και πέρασα μέσα απ’ τα λευκά συννεφάκια. Ξαναπέρασα, πέρασα κι απ’ τη μεγάλη συννεφόπορτα και μετά άρχισα να κάνω κύκλους πιο ψηλά περιμένοντας την απόφαση.
… Κόκκινο! Είχα κοπή!
-Ακουμπήσατε με το δεξιό σας φτερό το μικρό, λευκό σύννεφο, ακούστηκε η φωνή του εξεταστού από τα ακουστικά. Να επανέλθετε σε δεκαπέντε μέρες. Γεμάτος απογοήτευση προσγειώθηκα και παρκάρισα το αεροπλάνο μου.
Πήρα το δρόμο προς την πόλη. Πάνω απ’ το κεφάλι μου πετούσαν τουλάχιστον 450.000 αεροπλάνα. Μικρά, μεγάλα, μεγαλύτερα και μικρότερα.
Τρομεροί θόρυβοι ακούγονταν από παντού. Σε κάθε μου βήμα πατούσα τσαλακωμένα φτερά, προπέλες, κάθετα σταθερά, αντισταθμιστικά και συστήματα προσγειώσεως. Γινόταν χαλασμός εκεί επάνω.
Γεμάτος απορία ρώτησα κάποιον φίλο μου παλιό πιλότο.
-Τι συμβαίνει;
Με κοίταξε μ’ ένα απλανές βλέμμα και κούνησε το κεφάλι.
-Δεν φταίνε αυτοί, είπε. Φταίνε τα σύννεφα, που δεν εννοούν να καθίσουν ποτέ στο ίδιο μέρος. Αλλιώς τα μαθαίνουν απ’ τους δασκάλους τους, στα ειδικά συννεφοπεδία εκμαθήσεως και αλλιώς παρουσιάζονται όταν δίνουν εξετάσεις.
-Μα δεν κάνει τίποτα η ουρανοτροχαία; ρώτησα. Θα σκοτωθούν όλοι εκεί πάνω.
-Και βέβαια κάνει, απάντησε ο φίλος μου. Πιάνει καμιά πεντακοσαριά την ημέρα και τους παίρνει τις άδειες, αλλά είναι πάρα πολλοί! Και κάθε μέρα βγαίνουν περισσότεροι.
-Μα γιατί δεν κάνουν τις εξετάσεις αυστηρότερες;
-Τις έκαναν, αλλά πάλι δεν γίνεται τίποτα.
-Μα γιατί δεν τους μαθαίνουν όργανα, ναυτιλία, κινητήρες, μετεωρολογία και ό,τι άλλο χρειάζεται πριν πάνε να δώσουν εξετάσεις;
-Μα χαζός είσαι, παιδάκι μου, με κάρφωσε ο φίλος μου. Τι στο διάβολο νομίζεις ότι θα μάθουν οι άνθρωποι; Να οδηγούν αυτοκίνητο;
Τα συννεφάκια διαλύθηκαν στον γαλάζιο ουρανό… Τα σκοτάδια τραβήχτηκαν… Τώρα ήξερα…
Οι άνθρωποι μάθαιναν να πετούν αεροπλάνα και όχι να οδηγούν αυτοκίνητα!…
Άλλο τα ένα και άλλο το άλλο… _Κ.Κ.
Πηγή: Αρχείο της ΕΡΤ.
Τεύχος 209
ΤΟΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ καιρό μου είχε κολλήσει μια έμμονη ιδέα, να εγκαταλείψω τ’ αυτοκίνητα και ν’ ασχοληθώ με τ’ αεροπλάνα. Γιατί, σκεπτόμουν, να είμαι οδηγός αυτοκινήτου και όχι οδηγός αεροπλάνου;… Μια και δυο λοιπόν, πήγα στη σχολή οδηγών αεροπλάνων, για να μάθω να πετώ. Πρέπει να σημειώσω ότι η σχολή οδηγών αεροπλάνων είναι μια φανταστική σχολή και ουδεμίαν σχέσιν έχει με τις υπάρχουσες σχολές οδηγών αεροπλάνων. Κι αυτό προς αποφυγήν παρεξηγήσεων μεταξύ των δασκάλων οδηγών αεροπλάνων.
Μετά από μερικά μαθήματα, όπου ο δάσκαλος με έμαθε να τροχοδρομώ, να απογειώνομαι και να προσγειώνομαι, μ’ άφησε μόνο μου. Πήγα «σόλο», που λένε και στην αεροπορία. Πριν όμως μπορέσω να βγω στον καθαρό γαλάζιο ουρανό και να κάνω τις βόλτες μου, έπρεπε να δώσω «εξετάσεις», για να πάρω δίπλωμα οδηγού αεροπλάνου.
Μια και δυο, λοιπόν, πήγα στον τόπο των εξετάσεων. Ήταν ένα μεγάλο κομμάτι ουρανού, με στροφές και ένα περίεργο χώρισμα που έμοιαζε με φίδι ή καλύτερα με σαλιγκάρι. Τις άκρες του τις προσδιόριζαν μικρά, λευκά συννεφάκια. Άλλα συννεφάκια ήταν για να περνάς από μέσα και άλλα έφτιαχναν ένα μικρό σπιτάκι, όπου καθόταν ο εξεταστής των οδηγών αεροπλάνων.
Κάθε οδηγός έπρεπε να κάνη μια διέλευση ανάμεσα από τα συννεφάκια που έμοιαζαν με σαλιγκάρι και μετά να περάση ανάμεσα απ’ τ’ άλλα συννεφάκια που έμοιαζαν με πόρτα.
Ένας- ένας οι οδηγοί των αεροπλάνων περνούσαν απ’ τις δοκιμασίες και ο εξεταστής πέταγε μια φωτοβολίδα στο τέλος της κάθε μιας… Κόκκινη γι’ αυτούς που κόπηκαν και πράσινη γι’ αυτούς που πέρασαν.
Κάθισα σ’ ένα παχύ, γκρι σύννεφο- θαρρώ πως ήταν κόμουλους που πήγαινε να γίνη κομουλονίμπους- και παρακολούθησα τις εξετάσεις.
Ήλθε μια κυρία. Μ’ ένα αεροπλανάκι 8 ίππων, με τρεις θέσεις. Ξεκίνησε από την πίστα τόσο απότομα, που πίστεψα ότι είχε μονάδες JATO από κάτω. Ρώτησα κάποιον που «ήξερε» και μου είπε πως δεν είναι έτσι… Απλώς της είχαν σηκώσει ελαφρά το ρελαντί και της είχαν «ανεβάσει» τα φρένα.
Η κυρία έτρεξε στον διάδρομο απογειώσεως, έκανε να ξεκολλήση, έκανε μια γκέλα, μια ακόμα, έβαλε δεξί φτερό, πήγε να στολάρη, αλλά τελικά κατάφερε να απογειωθή και όλοι χειροκρότησαν.
Με νευρικές κινήσεις κέρδισε ύψος και πλησίασε το μεγάλο κομμάτι του ουρανού όπου γίνονταν οι εξετάσεις.
Ο εξεταστής φώναξε σ’ ένα μικρόφωνο τ’ όνομά της και η κυρία άρχισε την ιεροτελεστία. Σημάδεψε τα λευκά συννεφάκια που έμοιαζαν με σαλιγκάρι και πέρασε από μέσα με 120 νοτς. Οι παριστάμενοι έφριξαν. Κάτι άλλα αεροπλανάκια που πετούσαν κοντά έτρεξαν να κρυφτούν, γιατί κανείς δεν ξέρει από πού θα του έρθη.
Η κυρία έκανε στροφή 180 μοιρών και με το στικ ελαφρά εμπρός και την μανέτα τελείως εμπρός έκανε ακόμα μια διέλευση, αυτή τη φορά πιο σωστή από την πρώτη.
Όλοι κοίταξαν με αγωνία το μεγάλο φως… Θα ήταν κόκκινο ή πράσινο;
-Ωωω! Ακούστηκαν φωνές. Είναι πράσινο!
Η κυρία είχε πάρει το δίπλωμα οδηγού αεροπλάνου. Όλοι χειροκρότησαν. Ο γαλάζιος ουρανός είχε αποκτήσει έναν ακόμη οδηγό.
Ήλθε και η σειρά μου. Απογειώθηκα με μια και μόνη γκέλα, και ανέβηκα στο πεδίο. Ζύγισα τα’ αεροπλάνο μου και πέρασα μέσα απ’ τα λευκά συννεφάκια. Ξαναπέρασα, πέρασα κι απ’ τη μεγάλη συννεφόπορτα και μετά άρχισα να κάνω κύκλους πιο ψηλά περιμένοντας την απόφαση.
… Κόκκινο! Είχα κοπή!
-Ακουμπήσατε με το δεξιό σας φτερό το μικρό, λευκό σύννεφο, ακούστηκε η φωνή του εξεταστού από τα ακουστικά. Να επανέλθετε σε δεκαπέντε μέρες. Γεμάτος απογοήτευση προσγειώθηκα και παρκάρισα το αεροπλάνο μου.
Πήρα το δρόμο προς την πόλη. Πάνω απ’ το κεφάλι μου πετούσαν τουλάχιστον 450.000 αεροπλάνα. Μικρά, μεγάλα, μεγαλύτερα και μικρότερα.
Τρομεροί θόρυβοι ακούγονταν από παντού. Σε κάθε μου βήμα πατούσα τσαλακωμένα φτερά, προπέλες, κάθετα σταθερά, αντισταθμιστικά και συστήματα προσγειώσεως. Γινόταν χαλασμός εκεί επάνω.
Γεμάτος απορία ρώτησα κάποιον φίλο μου παλιό πιλότο.
-Τι συμβαίνει;
Με κοίταξε μ’ ένα απλανές βλέμμα και κούνησε το κεφάλι.
-Δεν φταίνε αυτοί, είπε. Φταίνε τα σύννεφα, που δεν εννοούν να καθίσουν ποτέ στο ίδιο μέρος. Αλλιώς τα μαθαίνουν απ’ τους δασκάλους τους, στα ειδικά συννεφοπεδία εκμαθήσεως και αλλιώς παρουσιάζονται όταν δίνουν εξετάσεις.
-Μα δεν κάνει τίποτα η ουρανοτροχαία; ρώτησα. Θα σκοτωθούν όλοι εκεί πάνω.
-Και βέβαια κάνει, απάντησε ο φίλος μου. Πιάνει καμιά πεντακοσαριά την ημέρα και τους παίρνει τις άδειες, αλλά είναι πάρα πολλοί! Και κάθε μέρα βγαίνουν περισσότεροι.
-Μα γιατί δεν κάνουν τις εξετάσεις αυστηρότερες;
-Τις έκαναν, αλλά πάλι δεν γίνεται τίποτα.
-Μα γιατί δεν τους μαθαίνουν όργανα, ναυτιλία, κινητήρες, μετεωρολογία και ό,τι άλλο χρειάζεται πριν πάνε να δώσουν εξετάσεις;
-Μα χαζός είσαι, παιδάκι μου, με κάρφωσε ο φίλος μου. Τι στο διάβολο νομίζεις ότι θα μάθουν οι άνθρωποι; Να οδηγούν αυτοκίνητο;
Τα συννεφάκια διαλύθηκαν στον γαλάζιο ουρανό… Τα σκοτάδια τραβήχτηκαν… Τώρα ήξερα…
Οι άνθρωποι μάθαιναν να πετούν αεροπλάνα και όχι να οδηγούν αυτοκίνητα!…
Άλλο τα ένα και άλλο το άλλο… _Κ.Κ.
Πηγή: Αρχείο της ΕΡΤ.
Комментарии