Τίντος Τζίντζος Σιτοχώρι Ν. Σερρών (Το βιβλίο του Δημήτρη Κούκου)

preview_player
Показать описание
Μνήμες ευχάριστες και νοσταλγικές έρχονται στο μυαλό μου κάθε φορά που γράφω για το χωριό μου, το όμορφο Σιτοχώρι, εκεί που πέρασα τα παιδικά μου χρόνια. Θυμάμαι και αναπολώ τις παιδικές μου «μικροαλητείες» και τις επιδρομές που έκανα με τους φίλους μου στα αμπέλια και στα περιβόλια που τότε ήταν πολλά γύρω από το χωριό μας. Ξυπόλητοι αλωνίζαμε τον τόπο από τσ΄ηλιάς του λακούδ(ι), στ’ Μαμαντή τ’ βρύσ(η), στ’ Ντραγασιά, στ’ Βουντίτσα, στα μπγάδια, στο στήριγμα, και στο λάκκο, όπου μέσα στις γκιόλες του κάναμε «τσίτσιδοι» μπάνιο τα καλοκαίρια. Μπορεί εκείνα τα χρόνια της δεκαετίας του `50 να ήταν δύσκολα, φτωχά και στερημένα, πέτρινα τα είπανε, εμάς όμως, μικρά παιδιά τότε, η φτώχεια και οι στερήσεις δεν μας άγγιζαν, μας έφτανε μια φέτα «ζυμουτκό» ψωμί αλειμμένο με ζάχαρη ή λάδι και αυτό ήταν η χαρά μας όλη. Γεννημένος στο τέλος του πρώτου μισού του περασμένου αιώνα πρόλαβα να ζήσω και εγώ κάποια από τα πέτρινα εκείνα χρόνια που η καθημερινή ζωή τραβούσε την ανηφόρα χωρίς τα αναγκαία. Τα χρόνια εκείνα που οι μάνες μας ζύμωναν και έπλαθαν το ψωμί με τα χέρια τους, τότε που τα βράδια, κάτω από τρεμάμενο φως της λάμπας του πετρελαίου, έπλεκαν και μπάλωναν τα ρούχα μας. Τότε που τα ήθη, τα έθιμα και οι παραδόσεις της μικρής μας κοινωνίας ήταν οι άγραφοι νόμοι που καθόριζαν την καθημερινότητά μας. Τότε που η γη κάρπιζε μόνο με τον ιδρώτα του αγρότη, χωρίς μηχανικά μέσα. Έτσι φτωχικά και δύσκολα, μα ανέμελα, πέρασαν τα χρόνια της αθωότητας και σφράγισαν την ύστερη ζωή μας. Για εμάς που ζήσαμε στον ονειρεμένο εκείνο τόπο του χωριού μας, όσα χρόνια και αν περάσουν, οι μνήμες θα μείνουν ανεξίτηλες στο μυαλό μας. Τώρα, διανύοντας τα χρόνια της τρίτης κατά πως λένε ηλικίας μου, καταγράφω όσα η μνήμη μου μπόρεσε να «ξεθάψει» για την περίοδο των παιδικών μου χρόνων. Πάντα είχα και την επιθυμία να γράψω όσα γνώριζα και έμαθα για την ιστορία του χωριού μου και τους ανθρώπους του. Εύκολο βέβαια είναι να εκφράζει κάποιος την επιθυμία να συγγράψει ιστορία, δύσκολο όμως να το κάνει, όταν μάλιστα αυτός, όπως εγώ, δεν είναι ούτε ιστορικός, ούτε συγγραφέας. Η έντονη όμως επιθυμία μου να γράψω την ιστορία του χωριού μου, κατανίκησε τους ενδοιασμούς και τους φόβους μου και έτσι άρχισε η συγγραφή αυτού του βιβλίου. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι έγινα ιστορικός συγγραφέας. Μοναδικά εφόδια για το εγχείρημά μου αυτό είχα την αγάπη για την γενέτειρά μου και την επιθυμία μου να προσφέρω στους συμπατριώτες μου. Προσπάθησα με κάθε τρόπο να ανακαλύψω πηγές, από κρατικά αρχεία, από πονήματα συγγραφέων, από αφηγήσεις και μαρτυρίες παλαιών Σιτοχωριτών για ιστορικά γεγονότα που συνέβησαν στο χωριό στο πέρασμα των αιώνων. Δυστυχώς, διαπίστωνα όλο και περισσότερο ότι υπήρχε πλήρης έλλειψη καταγραφής ιστορικών γεγονότων που αφορούσαν το χωριό μας. Οι διάσπαρτες αναφορές που υπάρχουν, σε πονήματα τοπικών συγγραφέων, ή σε έγγραφα μονών του Αγίου Όρους που είχαν μετόχια στο χωριό, δεν αποτελούν ολοκληρωμένη έκθεση της μακραίωνης ιστορίας του χωριού μας. Η κυριότερη πηγή που θα μπορούσε ίσως να μας δώσει ιστορικά στοιχεία, τόσο κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας όσο και μετέπειτα, ήταν τα επίσημα Αρχεία της τότε κοινότητας Τζίντζου και αργότερα Σιτοχωρίου, τα οποία δεν βρέθηκαν και το πιθανότερο είναι να έχουν καταστραφεί. Η μόνη αξιόλογη μελέτη για το χωριό μας είναι τα ιστορικογεωγραφικά μελετήματα της νοτιοανατολικής Βισαλτίας Σερρών με τίτλο: «ΖΗΤΙΝΟΣ-ΖΙΝΤΖΟΣ-ΤΖΙΝΤΖ(Ι)ΟΣ-ΣΙΤΟΧΩΡΙ» που εξέδωσε ο καθηγητής, κύριος Μιχάλης Ζαφειρίου. Το πόνημα αυτό του συντοπίτη μας καθηγητή θα είναι για μένα η κύρια πηγή άντλησης ιστορικών δεδομένων, τόσο για το χωριό μας, όσο και για την ευρύτερη περιοχή της επαρχίας Βισαλτίας, κυρίως για την Αρχαία και Βυζαντινή περίοδο. Το βιβλίο μου δεν είναι ιστορία με την πραγματική έννοια της λέξης. Είναι, θα έλεγα, ένα ιστορικολαογραφικό πόνημα για το Σιτοχώρι και την ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Βισαλτίας. Αυτά που έγραψα για το Σιτοχώρι είναι όσα διάβασα, άκουσα ή έζησα στα χρόνια της νιότης μου αλλά και μετέπειτα. Είναι μνήμες, αναφορές και γνώσεις που υπήρχαν διάσπαρτες
κατακερματισμένες. Είναι οι μυθιστορίες που οι μεγαλύτεροι μου κατέθεσαν και τις κατέγραψα με ευλάβεια για να μην τις καταπιεί ο αδηφάγος χρόνος. Είναι μνήμες και θύμησες από τη ζωή στο χωριό. Είναι τα ήθη, τα έθιμα και οι παραδόσεις της μικρής μας κοινωνίας που καθόριζαν την καθημερινότητά μας. Αυτό το έκανα με πολύ αγάπη για την γενέτειρα μου, για να αφήσω μια μικρή παρακαταθήκη ως αντίδωρο ψυχής στους Σιτοχωρίτες και κυρίως στους νέους και στις επερχόμενες γενεές, για να γνωρίσουν την ιστορία της προγονικής τους καταγωγής. Αυτό μπόρεσα. Στη μικρή αυτή καταγραφή της ιστορίας του χωριού μας οπωσδήποτε υπάρχουν παραλείψεις και λάθη. Παρακαλώ ας έχω την ανοχή των αναγνωστών γιατί δεν είμαι, ούτε έγινα ιστορικός συγγραφέας. Εύχομαι και ελπίζω ότι θα βρεθούν πιο αρμόδιοι και πιο αξιόλογοι από μένα μιμητές και θα γράψουν την ιστορική και πολιτιστική εξέλιξη του Σιτοχωρίου.
Δημήτριος Αθαν. Κούκος
Рекомендации по теме