filmov
tv
Δημήτρης Αρμάος - Μὲ τῆς καρδιᾶς ἥσυχη ἀντάρα

Показать описание
Από την ποιητική συλλογή 'Βίαιες εντυπώσεις των ετών 1975-2007' (Εκδόσεις ΎΨΙΛΟΝ, 2009).
Ο Δημήτρης Αρμάος (1959-2015) ήταν ποιητής, φιλόλογος, επιμελητής εκδόσεων και κριτικός λογοτεχνίας.
ΜΕ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΗΣΥΧΗ ΑΝΤΑΡΑ
ΝΑ κοιμηθῶ φευγάτη νιότη ἀπόψε δὲ μ᾿ἀφήνει
Ο Πάνας ἕνα πρόσωπο τῶν διαφημίσεων βάλνεται
Μέχρι δακρύων πάλι νὰ γελάει καὶ νὰ καγχάζει τριβελίζοντας τὴ νύχτα
Αλλὰ προσκρούει σὲ ἀπάθεια ἡ συνείδηση τοῦ πάθους ἀγρυπνεῖ
Σὰν ὅταν ἀναθρώσκει ἡ θλίψη ἀπρόκλητη καὶ κάπως περισσότερο μ᾿ἀρέσει τότε
Τὸ νιώθω ποὺ ἔχω γίνει τόσα χρόνια μαυροπούλι καὶ λαλεῖ
Λίγο λαλεῖ τὰ ἴδια λέγει ὅμως ἡ φύση μου δὲν εἶν᾿αὐτή
Μὲ πείθει ἀπόλυτα ὡς πρὸς τοῦτο ἡ φαντασία μου
Ποὺ ἡδὺς σεβντὰς τὴν περισαίνει
Αστράφτουν τὰ κοχύλια ὅλης τῆς θάλασσας ἀπόψε
Εχουν ἀνέβει ἀπάνω ὅλοι οἱ βυθοὶ
Καὶ τὸ φεγγάρι φέγγει δίχως μὲ τὸ φῶς νὰ σβήνει αὐτὸν τὸ μαῦρο κόσμο
Πυργώνουν ὅμως τώρα οἱ λυρικὲς φωνές τὰ λυρικὰ αἰσθήματα
Κι ἀνταγωνίζονται σφοδρὰ τὴν τάξη τοῦ πραγματικοῦ
Ποὺ οἱ εὐτελέστερές του ἀποτυπώσεις εἶν᾿ἀνώτερες ἀλίμονο
Κι ἀπὸ τὰ πιὸ ἐκτροχιασμένα ὀνείρατά μου
Στὸ μελαγχολικὸ αὐτὸ φῶς ἀνθίζουν τὰ κατάλληλα ἄνθη
Καὶ καταπολεμοῦν πάσα μονοτονία τὶς κραυγές
Σπεῦσε Περίμενέ με Κάλυψέ με Θά᾿ρθω
Εχω καιρὸ ποὺ ἀνησυχῶ Μ᾿ ἐσένανε στὸ νοῦ πλανιέμαι
Θὰ κρατηθῶ γιὰ τὴ συνάντηση Μὲ μάγεψες Θὰ κρατηθῶ
Μὰ τώρα νὰ μ᾿ἀφήσεις γιὰ τὸ βίωμα τῆς ἀπώλειας
Τὸν τυχοδιωκτισμὸ νὰ ὑπάρχεις καὶ νὰ ὑπάρχεις μὲς στὴν πολιτεία
Σὰν ποὺ τὸ λέει κι ὁ Ραστινιάκ μ᾿αὐτὴ τὴν πόλη καὶ μ᾿ἐμένα κάτι τρέχει
Κάτι συμβαίνει ἐν γένει μὲ τὶς πόλεις μας κι ἂς μένουν
Ολα ἀναλλοίωτα ὅταν ἀπερχόμαστε καὶ συνεχίζει ἀκόμα κι ὁ ρυθμὸς
Ανεπηρέαστος στὶς πλατεῖες τοὺς δρόμους βράδι καὶ πρωί
Εκεῖ ποὺ τὴν ἐπαύριο θά᾿πρεπε τὰ κτήρια ν᾿ἀλλάζουν χρῶμα ἢ καὶ προσόψεις
Αλλα νὰ χάνονται ἄλλα νὰ φυτρώνουν ἡ τεχνολογία νὰ κάνει σάλτα πίσω-μπρός
Πάρκα νὰ ρουφουλιῶνται στ᾿ἄπατα λεωφόροι νέες ν᾿ἀνοίγονται
Μονάχα ἔτσι μοῦ φαίνεται ὑποφερτὴ ἡ ζωὴ μὲ τὰ ὅριά της
Αχ κεῖνοι οἱ ἄγριοι κάτι ξέρουνε ποὺ ἀλλάζουν ὅλοι ὀνόματα
Καὶ καταντάει μὲ τοὺς ἀπόντες ἡ ζωή τους ἄνω-κάτω
Μεγάλες μηχανὲς τῆς φυσικῆς ἢ θείας τάξης μὲς στὴν πλάση πλέουν πιὸ πέρα
Δαιμόνιες καὶ δαιμονικὲς στὴ σύλληψή τους καὶ τὴ λειτουργία τους
Δίπλα τους ἐντελῶς ἀναξιόπιστα ἀλλὰ γιὰ τὴ δική τους ἀξϊοπιστία δουλεύει κι ἡ ἄλλη
Ποὺ προέκυψε ἀπὸ διαφοροποίηση στὸν ἕκτο μήνα
Οἱ μηχανὲς μὲ τὸ παράλογο τοῦ προκαθορισμοῦ τους μὲ τρελαίνουν
Μὲ ἀναστατώνουν μὲ τὸν δαιδαλώδη τους σχεδιασμὸ ποὺ ὅλα τὰ διαλαμβάνει
Τὸν σχεδιασμὸ ποὺ δὲν τολμᾶ κανεὶς νὰ παραβεῖ
Τί ἔγινε μὲ τὴ διαφοροποίηση ἐργαλεῖο τυφλὸ τοῦ ἐνστίκτου καὶ τοῦ συναισθήματος;
Πέταξε πέρα τὸ ὑπέρβαρο τοῦ μὴ-προνοήσιμου
Στὴ μικροκλίμακα τῆς φύσης ὅλα αὐτὰ θὰ ἤτανε τόσο ἁγνὰ καὶ τόσο ὑπέροχα
Στὴν πόλη μου ὅμως ἔχουν γίνει μιὰ τεράστια παρεξήγηση
Τὸ ἀρσενικὸ στὴ διαπραγμάτευση μονίμως
Τὸ θῆλυ πάει μὲτ᾿ἀγαθά μερίδες ἀλωπέκων
Καὶ μεταξύ τους ἐπιλέγει ποιά τινα alias no honey
Μέσα σ᾿αὐτὴ τὴν πόλη ὅπου μὲ στένεψε συχνὰ τὸ κρύο μονήρη
Καὶ ἀχνοθυμᾶμαι κάποιες μέρες θαλπωρῆς
Οχι κανένα μύθο τέτοιες νύχτες δὲ χρειάζομαι κανένα παραμύθι
Κυρήγματα θέλω κι ἀνάστατες ψυχές δεῖξε μου ποῦ᾿ναι οἱ σπαθισμοί
Προπέτη Διόνυσο γυρεύω σειληνώδη μισαπόλλωνα
Sermones τοῦ ξεσηκωμοῦ
Γύρω μου τώρα ἀντέχω μόνο συστρατιῶτες
Πολεμιστὲς ἀνίκανους γιὰ χρήσιμα ἀντικείμενα γιὰ utilidades
Ιπτάμενους ἀπὸ τὸ ἀτόφυο ὑλικό τους
Μὲ τὸ κρανίο βαρὺ ἀπὸ κεῖνο τὸ παγκόσμιο ρευστὸ
Ποὺ φέρνει δυστυχία στοὺς ἐπισκέπτες ὅποτε ὁ διακριτικὸς
Λύχνος ἀνάβει παραστάτης
Μὲ τῆς ἀνώφελης λαχτάρας τ᾿ὥριμο παιδί
Μὲ τῆς καρδιᾶς ἥσυχη ἀντάρα.
Ο Δημήτρης Αρμάος (1959-2015) ήταν ποιητής, φιλόλογος, επιμελητής εκδόσεων και κριτικός λογοτεχνίας.
ΜΕ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΗΣΥΧΗ ΑΝΤΑΡΑ
ΝΑ κοιμηθῶ φευγάτη νιότη ἀπόψε δὲ μ᾿ἀφήνει
Ο Πάνας ἕνα πρόσωπο τῶν διαφημίσεων βάλνεται
Μέχρι δακρύων πάλι νὰ γελάει καὶ νὰ καγχάζει τριβελίζοντας τὴ νύχτα
Αλλὰ προσκρούει σὲ ἀπάθεια ἡ συνείδηση τοῦ πάθους ἀγρυπνεῖ
Σὰν ὅταν ἀναθρώσκει ἡ θλίψη ἀπρόκλητη καὶ κάπως περισσότερο μ᾿ἀρέσει τότε
Τὸ νιώθω ποὺ ἔχω γίνει τόσα χρόνια μαυροπούλι καὶ λαλεῖ
Λίγο λαλεῖ τὰ ἴδια λέγει ὅμως ἡ φύση μου δὲν εἶν᾿αὐτή
Μὲ πείθει ἀπόλυτα ὡς πρὸς τοῦτο ἡ φαντασία μου
Ποὺ ἡδὺς σεβντὰς τὴν περισαίνει
Αστράφτουν τὰ κοχύλια ὅλης τῆς θάλασσας ἀπόψε
Εχουν ἀνέβει ἀπάνω ὅλοι οἱ βυθοὶ
Καὶ τὸ φεγγάρι φέγγει δίχως μὲ τὸ φῶς νὰ σβήνει αὐτὸν τὸ μαῦρο κόσμο
Πυργώνουν ὅμως τώρα οἱ λυρικὲς φωνές τὰ λυρικὰ αἰσθήματα
Κι ἀνταγωνίζονται σφοδρὰ τὴν τάξη τοῦ πραγματικοῦ
Ποὺ οἱ εὐτελέστερές του ἀποτυπώσεις εἶν᾿ἀνώτερες ἀλίμονο
Κι ἀπὸ τὰ πιὸ ἐκτροχιασμένα ὀνείρατά μου
Στὸ μελαγχολικὸ αὐτὸ φῶς ἀνθίζουν τὰ κατάλληλα ἄνθη
Καὶ καταπολεμοῦν πάσα μονοτονία τὶς κραυγές
Σπεῦσε Περίμενέ με Κάλυψέ με Θά᾿ρθω
Εχω καιρὸ ποὺ ἀνησυχῶ Μ᾿ ἐσένανε στὸ νοῦ πλανιέμαι
Θὰ κρατηθῶ γιὰ τὴ συνάντηση Μὲ μάγεψες Θὰ κρατηθῶ
Μὰ τώρα νὰ μ᾿ἀφήσεις γιὰ τὸ βίωμα τῆς ἀπώλειας
Τὸν τυχοδιωκτισμὸ νὰ ὑπάρχεις καὶ νὰ ὑπάρχεις μὲς στὴν πολιτεία
Σὰν ποὺ τὸ λέει κι ὁ Ραστινιάκ μ᾿αὐτὴ τὴν πόλη καὶ μ᾿ἐμένα κάτι τρέχει
Κάτι συμβαίνει ἐν γένει μὲ τὶς πόλεις μας κι ἂς μένουν
Ολα ἀναλλοίωτα ὅταν ἀπερχόμαστε καὶ συνεχίζει ἀκόμα κι ὁ ρυθμὸς
Ανεπηρέαστος στὶς πλατεῖες τοὺς δρόμους βράδι καὶ πρωί
Εκεῖ ποὺ τὴν ἐπαύριο θά᾿πρεπε τὰ κτήρια ν᾿ἀλλάζουν χρῶμα ἢ καὶ προσόψεις
Αλλα νὰ χάνονται ἄλλα νὰ φυτρώνουν ἡ τεχνολογία νὰ κάνει σάλτα πίσω-μπρός
Πάρκα νὰ ρουφουλιῶνται στ᾿ἄπατα λεωφόροι νέες ν᾿ἀνοίγονται
Μονάχα ἔτσι μοῦ φαίνεται ὑποφερτὴ ἡ ζωὴ μὲ τὰ ὅριά της
Αχ κεῖνοι οἱ ἄγριοι κάτι ξέρουνε ποὺ ἀλλάζουν ὅλοι ὀνόματα
Καὶ καταντάει μὲ τοὺς ἀπόντες ἡ ζωή τους ἄνω-κάτω
Μεγάλες μηχανὲς τῆς φυσικῆς ἢ θείας τάξης μὲς στὴν πλάση πλέουν πιὸ πέρα
Δαιμόνιες καὶ δαιμονικὲς στὴ σύλληψή τους καὶ τὴ λειτουργία τους
Δίπλα τους ἐντελῶς ἀναξιόπιστα ἀλλὰ γιὰ τὴ δική τους ἀξϊοπιστία δουλεύει κι ἡ ἄλλη
Ποὺ προέκυψε ἀπὸ διαφοροποίηση στὸν ἕκτο μήνα
Οἱ μηχανὲς μὲ τὸ παράλογο τοῦ προκαθορισμοῦ τους μὲ τρελαίνουν
Μὲ ἀναστατώνουν μὲ τὸν δαιδαλώδη τους σχεδιασμὸ ποὺ ὅλα τὰ διαλαμβάνει
Τὸν σχεδιασμὸ ποὺ δὲν τολμᾶ κανεὶς νὰ παραβεῖ
Τί ἔγινε μὲ τὴ διαφοροποίηση ἐργαλεῖο τυφλὸ τοῦ ἐνστίκτου καὶ τοῦ συναισθήματος;
Πέταξε πέρα τὸ ὑπέρβαρο τοῦ μὴ-προνοήσιμου
Στὴ μικροκλίμακα τῆς φύσης ὅλα αὐτὰ θὰ ἤτανε τόσο ἁγνὰ καὶ τόσο ὑπέροχα
Στὴν πόλη μου ὅμως ἔχουν γίνει μιὰ τεράστια παρεξήγηση
Τὸ ἀρσενικὸ στὴ διαπραγμάτευση μονίμως
Τὸ θῆλυ πάει μὲτ᾿ἀγαθά μερίδες ἀλωπέκων
Καὶ μεταξύ τους ἐπιλέγει ποιά τινα alias no honey
Μέσα σ᾿αὐτὴ τὴν πόλη ὅπου μὲ στένεψε συχνὰ τὸ κρύο μονήρη
Καὶ ἀχνοθυμᾶμαι κάποιες μέρες θαλπωρῆς
Οχι κανένα μύθο τέτοιες νύχτες δὲ χρειάζομαι κανένα παραμύθι
Κυρήγματα θέλω κι ἀνάστατες ψυχές δεῖξε μου ποῦ᾿ναι οἱ σπαθισμοί
Προπέτη Διόνυσο γυρεύω σειληνώδη μισαπόλλωνα
Sermones τοῦ ξεσηκωμοῦ
Γύρω μου τώρα ἀντέχω μόνο συστρατιῶτες
Πολεμιστὲς ἀνίκανους γιὰ χρήσιμα ἀντικείμενα γιὰ utilidades
Ιπτάμενους ἀπὸ τὸ ἀτόφυο ὑλικό τους
Μὲ τὸ κρανίο βαρὺ ἀπὸ κεῖνο τὸ παγκόσμιο ρευστὸ
Ποὺ φέρνει δυστυχία στοὺς ἐπισκέπτες ὅποτε ὁ διακριτικὸς
Λύχνος ἀνάβει παραστάτης
Μὲ τῆς ἀνώφελης λαχτάρας τ᾿ὥριμο παιδί
Μὲ τῆς καρδιᾶς ἥσυχη ἀντάρα.