filmov
tv
Τεκτονικές αλλαγές!

Показать описание
Ανδρέας Λιούμπας: Θα ήταν υπερβολή να μιλάμε για πλαίσιο συζητήσεων. Αυτό που βλέπουμε τη δεύτερη θητεία Τραμπ είναι μια τεκτονική μετατόπιση όλων όσων γνωρίζαμε από την επαύριο του Β'ΠΠ μέχρι σήμερα. Την επαύριο του Β'ΠΠ στήθηκαν οι πυλώνες του διπολισμού αλλά και της ευημερίας της Δύσης τα επόμενα 70 χρόνια. Φτάσαμε στην Παγκοσμιοποίηση, η οποία έφτασε στην κορύφωσή της τα προηγούμενα χρόνια και τώρα βλέπουμε όλα αυτά, τα οποία χτίστηκαν με τόσο κόπο, να μετατοπίζονται. Δεν μιλάμε πλέον για παγκοσμιοποίηση, παγκόσμια κράτη, ανοικτό εμπόριο, για οικονομικές συναλλαγές. Μιλάμε ξανά για σφαίρες επιρροής.
Το ότι ηγέτες συναντιούνται για να συζητήσουν τη μείωση της επιρροής ή να παρέμβουν στις συζητήσεις δύο ηγετών, οι οποίοι είναι οι επικεφαλείς μείζονων δυνάμεων, καταδεικνύει ακριβώς αυτήν την παραδοχή. Έχουμε περάσει στην εποχή που οι μείζονες δυνάμεις, ένας πολυπολικός κόσμος με μεγάλους πόλους πολύ διακριτούς, όπως η Κίνα, η Ρωσία, οι ΗΠΑ, έχει αρχίσει να διαμορφώνεται και γύρω από τους μεγάλους παίκτες τους διεθνούς συστήματος θα συσπειρωθούν μεγαλύτερες ή μικρότερες χώρες, οι οποίες θα κληθούν να διαδραματίσουν τον ρόλο τους.
Σε ό,τι αφορά την Ουκρανία είναι νωρίς ακόμα να ξέρουμε, αν οι κύριοι Τραμπ και Πούτιν έχουν καταλήξει σε κάποιο σχέδιο. Αμφιβάλλω, ότι είναι έτσι τα πράγματα. Πιθανότατα να έχουν καταλήξει σε κάποιες αδρές γραμμές. Η Ρωσία δεν πρόκειται να αποχωρήσει από ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων ως η ηττημένη του πολέμου τη στιγμή που έχει κατακτήσει έδαφος στο πεδίο. Όπως ξέρουμε όλοι ιστορικά, οποιοσδήποτε κερδίσει έδαφος στο πεδίο, δεν το παραχωρεί εύκολα.
Όσον αφορά τους διαύλους επικοινωνίας ΗΠΑ-Ρωσίας, αυτό προκύπτει από την αλλαγή διακυβέρνησης στην Ουάσινγκτον. Ο Ντόναλντ Τραμπ και η ομάδα του εξαρχής δεν πίστευε σε αυτόν τον πόλεμο. Δεν θα ήθελαν να δεσμεύσουν πόρους των ΗΠΑ, αντιμετωπίζοντας τη Ρωσία στο πεδίο με ενδιάμεσο την Ουκρανία. Αν ήταν η κυβέρνηση Τραμπ στην έναρξη του πολέμου πιθανότατα να πηγαίναμε σε διαπραγματεύσεις και όχι να στηρίξει την Ουκρανία σε διαμάχες με τη Ρωσία.
Ο Τραμπ θέλει να τερματίσει τον πόλεμο για δύο λόγους. Δεν θέλει την εμπλοκή των ΗΠΑ, τη βλέπει ως οικονομική αιμορραγία στο συγκεκριμένο κομμάτι. Επίσης θέλει να αποδεσμευτεί γρηγορότερα από την Ευρώπη και να επικεντρωθεί εκεί που είναι στραμμένο το ενδιαφέρον των ΗΠΑ εντονότερα τα τελευταία πέντε χρόνια, δηλαδή στον Ινδοειρηνικό. Δηλαδή στο νέο μεγάλο αντίπαλο, την Κίνα.
Όσον αφορά τις κυρώσεις, το μόνο που δεν μπορούμε να κάνουμε είναι να συζητάμε για νούμερα. Ο Τραμπ μπορεί να επιβάλλει έναν δασμό της τάξης του 10% και μετά από μερικές ώρες να τον έχει ανακαλέσει ή διαπραγματευτεί βάσει όρων που έχει θέσει ο ίδιος. Το βέβαιο είναι, ότι ο κ.Τραμπ στο πλαίσιο της πολιτικής που θέλει να εφαρμόσει έχει αποφασίσει να επαναβιομηχανοποιήσει τις ΗΠΑ, δηλαδή μεγάλο μέρος όσων εισήγαγε θέλει να τα παράγει ο ίδιος σε αμερικανικό έδαφος.
Αυτό δεν ξέρουμε πόσο είναι εφικτό ή προς το συμφέρον των ΗΠΑ, είναι βεβαίο όμως, ότι όσες χώρες επέλεξαν την πολιτική του απομονωτισμού, την επιβολή δασμών δηλαδή, μακροπρόθεσμα είχαν απώλειες. Δεν μπόρεσαν να ακολουθήσουν άλλα κράτη και γι'αυτό υποτίθεται ότι η παγκοσμίοποίηση είχε έρθει να θεραπεύσει αυτόν τον απομονωτισμό που οδηγεί σε άνισα μεγέθη ανάπτυξης και σε συγκρούσης λόγω ακριβώς του οικονομικού ανταγωνισμού και των περιορισμένων πόρων.
Είναι κάτι που βάζει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, προκειμένου να πετύχει το μέγιστο όφελος για τη χώρα του σε επιμέρους ζητήματα; Δηλαδή «απειλώντας» μια χάρα με δασμούς θέλει να πετύχει αποτέλεσμα σε κάποιο άλλο πεδίο, στο οποίο υπάρχει συνεργασία με τις ΗΠΑ. Δεν είναι δεδομένο αυτό. Είναι μια υπόθεση εργασίας. Μένει να δούμε, αν θα ακολουθήσει πιστά αυτό το σενάριο. Ωστόσο, η άποψή του είναι αυτή και την έχει εκφράσει. Είναι μια εντολή που κινείται στο συντηρητικό φάσμα, προς τις απόψεις ανθρώπων που θεωρούν, ότι οι χώρα τους πρέπει να γίνει πιο αυτάρκης. Το βλέπουμε στην Ευρώπη, στη Γαλλία, στη Γερμανία στις πρόσφατες εκλογές, ο κόσμος κινείται προς το συντηρητικό κομμάτι του εκκρεμούς. Ήμασταν στο πιο φιλελεύθερο και τώρα γυρνάμε προς την άλλη πλευρά. Ζητάμε να έχουμε λύσεις σε οικονομικά προβλήματα, τα οποία ταλανίζουν χώρες και δεν είναι οι λύσεις μέσα σε αυτά που είχαν προτείνι οι κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια.
Το ότι ηγέτες συναντιούνται για να συζητήσουν τη μείωση της επιρροής ή να παρέμβουν στις συζητήσεις δύο ηγετών, οι οποίοι είναι οι επικεφαλείς μείζονων δυνάμεων, καταδεικνύει ακριβώς αυτήν την παραδοχή. Έχουμε περάσει στην εποχή που οι μείζονες δυνάμεις, ένας πολυπολικός κόσμος με μεγάλους πόλους πολύ διακριτούς, όπως η Κίνα, η Ρωσία, οι ΗΠΑ, έχει αρχίσει να διαμορφώνεται και γύρω από τους μεγάλους παίκτες τους διεθνούς συστήματος θα συσπειρωθούν μεγαλύτερες ή μικρότερες χώρες, οι οποίες θα κληθούν να διαδραματίσουν τον ρόλο τους.
Σε ό,τι αφορά την Ουκρανία είναι νωρίς ακόμα να ξέρουμε, αν οι κύριοι Τραμπ και Πούτιν έχουν καταλήξει σε κάποιο σχέδιο. Αμφιβάλλω, ότι είναι έτσι τα πράγματα. Πιθανότατα να έχουν καταλήξει σε κάποιες αδρές γραμμές. Η Ρωσία δεν πρόκειται να αποχωρήσει από ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων ως η ηττημένη του πολέμου τη στιγμή που έχει κατακτήσει έδαφος στο πεδίο. Όπως ξέρουμε όλοι ιστορικά, οποιοσδήποτε κερδίσει έδαφος στο πεδίο, δεν το παραχωρεί εύκολα.
Όσον αφορά τους διαύλους επικοινωνίας ΗΠΑ-Ρωσίας, αυτό προκύπτει από την αλλαγή διακυβέρνησης στην Ουάσινγκτον. Ο Ντόναλντ Τραμπ και η ομάδα του εξαρχής δεν πίστευε σε αυτόν τον πόλεμο. Δεν θα ήθελαν να δεσμεύσουν πόρους των ΗΠΑ, αντιμετωπίζοντας τη Ρωσία στο πεδίο με ενδιάμεσο την Ουκρανία. Αν ήταν η κυβέρνηση Τραμπ στην έναρξη του πολέμου πιθανότατα να πηγαίναμε σε διαπραγματεύσεις και όχι να στηρίξει την Ουκρανία σε διαμάχες με τη Ρωσία.
Ο Τραμπ θέλει να τερματίσει τον πόλεμο για δύο λόγους. Δεν θέλει την εμπλοκή των ΗΠΑ, τη βλέπει ως οικονομική αιμορραγία στο συγκεκριμένο κομμάτι. Επίσης θέλει να αποδεσμευτεί γρηγορότερα από την Ευρώπη και να επικεντρωθεί εκεί που είναι στραμμένο το ενδιαφέρον των ΗΠΑ εντονότερα τα τελευταία πέντε χρόνια, δηλαδή στον Ινδοειρηνικό. Δηλαδή στο νέο μεγάλο αντίπαλο, την Κίνα.
Όσον αφορά τις κυρώσεις, το μόνο που δεν μπορούμε να κάνουμε είναι να συζητάμε για νούμερα. Ο Τραμπ μπορεί να επιβάλλει έναν δασμό της τάξης του 10% και μετά από μερικές ώρες να τον έχει ανακαλέσει ή διαπραγματευτεί βάσει όρων που έχει θέσει ο ίδιος. Το βέβαιο είναι, ότι ο κ.Τραμπ στο πλαίσιο της πολιτικής που θέλει να εφαρμόσει έχει αποφασίσει να επαναβιομηχανοποιήσει τις ΗΠΑ, δηλαδή μεγάλο μέρος όσων εισήγαγε θέλει να τα παράγει ο ίδιος σε αμερικανικό έδαφος.
Αυτό δεν ξέρουμε πόσο είναι εφικτό ή προς το συμφέρον των ΗΠΑ, είναι βεβαίο όμως, ότι όσες χώρες επέλεξαν την πολιτική του απομονωτισμού, την επιβολή δασμών δηλαδή, μακροπρόθεσμα είχαν απώλειες. Δεν μπόρεσαν να ακολουθήσουν άλλα κράτη και γι'αυτό υποτίθεται ότι η παγκοσμίοποίηση είχε έρθει να θεραπεύσει αυτόν τον απομονωτισμό που οδηγεί σε άνισα μεγέθη ανάπτυξης και σε συγκρούσης λόγω ακριβώς του οικονομικού ανταγωνισμού και των περιορισμένων πόρων.
Είναι κάτι που βάζει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, προκειμένου να πετύχει το μέγιστο όφελος για τη χώρα του σε επιμέρους ζητήματα; Δηλαδή «απειλώντας» μια χάρα με δασμούς θέλει να πετύχει αποτέλεσμα σε κάποιο άλλο πεδίο, στο οποίο υπάρχει συνεργασία με τις ΗΠΑ. Δεν είναι δεδομένο αυτό. Είναι μια υπόθεση εργασίας. Μένει να δούμε, αν θα ακολουθήσει πιστά αυτό το σενάριο. Ωστόσο, η άποψή του είναι αυτή και την έχει εκφράσει. Είναι μια εντολή που κινείται στο συντηρητικό φάσμα, προς τις απόψεις ανθρώπων που θεωρούν, ότι οι χώρα τους πρέπει να γίνει πιο αυτάρκης. Το βλέπουμε στην Ευρώπη, στη Γαλλία, στη Γερμανία στις πρόσφατες εκλογές, ο κόσμος κινείται προς το συντηρητικό κομμάτι του εκκρεμούς. Ήμασταν στο πιο φιλελεύθερο και τώρα γυρνάμε προς την άλλη πλευρά. Ζητάμε να έχουμε λύσεις σε οικονομικά προβλήματα, τα οποία ταλανίζουν χώρες και δεν είναι οι λύσεις μέσα σε αυτά που είχαν προτείνι οι κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια.