Λαϊκό παραμύθι «Το πιο γλυκό ψωμί»

preview_player
Показать описание
Αφηγήσεις Β.Αρβανιταντώνη(Vassiliki's audiobooks)
●YouTube

Η Βασιλική Αρβανιταντώνη διαβάζει το λαϊκό παραμύθι «Το πιο γλυκό ψωμί».
Το παραμύθι «Το πιο γλυκό ψωμί» είναι κεφαλονίτικη παραλλαγή μιας παλαιάς λαϊκής αφήγησης. Ανήκει στον ευρύ τύπο των διηγηματικών ή κοσμικών παραμυθιών, τα οποία αναφέρονται στις περιπέτειες των ανθρώπων χωρίς να χρησιμοποιούν υπερφυσικά στοιχεία. Ειδικότερα, το συγκεκριμένο παραμύθι κατατάσσεται στην κατηγορία των διδακτικών παραμυθιών που, όπως παρατηρεί ο Δ. Λουκάτος, «έχουν πάντα μέσα τους μια διάθεση για διδασκαλία». (Πηγή: Φωτόδεντρο-διαδραστικά βιβλία)

Αν σας αρέσει η αφήγησή μου, αφήστε ένα like και κάντε εγγραφή στο κανάλι μου για να ενημερώνεστε κάθε φορά που αναρτώ νέα αφήγηση και κοινοποίηση σε κάποιον/α φίλο/η σας.

#fairytales #παραμύθια #παραμύθι #audiobooks #audiobook #audiobooksfree
Комментарии
Автор

Λαικο παραμυθι με την Βασιλικη Αρβανιταντωνη

ΠολιναΝικολακοπουλου
Автор

ΤΟ ΠΙΟ ΓΛΥΚΟ ΨΩΜΙ της Βασιλικης Αρβανιταντωνη

ΠολιναΝικολακοπουλου
Автор

Κάποτε ήταν ένας πλούσιος βασιλιάς πολύ πλούσιος που ότι επιθυμούσε η καρδια του το χε, όλα τα είχε και τον έλεγαν ευτυχισμένο . Ώσπου έπαθε μια παράξενη ανορεξία και δεν είχε όρεξη να βάλει τίποτα στο στόμα του σιγά σιγά αδυνάτιζε και άρχισε να γίνεται γκρινιάρης και παράξενος πολλοί γιατροί επηγαιναν και τον έβλεπαν μα τα γιατρικα τους τίποτα δεν μπορούσαν να του κάνουν η ανορεξία του βασιλιά όλο και κρατούσε και εκείνος ερευε μέρα με την ημέρα τίποτα δεν λυπιζοταν να φάει ούτε του πουλιού το γάλα που λέει ο λόγος ώσπου κάποια μέρα έτυχε να περνάει από το παλάτι του ένας ασπρομαλλης γέροντας σοφός που ήταν όμως φτωχός και ήξερε από γιατρικα του είπανε λοιπόν για τον βασιλιά και πήγε να τον δει "Μήπως κουράζεσαι βασιλιά μου'' τον ρώτησε " Τι λες γιατρέ μου'' του λέει ο βασιλιάς "Όλη μέρα ξαπλωμένος απάνω στον θρόνο μου ούτε το μικρό μου δαχτυλακι δεν κουνω'' "Μήπως έχεις έγνοιες τις κουλτούρες για το λαό σου'' "Όχι κάθε άλλο εγώ ζω ξεχνιαστος και καρφακι δεν μου κάθεται για κανεναν'' " Μημπως υπεθυμησες ποτέ σου κάτι και δεν μπόρεσες να το χεις'' "Ούτε και αυτό ο βασιλιάς είμαι και ότι γυρεψω το βλέπω μπροστά μου'' "Άκουσε βασιλια μου καθώς βλέπω δεν έχεις τίποτα σοβαρό εκείνο που φταίει και δεν έχεις όρεξη να τρως είναι το ψωμί που σου δίνουν στο παλάτι' να διατάξεις λοιπόν τους φουρναρεους του παλατιού να σου ψήσουν το πιο γλυκό ψωμί του κόσμου'' Έτσι λοιπόν ο βασιλιάς έδωσε διαταγή στους φουρναρεους του παλατιού να του ψήσουμε το πιο γλυκό ψωμί του κόσμου έπεσαν με τα μούτρα στην δουλειά οι ψωμαδες σε όλο το βασίλειο ποιος θα κάνει στον βασιλιά το πιο γλυκό ψωμι μα κανένα από εκείνα τα ψωμιά δεν άνοιγε την όρεξη του βασιλιά ούτε και εκείνος ήθελε να τα φάει το ένα του μύριζε το άλλο του βρωμουσε τίποτα και έπειτα ο βασιλιάς έστειλε ανθρώπους του να πάνε να βρούνε το γέροντα και να τον ξαναφέρουν πισω έτσι λοιπόν και έγινε " Θα σε κρεμάσω που με ξεγελάσεις'' του είπε ο βασιλιας μόλις τον είδε "Γιατί βασιλιά μου'' του λέει ο γέροντας "Επειδή το γλυκό ψωμί που μου είπες να μου φτιάξουνε να φάω δεν μου έκανε τίποτα "Μπα'' έκαμε ο γέροντας "Φαίνεται πως το ψωμί που σου ζυμωσαν δεν ήτανε τόσο γλυκό όσο έπρεπε άκουσε βασιλιά μου αν θέλεις να δοκιμάσεις σταληθεια το ψωμί που θα σε γιατρέψει πρέπει να έρθεις μαζί μου για τρεις μέρες μονάχα και να κάνεις ότι σου λεω'' και ο βασιλιάς δέχτηκε να πάει μαζί με τον παράξενο γέροντα εκεί που του λέγε ο βασιλιάς φόρεσε και αυτός φτωχικά ρούχα ποδεθηκε παλιοπαπουτσα πήρε και ένα μπαστούνι και πήγε εκεί που έμενε ο γέροντας μέσα σε ένα χωράφι σπαρμένο και μέρες ο βασιλιάς καπουκου τα κοπαναγε όλα τα χορτάρια, το βράδυ πέσανε ξεροί να κοιμηθούμε ούτε φαι όλη μέρα ούτε τίποτα έμεινε βλέπεις και ο γέροντας νηστικός . Την άλλη μέρα το χαρωμα ο γέροντας ξυπνάει τον βασιλιά "Ξυπνα'' του λέει "Τώρα θα πάμε το σιτάρι στο μύλο να το αλεσουμε και πήγανε στο μύλο να αλεσουμε μαζί και το βράδυ πέσανε πάλι ξεροί να κοιμηθούνε και την άλλη μέρα το χαρωμα ο γέροντας ξύπνησε πάλι τον βασιλιά "Έ ξυπνά τώρα θα πάρουμε το σιτάρι από το μύλο πιαστο εσύ στην παλτη σου γιατί εγώ δεν μπορώ'' τι να κάνει ο βασιλιάς αφού έτσι ήταν η συμφωνία δέχτηκε να πάει μαζί με τον γέροντα να πάρουνε το σιτάρι και καθησανε να φάνε το ψωμί που θα έτρωγε ο βασιλιάς και ο ίδιος σαν πεινασμένος λύκος άρπαξε τα καρβέλια και άρχισε να τρώει "Μάλιστα αυτό είναι το πιο γλυκό ψωμί του κόσμου'' και από τότε ο βασιλιάς έτρωγε καλά που μακάρι να τρώγαμε και εμείς έτσι.

ΠολιναΝικολακοπουλου