Ἐξομολόγηση

preview_player
Показать описание
ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΛΕΜΗΣ
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Ἔλαμπ᾿ ἡ δροσούλα ἀνάλαφρη
στῆς αὐγῆς τὸν ἥλιο ἀγνάντια
καὶ τὸν κῆπο ἐμυριοστόλιζε
μὲ τρεμάμενα διαμάντια.
Κι᾿ ὅλ᾿ οἱ ἀνθοί, σὰν νὰ τοὺς χάιδευε
λὲς ἀθώρητο ἕνα χέρι,
καμαρῶναν κι᾿ ἀργοσάλευαν
κ᾿ ἐψιθύριζαν στ᾿ ἀγέρι:

-Ποῦ πηγαίνει ἡ κόρη ἡ πρόσχαρη
μὲ τὴ νύχτα στὰ μαλλιά της,
μὲ τ᾿ ἀστέρια στὰ ματάκια της,
μὲ τὰ᾿ ἀηδόνια στὴ λαλιά της,
μὲ τὰ χείλη της, ποὺ ἡ μέλισσα
τὰ θωρεῖ κρυφὰ καὶ θέλει
ναὕρῃ ἐκεῖ - ὢ ρόδα ἀπάρθενα!-
Τὸ γλυκύτερό της μέλι;

Κ᾿ ἐλαφρὰ κι᾿ ἀχνὰ ἀνασαίνοντας
ἀποκρίθηκε τ᾿ ἀγέρι:
- Τούτ᾿ ἡ κόρη ἡ γλυκοθόρητη
ποὺ στὴ γῆ δὲν ἔχει ταίρι
πάει μὲ γέλια, πάει μ᾿ ὀνείρατα,
πάει μὲ πόθους, πάει τρεχάτη
ἀπ᾿ τὴν στράτα τὴν ἀνθόσπαρτη
στῆς χαρᾶς τ᾿ ὡραῖο παλάτι.

Ἡ δροσούλα στάζει ἀνάλαφρη
καὶ θολή, θολὴ δὲν λάμπει.
λὲς μὲ δάκρυα στολίζονται
ὅλοι οἱ κῆποι κι᾿ ὅλοι οἱ κάμποι...
Κι᾿ ὅλ᾿ οἱ ἀνθοί, σὰν νὰ προσπέρασε
ἄγριο κι᾿ ἄπονο ἕνα χέρι,
γέρνουν τὴ θλιμμένην ὄψι των
κ᾿ ἐρωτοῦν δειλὰ τ᾿ ἀγέρι:

- Ποῦ πηγαίν᾿ ἡ κόρη σήμερα
μὲ κλεισμένα τὰ ματάκια της,
μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα,
μὲ τὰ χείλη ἀχνὰ κι᾿ ἀμίλητα
ποὺ τριγύρω των κι᾿ ἀπάνω
τὸ χαμόγελο ἐκρυστάλλωσε
κρύο κι᾿ ἄχαρο καὶ πλάνο;

Καὶ πικρά, βαρειὰ ἀνασαίνοντας
ἀποκρίθηκε τ᾿ ἀγέρι:
-Τούτ᾿ ἡ κόρη ἡ πολυπόθητη,
ποὺ στὴ γῆ δὲν εἶχε ταίρι,
πάει νυφούλα ἀνθοστεφάνωτη,
πάει μὲ τὸ στερνὸ κρεββάτι
ἀπ᾿ τὴ στράτα τὴν ἀγύριστη
μέσ᾿ τοῦ Χάρου τὸ παλάτι.

Ἰωάννης Πολέμης (1862-1924) ✿⊱╮
Рекомендации по теме