filmov
tv
Άγαλμα Νικολάου Πλαστήρα στην Χίο

Показать описание
Η ζωή και το έργο του Στρατηγού
Στρατιωτικός, γνωστός με την προσωνυμία «Μαύρος Καβαλάρης» και πολιτικός που διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο σε κρισιμότατες φάσεις της νεοελληνικής ιστορίας.
Γεννήθηκε στο Μορφοβούνι Καρδίτσης το 1883 και πέθανε το 1953. Υπήρξε ηγέτης της Επανάστασης του 1922 και επανειλημμένα πρωθυπουργός της χώρας (1950, 1951- 52) κατά την ταραχώδη πρώτη μεταπολεμική δεκαετία.
Ο Πλαστήρας ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στην Καρδίτσα και κατόπιν κατατάχθηκε στο στρατό (1903) και, ως υπαξιωματικός, πήρε μέρος στο Μακεδονικό Αγώνα (1905), καθώς και στις στρατιωτικές κινήσεις που κατέληξαν στο κίνημα στο Γουδί (1909).
Στη συνέχεια, σπούδασε στη Σχολή Υπαξιωματικών (1910-12), από όπου αποφοίτησε με το βαθμό του ανθυπολοχαγού Πεζικού. Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων (1912 - 13) διακρίθηκε επανειλημμένα στο πεδίο της μάχης για την ανδρεία και την αυταπάρνησή του (Ελασσόνα, Σαραντάπορο, Γιαννιτσά, Λαχανάς κ.α.), κερδίζοντας το Θαυμασμό των ανωτέρων του και το τιμητικό προσωνύμιο του Μαύρου Καβαλάρη.
Πήρε μέρος ακόμη, κατά την περίοδο που ακολούθησε, στο Βορειοηπειρωτικό Αγώνα.
Λοχαγός κατά την εποχή του Διχασμού, ο Πλαστήρας προσχώρησε(Σεπτ.1916) στο βενιζελικό κίνημα της Εθνικής Αμύνης και ανέλαβε διοικητής τάγματος στο 6ο Σύνταγμα της Μεραρχίας Αρχιπελάγους. Πήρε κατόπιν μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου, όπου έδρεψε νέες δάφνες (κυρίως κατά τη μάχη στο Σκρα) και προάχθηκε έπ’ ανδραγαθία στο βαθμό του αντισυνταγματάρχη.
Το 1919 ως διοικητής του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων, μετέσχε στην Εκστρατεία της Ουκρανίας, εναντίον των μπολσεβίκων, κατά την οποία προάχθηκε, πάλι έπ’ ανδραγαθία στο βαθμό του συνταγματάρχη.
Μετά το τέλος της επιχείρησης εκείνης μετακινήθηκε με τη μονάδα του στο Γαλάτσι της Ρουμανίας και από εκεί στη Μικρά Ασία.
Θερμός πατριώτης και ατρόμητος πολεμιστής, ο Πλαστήρας πρωταγωνίστησε σε όλες τις φάσεις της Μικρασιατικής Εκστρατείας και κατόρθωσε να περιβάλει το προσωνύμιό του (του Μαύρου Καβαλάρη) με μυθική αίγλη.
Ιδιαίτερα διακρίθηκε κατά την τελική φάση των επιχειρήσεων στα βάθη της Μικρασιατικής ενδοχώρας (1921 - 22),καθώς και κατά τις τραγικές στιγμές της κατάρρευσης του Μετώπου και της ραγδαίας διάλυσης του ελληνικού στρατού (Αύγ.1922).
Χαρακτηριστικό είναι ότι οι υπό τις διαταγές του δυνάμεις οπισθοχώρησαν τότε συντεταγμένα από τη Φιλαδέλφεια στον Τσεσμέ, καλύπτοντας σε μεγάλο βαθμό τη γενικότερη ελληνική υποχώρηση, και ότι o ίδιος εγκατέλειψε σχεδόν τελευταίος με τους άνδρες του τη γη της Μικράς Ασίας. Μέση συνέπεια της ήττας και της καταστροφής υπήρξε η επιτυχημένη εξέγερση του στρατού στη Xio και Μυτιλήνη (Σεπ.1922) και ο σχηματισμός επαναστατικής Τριανδρίας, αποτελούμενης από τους συνταγματάρχες Πλαστήρα και Γονατά και τον αντιπλοίαρχο Φωκά, με ουσιαστικό ηγέτη τον πρώτο. Ακολούθησε η απομάκρυνση του Κωνσταντίνου Α' από τον θρόvo και η ανάληψη Της εξουσίας από την Τριανδρία.
Ο Πλαστήρας -ισχυρός άνδρας του νέου καθεστώτος διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στις ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις που ακολούθησαν. Μεταξύ άλλων, ανέλαβε την ευθύνη και το τεράστιο πολιτικό κόστος της εκτέλεσης των Εξι (Νοέμβρ.1922) και εργάστηκε για τη γρήγορη ανασυγκρότηση των ενόπλων δυνάμεων της χώρας και την άμεση αντιμετώπιση των τεράστιων οικονομικοκοινωνικών προβλημάτων , που είχε δημιουργήσει η άφιξη εκατοντάδων χιλιάδων Μικρασιατικών προσφύγων.
Σημειώνεται ότι μετά το σχηματισμό κυβέρνησης υπό την προεδρία του Γονατά (Νέμβρ.1922), ο Πλαστήρας διατήρησε τα ηνία της εξουσίας και ενέκρινε τους χειρισμούς που οδήγησαν στην υπογραφή της Συνθήκης Λοζάννης (Μάιος 1923). Στη συνέχεια-με κλονισμένη την υγεία - αποσύρθηκε από το προσκήνιο των εξελίξεων, ως τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, οπότε εκδηλώθηκε το αντεπαναστατικό στρατιωτικό κίνημα των Γαργαλίδη καιΛεοναρδοπουλου (Οκτ. 1923).
Για καταστολή του κινήματος, o Πλαστήρας έδρασε με τόλμη και αποφασιστικότητα, κινητοποιώντας τις πιο ετερόκλητες δυνάμεις τουβασιλόφρονα χώρου. Βέβαιος o Πλαστήρας για το πολιτικό αδιέξοδο οποίο οδηγούσε τον εθνικό βίο μια μακρό παραμονή του στρατιωτικού καθεστώτος στην εξουσία, υποστήριξε την επιστροφή της χώρας στην κοινοβουλευτική τάξη και συναίνεσε στη διεξαγωγή των εκλογών του Δεκεμβρίου 1923.
Λίγες μέρες αργότερα παρέδωσε επίσηματην εξουσία στη Συντακτική Συνέλευση, αφού προηγουμένως -μέσα σε επευφημίες- έκανε απολογισμό του έργου του στρατιωτικού καθεστώτος (2 Ιαν.1924).
Σε αναγνώριση των υπηρεσιών του η Εθνική Αντιπροσωπεία τον ανακήρυξε άξιο της πατρίδος και αποφάσισε την προαγωγή του στο βαθμό του αντιστράτηγου εν αποστρατεία (Μάιος).
Αν και εξαιρετικά δημοφιλής στα λαϊκά στρώματα και στους κύκλους των δημοκρατικών αξιωματικών, o Πλαστήρας προτίμησε να παραμείνει μακριά από τις πολιτικές εξελίξεις για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ωστόσο, μετά την επικράτηση της δικτατορίας του Θ. Πάγκαλου (Ιούν.1925) εξεδήλωσε αντιδικτατορικές διαθέσεις, με αποτέλεσμα να συλληφθεί (Οκτ.1925) κάτω από περιπετειώδεις συνθήκες και να εκδιωχθεί βίαια στην Ιταλία.
Στρατιωτικός, γνωστός με την προσωνυμία «Μαύρος Καβαλάρης» και πολιτικός που διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο σε κρισιμότατες φάσεις της νεοελληνικής ιστορίας.
Γεννήθηκε στο Μορφοβούνι Καρδίτσης το 1883 και πέθανε το 1953. Υπήρξε ηγέτης της Επανάστασης του 1922 και επανειλημμένα πρωθυπουργός της χώρας (1950, 1951- 52) κατά την ταραχώδη πρώτη μεταπολεμική δεκαετία.
Ο Πλαστήρας ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στην Καρδίτσα και κατόπιν κατατάχθηκε στο στρατό (1903) και, ως υπαξιωματικός, πήρε μέρος στο Μακεδονικό Αγώνα (1905), καθώς και στις στρατιωτικές κινήσεις που κατέληξαν στο κίνημα στο Γουδί (1909).
Στη συνέχεια, σπούδασε στη Σχολή Υπαξιωματικών (1910-12), από όπου αποφοίτησε με το βαθμό του ανθυπολοχαγού Πεζικού. Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων (1912 - 13) διακρίθηκε επανειλημμένα στο πεδίο της μάχης για την ανδρεία και την αυταπάρνησή του (Ελασσόνα, Σαραντάπορο, Γιαννιτσά, Λαχανάς κ.α.), κερδίζοντας το Θαυμασμό των ανωτέρων του και το τιμητικό προσωνύμιο του Μαύρου Καβαλάρη.
Πήρε μέρος ακόμη, κατά την περίοδο που ακολούθησε, στο Βορειοηπειρωτικό Αγώνα.
Λοχαγός κατά την εποχή του Διχασμού, ο Πλαστήρας προσχώρησε(Σεπτ.1916) στο βενιζελικό κίνημα της Εθνικής Αμύνης και ανέλαβε διοικητής τάγματος στο 6ο Σύνταγμα της Μεραρχίας Αρχιπελάγους. Πήρε κατόπιν μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου, όπου έδρεψε νέες δάφνες (κυρίως κατά τη μάχη στο Σκρα) και προάχθηκε έπ’ ανδραγαθία στο βαθμό του αντισυνταγματάρχη.
Το 1919 ως διοικητής του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων, μετέσχε στην Εκστρατεία της Ουκρανίας, εναντίον των μπολσεβίκων, κατά την οποία προάχθηκε, πάλι έπ’ ανδραγαθία στο βαθμό του συνταγματάρχη.
Μετά το τέλος της επιχείρησης εκείνης μετακινήθηκε με τη μονάδα του στο Γαλάτσι της Ρουμανίας και από εκεί στη Μικρά Ασία.
Θερμός πατριώτης και ατρόμητος πολεμιστής, ο Πλαστήρας πρωταγωνίστησε σε όλες τις φάσεις της Μικρασιατικής Εκστρατείας και κατόρθωσε να περιβάλει το προσωνύμιό του (του Μαύρου Καβαλάρη) με μυθική αίγλη.
Ιδιαίτερα διακρίθηκε κατά την τελική φάση των επιχειρήσεων στα βάθη της Μικρασιατικής ενδοχώρας (1921 - 22),καθώς και κατά τις τραγικές στιγμές της κατάρρευσης του Μετώπου και της ραγδαίας διάλυσης του ελληνικού στρατού (Αύγ.1922).
Χαρακτηριστικό είναι ότι οι υπό τις διαταγές του δυνάμεις οπισθοχώρησαν τότε συντεταγμένα από τη Φιλαδέλφεια στον Τσεσμέ, καλύπτοντας σε μεγάλο βαθμό τη γενικότερη ελληνική υποχώρηση, και ότι o ίδιος εγκατέλειψε σχεδόν τελευταίος με τους άνδρες του τη γη της Μικράς Ασίας. Μέση συνέπεια της ήττας και της καταστροφής υπήρξε η επιτυχημένη εξέγερση του στρατού στη Xio και Μυτιλήνη (Σεπ.1922) και ο σχηματισμός επαναστατικής Τριανδρίας, αποτελούμενης από τους συνταγματάρχες Πλαστήρα και Γονατά και τον αντιπλοίαρχο Φωκά, με ουσιαστικό ηγέτη τον πρώτο. Ακολούθησε η απομάκρυνση του Κωνσταντίνου Α' από τον θρόvo και η ανάληψη Της εξουσίας από την Τριανδρία.
Ο Πλαστήρας -ισχυρός άνδρας του νέου καθεστώτος διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στις ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις που ακολούθησαν. Μεταξύ άλλων, ανέλαβε την ευθύνη και το τεράστιο πολιτικό κόστος της εκτέλεσης των Εξι (Νοέμβρ.1922) και εργάστηκε για τη γρήγορη ανασυγκρότηση των ενόπλων δυνάμεων της χώρας και την άμεση αντιμετώπιση των τεράστιων οικονομικοκοινωνικών προβλημάτων , που είχε δημιουργήσει η άφιξη εκατοντάδων χιλιάδων Μικρασιατικών προσφύγων.
Σημειώνεται ότι μετά το σχηματισμό κυβέρνησης υπό την προεδρία του Γονατά (Νέμβρ.1922), ο Πλαστήρας διατήρησε τα ηνία της εξουσίας και ενέκρινε τους χειρισμούς που οδήγησαν στην υπογραφή της Συνθήκης Λοζάννης (Μάιος 1923). Στη συνέχεια-με κλονισμένη την υγεία - αποσύρθηκε από το προσκήνιο των εξελίξεων, ως τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, οπότε εκδηλώθηκε το αντεπαναστατικό στρατιωτικό κίνημα των Γαργαλίδη καιΛεοναρδοπουλου (Οκτ. 1923).
Για καταστολή του κινήματος, o Πλαστήρας έδρασε με τόλμη και αποφασιστικότητα, κινητοποιώντας τις πιο ετερόκλητες δυνάμεις τουβασιλόφρονα χώρου. Βέβαιος o Πλαστήρας για το πολιτικό αδιέξοδο οποίο οδηγούσε τον εθνικό βίο μια μακρό παραμονή του στρατιωτικού καθεστώτος στην εξουσία, υποστήριξε την επιστροφή της χώρας στην κοινοβουλευτική τάξη και συναίνεσε στη διεξαγωγή των εκλογών του Δεκεμβρίου 1923.
Λίγες μέρες αργότερα παρέδωσε επίσηματην εξουσία στη Συντακτική Συνέλευση, αφού προηγουμένως -μέσα σε επευφημίες- έκανε απολογισμό του έργου του στρατιωτικού καθεστώτος (2 Ιαν.1924).
Σε αναγνώριση των υπηρεσιών του η Εθνική Αντιπροσωπεία τον ανακήρυξε άξιο της πατρίδος και αποφάσισε την προαγωγή του στο βαθμό του αντιστράτηγου εν αποστρατεία (Μάιος).
Αν και εξαιρετικά δημοφιλής στα λαϊκά στρώματα και στους κύκλους των δημοκρατικών αξιωματικών, o Πλαστήρας προτίμησε να παραμείνει μακριά από τις πολιτικές εξελίξεις για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ωστόσο, μετά την επικράτηση της δικτατορίας του Θ. Πάγκαλου (Ιούν.1925) εξεδήλωσε αντιδικτατορικές διαθέσεις, με αποτέλεσμα να συλληφθεί (Οκτ.1925) κάτω από περιπετειώδεις συνθήκες και να εκδιωχθεί βίαια στην Ιταλία.