ΓΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΑΤΡΟΜΗΤΟΣ-ΘΡΑΣΟΣ ΚΑΣΤΑΝΑΚΗΣ-Διήγημα-ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Λόγος με tempo-Βάνα Σμπαρούνη

preview_player
Показать описание
ΓΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΑΤΡΟΜΗΤΟΣ-ΘΡΑΣΟΣ ΚΑΣΤΑΝΑΚΗΣ-Διήγημα-ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Λόγος με tempo-Βάνα Σμπαρούνη
"Ξακολουθούσε να λέει την τελευταία του φοβερή ιστορία και να γουρλώνει τα μάτια, ν’ αναταράζει τα μαλλιά του, ν’ αφήνει να χύνεται στο πρόσωπό του, ανάμεσα στις πιτσιλάδες του, το κύμα του δέους και της αγωνίας. Όπου τρεμούλιαζε κι η κρυστάλλινη φωνή του:
― Εκείνη τη στιγμή, είδα τους δυο Γερμανούς να πλησιάζουν. Είπα, τώρα δεν έχει έλεος. Είπα, τώρα έφτασε ο έσχατος των κινδύνων. Είπα, τώρα ήγγικε το τέλος…
     Στάθηκε να δει αν είχε μεταγγίσει στο ακροατήριό του το κακό που γινόταν μέσα του με τούτη την ιστορία, αν καταλάβαιναν οι παρόντες τα όσα του είχαν συμβεί πριν από λίγο κι αν άξιζε να συνεχίσει. Τον ακούανε απόψε καλά. Η θεία Στάσω περίμενε με τα μάτια της ορθάνοιχτα, με τα βαμμένα της πλούσια μαλλιά έτοιμα να κυλήσουν στα μάγουλα και στο λαιμό της, από την πολλή συγκίνηση. Ο θείος Διογένης έστεκε με το πρόσωπο αγριεμένο. Οι δυο γειτόνοι, ο Λεωνίδας κι ο Κωστής, που κι οι δυο τους ήτανε ξένοι, Πατρινοί, και που δούλευαν από τον Αλβανικό στ’ αεροδρόμιο και λέγανε όλο για τις φαμελιές τους, ακούανε κι αυτοί με τους αγκώνες καρφωτούς στο τραπέζι. Η Κλειώ, η υπηρέτρια, ήταν καθισμένη σταυροπόδι εμπρός στο τζάκι, και δίπλα ο άντρας της, ο Αρίστος, ο περιβολάρης, ο σοβατζής, ο μαραγκός, ο ηλεκτρολόγος, ο σωφέρης, ο κτηνίατρος, ο μέγας ανεπρόκοπος του Ελληνικού, ο μπέκρας από τις μπέκρες, ο Αρίστος συμπλήρωνε δίπλα της το πρωτούπνι του. Άμα απόσωνε τα λεφτά του και τα ποτηράκια του στην ταβέρνα του Βιτάλη, κι άμα άπλωνε ο ίσκιος της νύχτας από τον Υμηττό ως μέσα στα περβόλια του Ελληνικού, απορούσε ο Αρίστος πώς γίνεται να υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που να μιλούν αντί να χαίρονται τη γλύκα του ύπνου..."
Комментарии
Автор

Πολύ όμορφες οι αφηγήσεις σας και η επιλογή των διηγημάτων ❤❤

konstantinakartsampa