filmov
tv
Το κανάλι Μετανοείτε 'Λόγοι περί Μετανοίας' ΑΠΌΔΕΙΠΝΟ ΕΣΠΕΡΙΝΌΣ ΟΡΘΡΟΣ & ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΊΑ !

Показать описание
ΚΥΡΙΑΚΗ 1 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2017 – ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΦΑΝΤΟΡΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥ /
Τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθηκατεκόσμησας». Μὲ τὴ φράση αὐτή, τὸ ἀπολυτίκιο, ἀπόλυτα ἐπιτυχημένα, τονίζει τὴν κοινωνικὴ προσφορὰ τοῦ Ἅγιου Βασιλείου, ποὺ μὲ τὴ θεία διδασκαλία του στόλισε μὲ ἀρετὲς τὰ ἤθη καὶ τὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Μέγας αὐτὸς πατέρας καὶ διδάσκαλος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας γεννήθηκε τὸ 329 μ.Χ., κατ' ἄλλους τὸ 330 μ.Χ., στὴ Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου στὸ χωριὸ Ἄννησα καὶ μεγάλωσε στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Τὰ δὲ ἐγκυκλοπαιδικὰ λεξικὰ ἀναφέρουν σὰν πατρίδα τοῦ Μ. Βασιλείου τὴν Καισαρεία τῆς Καππαδοκίας. Εἶχε 8 ἀδέρφια, 3 ἀγόρια καὶ πέντε κορίτσια. Ἀπὸ τὰ 4 ἀγόρια τὰ 3 ἀγόρια ἔγιναν ἐπίσκοποι (ὁ Βασίλειος Καισαρείας, ὁ Γρηγόριος Νύσσης καὶ ὁ Πέτρος Σεβάστειας) καὶ τὸ ἕνα μοναχὸς (ὁ Ναυκράτιος). Ἀπὸ τὶς 5 ἀδερφές του ἡ πρώτη, καὶ συγχρόνως τὸ πιὸ μεγάλο παιδὶ τῆς οἰκογένειας, ἡ Μακρίνα, ἔγινε μοναχή. Οἱ γονεῖς τοῦ Βασίλειος (καὶ αὐτός), ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου, καὶ Ἐμμέλεια, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία, ἂν καὶ κατὰ κόσμον εὐγενεῖς καὶ πλούσιοι, εἶχαν συγχρόνως καὶ ἀκμαιότατο χριστιανικὸ φρόνημα. Αὐτοὶ μάλιστα ἔθεσαν καὶ τὶς πρῶτες -καθοριστικῆς σημασίας- πνευματικὲς βάσεις τοῦ Ἁγίου. Μὲ ἐφόδιο αὐτὴ τὴ χριστιανικὴ ἀνατροφή, ὁ Βασίλειος ἀρχίζει μιὰ καταπληκτικὴ ἀνοδικὴ πνευματικὴ πορεία. Ἔχοντας τὰ χαρίσματα τῆς εὐστροφίας καὶ τῆς μνήμης, κατακτᾶ σχεδὸν ὅλες τὶς ἐπιστῆμες τῆς ἐποχῆς του. Καὶ τὸ σπουδαιότερο, κατακτᾶ τὴ θεία θεωρία τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ τὴν κάνει ἀμέσως πράξη μὲ τὴν αὐστηρὴ ἀσκητικὴ ζωή του. Ἂς ἀναφέρουμε ὅμως, περιληπτικά, τὴν πορεία τῶν δραστηριοτήτων του. Μετὰ τὶς πρῶτες του σπουδὲς στὴν Καισαρεία καὶ κατόπιν στὸ Βυζάντιο, ἐπισκέφθηκε, νεαρὸς ἀκόμα, τὴν Ἀθήνα, ὅπου ἐπὶ τέσσερα χρόνια συμπλήρωσε τὶς σπουδές του, σπουδάζοντας φιλοσοφία, ρητορική, γραμματική, ἀστρονομία καὶ ἰατρική, ἔχοντας συμφοιτητές του τὸν Γρηγόριο τὸν Ναζιανζηνὸ (τὸν θεολόγο) καὶ τὸν Ἰουλιανὸ τὸν Παραβάτη.
Ἀπὸ τὴν Ἀθήνα ἐπέστρεψε στὴν Καισαρεία καὶ δίδασκε τὴν ρητορικὴ τέχνη. Ἀποφάσισε ὅμως, νὰ ἀκολουθήσει τὴ μοναχικὴ ζωὴ καὶ γι' αὐτὸ πῆγε στὰ κέντρα τοῦ ἀσκητισμοῦ, γιὰ νὰ διδαχθεῖ τὰ τῆς μοναχικῆς πολιτείας στὴν Αἴγυπτο, Παλαιστίνη, Συρία καὶ Μεσοποταμία. Ὅταν ἐπέστρεψε, ἀποσύρθηκε σὲ μιὰ Μονὴ τοῦ Πόντου, ἀφοῦ ἔγινε μοναχός, καὶ ἀσκήθηκε ἐκεῖ μὲ κάθε αὐστηρότητα γιὰ πέντε χρόνια (357 – 362 μ.Χ.). Ἤδη τέλεια καταρτισμένος στὴν Ὀρθόδοξη Πίστη, χειροτονήθηκε διάκονος καὶ πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Καισαρείας Εὐσέβιο. Ὁ ὑποδειγματικὸς τρόπος τῆς πνευματικῆς ἐργασίας του δὲν ἀργεῖ νὰ τὸν ἀνεβάσει στὸ θρόνο τῆς ἀρχιεροσύνης, διαδεχόμενος τὸν Εὐσέβιο στὴν ἐπισκοπὴ τῆς Καισαρείας (370 μ.Χ.). Μὲ σταθερότητα καὶ γενναῖο φρόνημα, ὡς ἀρχιερέας ἔκανε πολλοὺς ἀγῶνες γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη. Μὲ τοὺς ὀρθόδοξους λόγους ποὺ συνέγραψε, κατακεραύνωσε τὰ φρονήματα τῶν κακοδόξων.
Στοὺς ἀγῶνες τοῦ κατὰ τοῦ Ἀρειανισμοῦ ἀναδείχτηκε ἀδαμάντινος, οὔτε κολακεῖες βασιλικές του Οὐάλεντα (364 – 378 μ.Χ.), ποὺ πῆγε αὐτοπροσώπως στὴν Καισαρεία γιὰ νὰ τὸν μετατρέψει στὸν Ἀρειανισμό, οὔτε οἱ ἀπειλὲς τοῦ Μόδεστου μπόρεσαν νὰ κάμψουν τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα τοῦ Ἁγίου. Ὑπεράσπισε μὲ θάρρος τὴν Ὀρθοδοξία, καταπλήσσοντας τὸν βασιλιᾶ καὶ τοὺς Ἀρειανούς. Ἀκόμα, ἀγωνίστηκε κατὰ τῆς ἠθικῆς σήψεως καὶ ἐπέφερε σοφὲς μεταρρυθμίσεις στὸ μοναχισμό. Ἡ δὲ ὑπόλοιπη ποιμαντορικὴ δράση του, ὑπῆρξε ἀπαράμιλλη, κτίζοντας τὴν περίφημη «Βασιλειάδα», συγκρότημα μὲ εὐαγῆ Ἱδρύματα, ὅπως φτωχοκομεῖο, ὀρφανοτροφεῖο, γηροκομεῖο, ξενοδοχεῖο καὶ νοσοκομεῖο κ.ά., ὅπου βρῆκαν τροφὴ καὶ περίθαλψη χιλιάδες πάσχοντες κάθε ἡλικίας, γένους καὶ φυλῆς. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἔχει πλούσιο καὶ σημαντικὸ συγγραφικὸ ἔργο. Τὰ κυριότερα ἔργα του εἶναι οἱ 9 ὁμιλίες στὴν Ἑξαήμερο, ὁμιλίες στοὺς Ψαλμούς, πολλὲς καὶ διάφορες ἄλλες ὁμιλίες, ἀσκητικὰ ἔργα καὶ ἐπιστολές. Ἐκτὸς τῶν ἄλλων ἔργων του, ἔγραψε καὶ Θεία Λειτουργία, πού, μετὰ τὴν ἐπικράτηση αὐτῆς τῆς συντομότερης τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τελεῖται 10 φορὲς τὸ χρόνο: τὴν 1η Ἰανουαρίου (ὅπου γιορτάζεται καὶ ἡ μνήμη του), τὶς πρῶτες πέντε Κυριακὲς τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, τὶς παραμονὲς τῶν Χριστουγέννων καὶ τῶν Θεοφανείων, τὴν Μ. Πέμπτη καὶ τὸ Μ. Σάββατο. Στὰ πενῆντα τοῦ χρόνια ὁ Μέγας Βασίλειος, ἐξ αἰτίας τῆς ἀσθενικῆς κράσεώς του καὶ τῆς αὐστηρῆς ἀσκητικῆς ζωῆς του (ὁρισμένες πηγὲς λένε ἀπὸ βαριὰ ἀρρώστια τοῦ ἥπατος ἢ τῶν νεφρῶν), τὴν 1η Ἰανουαρίου τοῦ 378 μ.Χ. ἢ κατ' ἄλλους τὸ 379 μὲ 380 μ.Χ., ἐγκαταλείπει τὸ φθαρτὸ καὶ μάταιο αὐτὸ κόσμο, ἀφήνοντας παρακαταθήκη καὶ Ἱερὴ κληρονομιὰ στὴν ἀνθρωπότητα ἕνα τεράστιο πνευματικὸ ἔργο.
Ἀπολυτίκιον Ἦχὸς α'. Ἔἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου, ὡς δεξαμένην τὸν λόγον σου· δι' ὃὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας, τὴν φῦσιν τῶν ὄντών ἐτράνωσας, τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθῇ κατεκόσμησας. Βασίλειον ἱἐράτευμα, Πάτερ Ὅσιε· πρέσβευε Χρὶστῷ τῷ Θέῷ, σὼθῆναι τὰς ψύχὰς ἡμῶν.
Τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθηκατεκόσμησας». Μὲ τὴ φράση αὐτή, τὸ ἀπολυτίκιο, ἀπόλυτα ἐπιτυχημένα, τονίζει τὴν κοινωνικὴ προσφορὰ τοῦ Ἅγιου Βασιλείου, ποὺ μὲ τὴ θεία διδασκαλία του στόλισε μὲ ἀρετὲς τὰ ἤθη καὶ τὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Μέγας αὐτὸς πατέρας καὶ διδάσκαλος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας γεννήθηκε τὸ 329 μ.Χ., κατ' ἄλλους τὸ 330 μ.Χ., στὴ Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου στὸ χωριὸ Ἄννησα καὶ μεγάλωσε στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Τὰ δὲ ἐγκυκλοπαιδικὰ λεξικὰ ἀναφέρουν σὰν πατρίδα τοῦ Μ. Βασιλείου τὴν Καισαρεία τῆς Καππαδοκίας. Εἶχε 8 ἀδέρφια, 3 ἀγόρια καὶ πέντε κορίτσια. Ἀπὸ τὰ 4 ἀγόρια τὰ 3 ἀγόρια ἔγιναν ἐπίσκοποι (ὁ Βασίλειος Καισαρείας, ὁ Γρηγόριος Νύσσης καὶ ὁ Πέτρος Σεβάστειας) καὶ τὸ ἕνα μοναχὸς (ὁ Ναυκράτιος). Ἀπὸ τὶς 5 ἀδερφές του ἡ πρώτη, καὶ συγχρόνως τὸ πιὸ μεγάλο παιδὶ τῆς οἰκογένειας, ἡ Μακρίνα, ἔγινε μοναχή. Οἱ γονεῖς τοῦ Βασίλειος (καὶ αὐτός), ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου, καὶ Ἐμμέλεια, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία, ἂν καὶ κατὰ κόσμον εὐγενεῖς καὶ πλούσιοι, εἶχαν συγχρόνως καὶ ἀκμαιότατο χριστιανικὸ φρόνημα. Αὐτοὶ μάλιστα ἔθεσαν καὶ τὶς πρῶτες -καθοριστικῆς σημασίας- πνευματικὲς βάσεις τοῦ Ἁγίου. Μὲ ἐφόδιο αὐτὴ τὴ χριστιανικὴ ἀνατροφή, ὁ Βασίλειος ἀρχίζει μιὰ καταπληκτικὴ ἀνοδικὴ πνευματικὴ πορεία. Ἔχοντας τὰ χαρίσματα τῆς εὐστροφίας καὶ τῆς μνήμης, κατακτᾶ σχεδὸν ὅλες τὶς ἐπιστῆμες τῆς ἐποχῆς του. Καὶ τὸ σπουδαιότερο, κατακτᾶ τὴ θεία θεωρία τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ τὴν κάνει ἀμέσως πράξη μὲ τὴν αὐστηρὴ ἀσκητικὴ ζωή του. Ἂς ἀναφέρουμε ὅμως, περιληπτικά, τὴν πορεία τῶν δραστηριοτήτων του. Μετὰ τὶς πρῶτες του σπουδὲς στὴν Καισαρεία καὶ κατόπιν στὸ Βυζάντιο, ἐπισκέφθηκε, νεαρὸς ἀκόμα, τὴν Ἀθήνα, ὅπου ἐπὶ τέσσερα χρόνια συμπλήρωσε τὶς σπουδές του, σπουδάζοντας φιλοσοφία, ρητορική, γραμματική, ἀστρονομία καὶ ἰατρική, ἔχοντας συμφοιτητές του τὸν Γρηγόριο τὸν Ναζιανζηνὸ (τὸν θεολόγο) καὶ τὸν Ἰουλιανὸ τὸν Παραβάτη.
Ἀπὸ τὴν Ἀθήνα ἐπέστρεψε στὴν Καισαρεία καὶ δίδασκε τὴν ρητορικὴ τέχνη. Ἀποφάσισε ὅμως, νὰ ἀκολουθήσει τὴ μοναχικὴ ζωὴ καὶ γι' αὐτὸ πῆγε στὰ κέντρα τοῦ ἀσκητισμοῦ, γιὰ νὰ διδαχθεῖ τὰ τῆς μοναχικῆς πολιτείας στὴν Αἴγυπτο, Παλαιστίνη, Συρία καὶ Μεσοποταμία. Ὅταν ἐπέστρεψε, ἀποσύρθηκε σὲ μιὰ Μονὴ τοῦ Πόντου, ἀφοῦ ἔγινε μοναχός, καὶ ἀσκήθηκε ἐκεῖ μὲ κάθε αὐστηρότητα γιὰ πέντε χρόνια (357 – 362 μ.Χ.). Ἤδη τέλεια καταρτισμένος στὴν Ὀρθόδοξη Πίστη, χειροτονήθηκε διάκονος καὶ πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Καισαρείας Εὐσέβιο. Ὁ ὑποδειγματικὸς τρόπος τῆς πνευματικῆς ἐργασίας του δὲν ἀργεῖ νὰ τὸν ἀνεβάσει στὸ θρόνο τῆς ἀρχιεροσύνης, διαδεχόμενος τὸν Εὐσέβιο στὴν ἐπισκοπὴ τῆς Καισαρείας (370 μ.Χ.). Μὲ σταθερότητα καὶ γενναῖο φρόνημα, ὡς ἀρχιερέας ἔκανε πολλοὺς ἀγῶνες γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη. Μὲ τοὺς ὀρθόδοξους λόγους ποὺ συνέγραψε, κατακεραύνωσε τὰ φρονήματα τῶν κακοδόξων.
Στοὺς ἀγῶνες τοῦ κατὰ τοῦ Ἀρειανισμοῦ ἀναδείχτηκε ἀδαμάντινος, οὔτε κολακεῖες βασιλικές του Οὐάλεντα (364 – 378 μ.Χ.), ποὺ πῆγε αὐτοπροσώπως στὴν Καισαρεία γιὰ νὰ τὸν μετατρέψει στὸν Ἀρειανισμό, οὔτε οἱ ἀπειλὲς τοῦ Μόδεστου μπόρεσαν νὰ κάμψουν τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα τοῦ Ἁγίου. Ὑπεράσπισε μὲ θάρρος τὴν Ὀρθοδοξία, καταπλήσσοντας τὸν βασιλιᾶ καὶ τοὺς Ἀρειανούς. Ἀκόμα, ἀγωνίστηκε κατὰ τῆς ἠθικῆς σήψεως καὶ ἐπέφερε σοφὲς μεταρρυθμίσεις στὸ μοναχισμό. Ἡ δὲ ὑπόλοιπη ποιμαντορικὴ δράση του, ὑπῆρξε ἀπαράμιλλη, κτίζοντας τὴν περίφημη «Βασιλειάδα», συγκρότημα μὲ εὐαγῆ Ἱδρύματα, ὅπως φτωχοκομεῖο, ὀρφανοτροφεῖο, γηροκομεῖο, ξενοδοχεῖο καὶ νοσοκομεῖο κ.ά., ὅπου βρῆκαν τροφὴ καὶ περίθαλψη χιλιάδες πάσχοντες κάθε ἡλικίας, γένους καὶ φυλῆς. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἔχει πλούσιο καὶ σημαντικὸ συγγραφικὸ ἔργο. Τὰ κυριότερα ἔργα του εἶναι οἱ 9 ὁμιλίες στὴν Ἑξαήμερο, ὁμιλίες στοὺς Ψαλμούς, πολλὲς καὶ διάφορες ἄλλες ὁμιλίες, ἀσκητικὰ ἔργα καὶ ἐπιστολές. Ἐκτὸς τῶν ἄλλων ἔργων του, ἔγραψε καὶ Θεία Λειτουργία, πού, μετὰ τὴν ἐπικράτηση αὐτῆς τῆς συντομότερης τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τελεῖται 10 φορὲς τὸ χρόνο: τὴν 1η Ἰανουαρίου (ὅπου γιορτάζεται καὶ ἡ μνήμη του), τὶς πρῶτες πέντε Κυριακὲς τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, τὶς παραμονὲς τῶν Χριστουγέννων καὶ τῶν Θεοφανείων, τὴν Μ. Πέμπτη καὶ τὸ Μ. Σάββατο. Στὰ πενῆντα τοῦ χρόνια ὁ Μέγας Βασίλειος, ἐξ αἰτίας τῆς ἀσθενικῆς κράσεώς του καὶ τῆς αὐστηρῆς ἀσκητικῆς ζωῆς του (ὁρισμένες πηγὲς λένε ἀπὸ βαριὰ ἀρρώστια τοῦ ἥπατος ἢ τῶν νεφρῶν), τὴν 1η Ἰανουαρίου τοῦ 378 μ.Χ. ἢ κατ' ἄλλους τὸ 379 μὲ 380 μ.Χ., ἐγκαταλείπει τὸ φθαρτὸ καὶ μάταιο αὐτὸ κόσμο, ἀφήνοντας παρακαταθήκη καὶ Ἱερὴ κληρονομιὰ στὴν ἀνθρωπότητα ἕνα τεράστιο πνευματικὸ ἔργο.
Ἀπολυτίκιον Ἦχὸς α'. Ἔἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου, ὡς δεξαμένην τὸν λόγον σου· δι' ὃὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας, τὴν φῦσιν τῶν ὄντών ἐτράνωσας, τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθῇ κατεκόσμησας. Βασίλειον ἱἐράτευμα, Πάτερ Ὅσιε· πρέσβευε Χρὶστῷ τῷ Θέῷ, σὼθῆναι τὰς ψύχὰς ἡμῶν.